9/1/09

Οι συνεχιστές του έργου του Ρέντι [46]

Το 1684 ο Ρέντι δημοσίευε στη Φλωρεντία το έργο, που του δίνει δικαιώματα στον τίτλο του ιδρυτή της σύγχρονης Παρασιτολογίας. Πρόκειται για το βιβλίο «Παρατηρήσεις γύρω από τα ζωντανά ζώα που βρίσκονται μέσα σε ζωντανά ζώα», στο οποίο εξέθετε με διαύγεια, λεπτότητα ύφους και ήρεμο πνεύμα τη θεωρία του. Τότε ακριβώς είναι που ξέσπασε μια λυσσώδης πολεμική εναντίον του από μέρους ενός μεγάλου αριθμού αντιπάλων.
Ένας από τους πιο φανατικούς υπήρξε ο Φίλιππος Μπουονάνι, Ιησουίτης μοναχός, όπως και ο Αθανάσιος Κίρχερ. Ο Μπουονάνι γεννήθηκε στη Ρώμη το 1638, υπήρξε επιμελητής της Biblioteca del Collegio Romano, καθώς και αναδιοργανωτής και διευθυντής του Μουσείου του Κίρχερ περισσότερο από 30 χρόνια. Πέθανε το 1725.
Ο Μπουονάνι ήταν μια παράξενη φυσιογνωμία, ένα είδος διπλής προσωπικότητας: από τη μια μεριά νεωτεριστής, με κατανόηση των νέων επιστημονικών απόψεων του αιώνα του και από την άλλη προσκολλημένος τυφλά στην παράδοση, ιδίως σε σχέση με τις απόψεις του Ρέντι. Κι αυτό παρά τη σαφήνεια και το χαρακτήρα των πειραμάτων του Ρέντι γύρω από την αυτόματη γένεση ορισμένων, τουλάχιστον, έμβιων όντων, για την οποία μέχρι τότε ίσχυε η αριστοτελική άποψη.
Για τη νεωτεριστική του πλευρά μιλάει ένα μοναδικό του έργο, η «Τέρψη των οφθαλμών και της διάνοιας από την παρατήρηση των κοχυλιών», που γνώρισε και δεύτερη λατινική έκδοση, τρία χρόνια μετά την πρώτη.
Στο έργο αυτό, που θεωρείται από τα πρώτα στο είδος του, περιγράφεται ένας σημαντικός αριθμός κοχυλιών με λεπτομερή σχήματα και ακριβή παρουσίαση των φυσικών τους χρωμάτων. Εκτός όμως από το περιγραφικό στοιχείο, στο βιβλίο αυτό συναντάμε και κάτι άλλο πολύ σημαντικό: την πρώτη σαφή προσπάθεια για ταξινόμηση της απέραντης ποικιλίας των τύπων και των σχημάτων των κοχυλιών. Αυτό το επιχειρεί ο Μπουονάνι ανάγοντας κάθε τύπο και σχήμα σ’ ένα περιορισμένο αριθμό βασικών γεωμετρικών σχημάτων, των οποίων περισσότερο ή λιγότερο ευδιάκριτες παραλλαγές αποτελεί η μεγάλη ποικιλία των κοχυλιών.
Η γνώμη αυτή του Μπουονάνι, από την οποία εμπνέεται το έργο του και κατευθύνονται γενικά οι μελέτες του, αποκαλύπτει ότι πίστευε στη δυνατότητα της εφαρμογής γεωμετρικών αρχών στην περιγραφή και την ερμηνεία των φυσικών φαινομένων. Η ύπαρξη τέτοιων αντιλήψεων σημαίνει γόνιμη κατανόηση των αρχών της νέας επιστήμης του αιώνα του.
Ύστερα από μια τέτοια διαπίστωση, μένει κανείς έκπληκτος διαβάζοντας το δεύτερο έργο του, δημοσιευμένο 10 χρόνια μετά το πρώτο, με τίτλο «Παρατηρήσεις γύρω από τα έμβια όντα που βρίσκονται μέσα σε άψυχα με την περίεργη μικρογραφία» (Ρώμη, 1691). Στο έργο αυτό, εκτός από φιλοσοφικούς συλλογισμούς και μερικά πειράματα κακής εκτέλεσης, βλέπουμε να περιγράφεται η αυτόματη γένεση μυγών από ένα μείγμα κρέατος σε σκόνη και νερού! Και να σκεφτεί κανείς ότι το βιβλίο αυτό δημοσιεύεται 23 ολόκληρα χρόνια ύστερα από τα «Πειράματα γύρω από τη γένεση των εντόμων» του Ρέντι και τον ίδιο ακριβώς καιρό που ένας άλλος μεγάλος φυσιοδίφης, ο Αντόνιο Βαλλισνιέρι, συμπλήρωνε τις μελέτες του πρώτου, πιο ρηξικέλευθος από εκείνον.
Το γεγονός αυτό είναι αρκετό για να μας πείσει για τη δύναμη της παράδοσης, αφού στο πείσμα τόσο πειστικών αποδείξεων, όπως εκείνες που πρόσφεραν τα πειράματα του Ρέντι, εξακολουθεί να γίνεται λόγος και μάλιστα όχι από κανένα επιπόλαιο συγγραφέα, για την αυτόματη γένεση της μύγας με βάση κακόζηλα πειράματα. Και να σκεφτεί κανείς ότι σε άλλες σελίδες του ίδιου έργου, ο Μπουονάνι κάνει λεπτές και ακριβείς παρατηρήσεις, ειδικά στον τομέα της βοτανικής, που αφορούν τα άνθη και τη γύρη τους, καθώς και τα μανιτάρια. Ο συγγραφέας κάνει μια τέλεια περιγραφή των κόκκων της γύρης, έστω κι αν δεν μπορεί να συλλάβει τη σημασία τους. Αν κατόρθωνε κάτι τέτοιο θα ήταν προφανώς υποχρεωμένος να εγκαταλείψει τη θεωρία της αυτόματης γένεσης, τουλάχιστον για τα φυτά, αναγνωρίζοντας και σ’ αυτά την ύπαρξη φύλου.
Η τιμή όμως της ανακάλυψης αυτής επιφυλασσόταν στους Γερμανούς. Εκείνος που με τις παρατηρήσεις του έκανε την αρχή για το τελειωτικό κτύπημα της θεωρίας της αυτόματης γένεσης, ήταν ο Ρούντολφ Καμεράριους. Αλλά με το δικό του έργο θα ασχοληθούμε την κατάλληλη στιγμή.
Εκείνο που κάνει ακόμα κατάπληξη στην περίπτωση του Μουονάνι, ερευνητή με τόση οξεία παρατήρηση, όπως αποδεικνύει η γεωμετρική ερμηνεία των κοχυλιών, είναι ο αμελής τρόπος με τον οποίον εκτελούσε τα πειράματά του.

Ο ΜΥΣΤΙΚΙΣΜΟΣ ΕΠΙΒΙΩΝΕΙ
Αλλά η αντίφαση αυτή έχει την ερμηνεία της. Ο αιώνας αυτός της νέας επιστήμης είναι συγχρόνως και εποχή μεγάλων θρησκευτικών ανησυχιών. Πλάι σε μια φιλήδονη κι άσωτη κοινωνία ζει ένας εκτεταμένος κύκλος ανθρώπων που βιώνουν έντονα τα θρησκευτικά και τα ηθικά προβλήματα. Είναι η εποχή που εκφράζεται με τη συναρπαστική ευγλωττία του Μποσσυέ (1627-1704), το βαθύ στοχασμό του Πασκάλ (1623-1662), το θρίαμβο του Ιανσενισμού με τη δική του θεώρηση του κόσμου και τη σκέψη του Μιγκουέλ ντε Μολίνος (1628-1696).
Δεν πρέπει ακόμα να ξεχνάμε φυσιογνωμίες όπως εκείνη του Νικόλαου Στένωνα, μεγαλοφυούς επιστήμονα και συγχρόνως ενθουσιώδη μυστικιστή, που έφτανε στο σημείο, ακόμα και στο θέαμα ενός πτώματος, να ξεχωρίζει τη σφραγίδα του θείου κάλλους!
Σ’ αυτό λοιπόν το έντονο θρησκευτικό στοιχείο κι όχι σε στενότητα πνεύματος, θα πρέπει να αποδοθεί μάλλον η στάση του Μπουονάνι απέναντι στο θέμα της αυτόματης γένεσης. Οι άνθρωποι αυτοί υποστήριζαν την παράλογη άποψή τους βλέποντάς την σαν σημάδι της αδιάκοπης δημιουργικής παρουσίας του Θεού στον κόσμο, με τρόπο που να μην είναι ο άνθρωπος σε θέση να τον εξιχνιάσει.
Άλλωστε, η έννοια του μυστηρίου ζει έντονα στη ψυχή του επιστήμονα του 17ου αιώνα. Όσο κι αν κάποτε έπαιρνε μια όψη, που μόνο στα όρια τσαρλατανισμού και μαγείας μπορεί να τοποθετηθεί (περίπτωση Βαν Χέλμοντ), τις περισσότερες φορές γινόταν ενορατική σύλληψη της φύσης ως του «μεγάλου βιβλίου» που είχε γράψει το χέρι του Θεού, σύμφωνα με την υπέροχη εικόνα του Γαλιλαίου.

ΑΝΤΟΝΙΟ ΒΑΛΛΙΣΝΙΕΡΙ
Ο Ρέντι όμως δεν απέκτησε μόνον αντίπαλους, όπως ο Μπουονάνι, αλλά και υποστηρικτές και συνεχιστές του έργου του. Πρώτος από όλους ήταν ο Αντόνιο Βαλλισνιέρι (1661-1730), που θα μας απασχολήσει αρκετά, όταν θα μιλήσουμε για το πρόβλημα της γονιμοποίησης, που συνδέεται στενά με το πρόβλημα της γένεσης.
Ο Βαλλισνιέρι σπούδασε στη Μπολόνια, στο περιβάλλον του Μαλπίγγι και πήρε το διδακτορικό τίτλο στο Πανεπιστήμιο του Ρέτζιο. Στη Μπολόνια άσκησε επίσης το ιατρικό επάγγελμα, μέχρι το 1700, όταν κλήθηκε στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβα να καταλάβει την έδρα της Ιατρικής. Πριν από το θάνατό του, πρόλαβε να ονομαστεί μέλος της Βασιλικής Εταιρείας του Λονδίνου.
Ο Βαλλισνιέρι, οξύς παρατηρητής και συστηματικός πειραματιστής, επανέλαβε τα πειράματα του Ρέντι, γύρω από την αυτόματη γένεση των εντόμων, επιβεβαιώνοντας τα συμπεράσματά του. Δε σταμάτησε όμως εκεί. Με το νεωτεριστικό, επαναστατικό και αντιδογματικό πνεύμα του στάθηκε ικανός να ξεπεράσει και ορισμένα από τα εμπόδια που είχαν υποχρεώσει το Ρέντι να σταματήσει. Το πνεύμα που τον εμψύχωνε αποδεικνύεται με εύγλωττο τρόπο από μια περικοπή της πραγματείας του «Ιστορία της γένεσης του ανθρώπου και των ζώων». Το θέμα που τον απασχολεί στο βιβλίο αυτό είναι το αν η γένεση του ανθρώπου και των ζώων οφείλεται στα «σκουληκάκια του σπέρματος», δηλαδή τα σπερματοζωάρια ή στα «αυγά», προφανώς τα ωάρια. Αλλά με αυτό θα ασχοληθούμε παρακάτω. Προς το παρόν μας ενδιαφέρουν τα όσα λέει για την αξία του δόγματος στην επιστημονική έρευνα.
«...το να θέλεις να αποδείξεις με πομπώδη τρόπο ένα πράγμα φυσικό με το θαύμα των θαυμάτων είναι προσβολή στο πνεύμα του αιώνα αυτού των πειραμάτων και πράξη ανάρμοστη σ’ ένα φυσικό φιλόσοφο. Εμείς δε μιλάμε για έννοιες πάνω από την τάξη της φύσης, αλλά για έννοιες που κάθε μέρα επαναλαμβάνονται με τους ίδιους κοινούς νόμους. Εδώ (δηλαδή στην περίπτωση της γέννησης του Χριστού) ο Πανάγαθος έδειξε όλο του το έλεος για μας, όλη του την αγαθότητα και παντοδυναμία. Γι’ αυτό δεν μπορούμε να αναφέρουμε το μοναδικό στον κόσμο παράδειγμα επιζητώντας να φωτίσουμε το σύστημα της γένεσης του Αριστοτέλη ή του Ιπποκράτη ή οποιουδήποτε άλλου αρχαίου διδασκάλου. Μου φέρνουν γέλια μερικοί φιλόσοφοι της κακιάς ώρας. Ψευτοχριστιανοί με μεγάλη μωρία, που διαποτισμένοι από τις θεωρίες ορισμένων παλαιών συγγραφέων, που ποτέ δε δέχτηκαν το φως της αληθινής πίστης, θέλουν με αυτήν, να αντικρούοντας τους νεωτεριστές και επινοώντας έννοιες που απέχουν χιλιάδες μίλια από το θέμα, να αποδείξουν, για χάρη των πεισματικών ιδανικών συστημάτων τους, ότι εκείνοι, βυθισμένοι στην τυφλή και πιο μαύρη ειδωλολατρία, είχαν προβλέψει ή γνωρίσει τα μεγάλα μυστήρια του Θεού ή ότι ο Θεός είχε θελήσει να χρησιμοποιήσει το χέρι τους για να αποκαλύψει τα άγια του μυστήρια. Νομίζω ότι οι Άγιες Γραφές είναι για να μας οδηγούν στον ουρανό... και όχι για να διδάξουν τα έργα της φύσης σ’ αυτήν εδώ τη γη μας».
Δε γνωρίζουμε άλλα κείμενα που να αποδίδουν πιο καθαρά τη θέση του Γαλιλαίου. Οι σειρές που διαβάσαμε είναι μια ομολογία πίστης από τις πιο σαφείς και περισσότερο απαλλαγμένες από κάθε αυθαίρετο δογματισμό, εμπνευσμένο είτε από σεβασμό προς την αρχαιότητα είτε από παρεξηγημένη μεταφορά στοιχείων της Γραφής στην επιστημονική έρευνα.
Παρακάτω ο Βαλλισνιέρι υποδεικνύει τον τρόπο της εργασίας: «Πρέπει να συμβουλευόμαστε (εννοεί τη φύση), να διαβάζουμε και να ιδρώνουμε στη μελέτη των βιβλίων της και να κοπιάζουμε εκτελώντας πειράματα και παρατηρήσεις και να μην πιστεύουμε ότι την κατανοούμε με μόνο το να καθόμαστε στην έδρα». Με τα λόγια αυτά καταδικάζεται ανοικτά η μεγαλόστομη «από καθέδρας» διδασκαλία, που στηριζόταν στα βιβλία και αγνοούσε το πείραμα. Για τους οπαδούς αυτού του συστήματος έχει να πει ο Βαλλισνιέρι ότι διαθέτουν «άκρατη αυθάδεια ή αφόρητη υπεροψία, χωρίς να καταδέχονται να σκύψουν με ταπείνωση και να αναζητήσουν μέσα σε πτώματα και αηδιαστικές καταστάσεις, πώς έχουν τα πράγματα. αλλά πιστεύουν ότι είναι σε θέση να κατανοήσουν τα πάντα μόνο με την ευφυΐα τους, όσο λίγη και αδύνατη κι αν είναι και να γνωρίσουν το κάθε τι χωρίς να δουν ποτέ τίποτα». Λόγια που αντηχούν τη φωνή του Στένωνα, ο οποίος ακόμα και στην αποκρουστική ασχήμια των πτωμάτων ανακάλυπτε το άπειρο κάλλος της θείας δημιουργίας κι αισθανόταν την ανέκφραστη χαρά που δίνει η ανακάλυψη της αλήθειας ή τη φωνή του Γαλιλαίου που ήθελε «να διαβάζει στο μεγάλο βιβλίο της φύσης». Λόγια κυρίως που εκφράζουν με αποφασιστικότητα το νέο πνεύμα και καταδικάζουν με μια δόση χλεύης την παράδοση του Μεσαίωνα και των τελευταίων αιώνων.
Οπλισμένος με τη σταθερή αυτή πίστη, ο Βαλλισνιέρι επαναλαμβάνει και συνεχίζει τα πειράματα του Ρέντι. Έτσι, όχι μόνο κατορθώνει να επιβεβαιώσει την ορθότητα των πορισμάτων του, αλλά και να εξαλείψει την αμφιβολία από ορισμένες περιπτώσεις, στις οποίες ο ίδιος ο Ρέντι κρατούσε τις επιφυλάξεις του: και τα έντομα που προκαλούν τις κηκίδες στα φύλλα της βελανιδιάς γεννιούνται από το ζευγάρωμα δύο ομοίων τους και όχι αυτομάτως.
Το έργο όμως του Βαλλισνιέρι δεν ενδιαφέρει μόνον από αυτή την άποψη. Ο ερευνητής αυτός καταλαμβάνει σημαντική θέση στο γενικότερο πλαίσιο της φυσικής ιστορίας. Είναι ο πρώτος που αναγνώρισε την οργανική φύση των απολιθωμάτων και μελέτησε με οξυδέρκεια ζώα, όπως ο χαμαιλέοντας και η στρουθοκάμηλος. Για τη συμβολή του στην επίλυση των προβλημάτων που αφορούν τη γένεση του ανθρώπου θα μιλήσουμε αργότερα.
Πάντως ένα είναι βέβαιο. Εκείνος που θα ακολουθήσει από δω και μπρος το νέο δρόμο της επιστήμης, δεν πρόκειται πια να σταματήσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου