9/3/09

Τα συστήματα - Α' Μέρος [61]

Σε άλλα κεφάλαια είχαμε τονίζει πού είχε οδηγήσει η εισαγωγή της πειραματικής μεθόδου στην ιατρική το 17ο αιώνα: ο γιατρός είχε απομακρυνθεί σιγά - σιγά από το προσκέφαλο του αρρώστου για να μεταβληθεί προοδευτικά σε καθαρό ερευνητή. Ο γιατρός αυτός βρισκόταν πια αρκετά μακριά από την παραδοσιακή μορφή που είχε σκιαγραφήσει ο μεγάλος Ιπποκράτης σε όλο το έργο του και ιδίως τον Όρκο του, που θα αποτελεί στους αιώνες ένα μνημείο υπέροχο του ελληνικού ανθρωπιστικού πνεύματος.
Στην εκτροπή αυτή του ιατρικού επαγγέλματος είχαν αντιταχθεί έντονα (άλλοι πιο πολύ με την αίσθηση του μέτρου που ο καθένας τους διέθετε) όσοι είχαν ακολουθήσει τον «Άγγλο Ιπποκράτη», τον Τόμας Σύντενχαμ.
Η αφιέρωση όμως του γιατρού στην πειραματική έρευνα, δεν έμεινε άκαρπη. Εκτός από την εμβάθυνση των γνώσεων στα πεδία της ανατομικής και της φυσιολογίας (Ιατρομηχανικοί και ιατροχημικοί), της οφείλεται και η απαρχή της διαμόρφωσης των λεγομένων «συστημάτων» (β' μισό του 17ου αιώνα), που άνθησαν στον αιώνα που ακολούθησε.

ΤΟ «ΠΩΣ» ΚΑΙ ΤΟ «ΓΙΑΤΙ»Για να συλλάβουμε το θέμα πρέπει να θυμηθούμε τα λόγια στα οποία ο Μαλπίγγι έκλεισε την πεμπτουσία της σκέψης του, που στη συνέχεια διαμόρφωσε τις ιδέες της πιο ζωντανής μερίδας των επιστημόνων του 17ου αιώνα: «μη γνωρίζοντας τον τρόπο της ενέργειας του αγγέλου (δηλαδή της δύναμης που κινούσε τη μηχανή του ζωντανού οργανισμού), αλλά την ακριβή κατασκευή του μύλου (δηλαδή της ζωντανής ύπαρξης), κατανοώ αυτήν την κίνηση και την ενέργεια και αν πάθαινε βλάβη ο μύλος, θα προσπαθούσα να επισκευάσω τους τροχούς ή τη χαλαρωμένη συναρμολόγησή τους και θα παραιτούμουν από την αναζήτηση του τρόπου της ενέργειας του αγγέλου που κινεί».
Τα λόγια αυτά δίνουν ακριβώς τα όρια της πειραματικής επιστήμης του 17ου αιώνα, που συμπίπτουν με τα όρια της επιστημονικής έρευνας κάθε εποχής. Ταυτόχρονα σκιαγραφούν το περιεχόμενο της επιστήμης γενικά, εκείνης που ερευνά την κατασκευή του αντικειμένου της ειδικότερα (αυτή αποτελούσε και το κέντρο των δικών του ενδιαφερόντων), ως τη γνώση της «ακριβούς κατασκευής του μύλου». Τι σημαίνει αυτό;
Σύμφωνα με την άποψη του Μαλπίγγι, η αληθινή επιστήμη οφείλει και μπορεί να γνωρίσει το «πώς» των φαινομένων, αλλά οφείλει να παραιτηθεί από την αναζήτηση του «γιατί». Η επιστήμη δηλαδή εγκαταλείπει το πανάρχαιο αίτημά της, της γνώσης της αιτίας των φαινομένων, για να περιοριστεί στη γνώση του τρόπου της εκδήλωσής τους.
Το ίδιο είχε δηλώσει ανοικτά και ο Γαλιλαίος. Ενώ στον «Πειραματιστή» του ορίζει την επιστήμη ως «ποσοτική μέτρηση των φαινομένων», στο έργο του «Περί των ηλιακών κηλίδων» γράφει: «ή, σκεφτόμενοι θεωρητικά, θα προσπαθήσουμε να διεισδύσουμε στην αληθινή και εσώτερη ουσία των πραγμάτων της φύσης, ή θα αρκεστούμε στη γνωριμία μερικών από τους τρόπους της ύπαρξης και της εκδήλωσής τους. Την προσπάθεια να διεισδύσουμε στην ουσία θεωρώ επιχείρηση όχι λιγότερο αδύνατη και κόπο όχι λιγότερο μάταιο τόσο ως προς τις κοντινότερες στοιχειώδεις ουσίες, όσο και ως προς τις μακρινότερες και ουράνιες. Μου φαίνεται δε ότι αγνοώ εξίσου την ουσία της γης και της σελήνης, των στοιχειωδών νεφών και των κηλίδων του ηλίου».
Με τα λόγια αυτά του Γαλιλαίου επιβεβαιώνεται η περιγραφική λύση της επιστήμης, που δε διαθέτει την ικανότητα της ερμηνείας του τελικού «γιατί» των γεγονότων. Βέβαια για ορισμένα φαινόμενα ήταν δυνατό από τα εμφανή αποτελέσματα να οδηγηθεί κανείς στις αφανείς άμεσες αιτίες. Αλλά η γνώση της «πρώτης αιτίας» έμενε οριστικά κλειστή για τις γνωστικές δυνατότητες του επιστήμονα. Κάτι ανάλογο διαισθανόταν και ο Φρακαστόρο όταν έγραφε ότι παραιτείτο από την αναζήτηση του «απώτερου και πρώτου αιτίου» για να περιοριστεί στην έρευνα του «εγγύτερου και δεύτερου αιτίου».
Ξαναγυρίζουμε στο Γαλιλαίο για να τον δούμε να υποστηρίζει στο ίδιο έργο του ότι η γνώση της ουσίας των φαινομένων είναι «η γνώση εκείνη που η απόκτησή της μας επιφυλάσσεται για την κατάσταση της μακαριότητας (δηλαδή για τη μέλλουσα ζωή) και όχι νωρίτερα». Όταν λοιπόν ο Μαλπίγγι παραιτείται από την έρευνα «του τρόπου της ενέργειας του αγγέλου που κινεί», φανερώνεται ότι είναι πιστός μαθητής του Γαλιλαίου.
Παρόλα αυτά, το «γιατί» των φυσικών φαινομένων δεν παύει να είναι επιτακτικό αίτημα της ανθρώπινης ψυχής. Η επιθυμία της γνωριμίας μαζί του βρίσκεται ουσιαστικά στη βάση κάθε πίστης, κάθε θρησκείας και τόσων στιγμών της επιστήμης. Η αναγνώριση των ορίων της πειραματικής μεθόδου δεν ανταποκρινόταν στο αίτημα αυτό, με αποτέλεσμα ο ανικανοποίητος πόθος της ανθρώπινης ψυχής να ξεπετιέται σε κάθε ευκαιρία πιο επιτακτικός. Από εδώ μπορεί να εξηγηθεί τόσο το κύμα του μυστικισμού που είχε κατακλύσει την Ευρώπη στο τέλος του 16ου, ολόκληρο το 17ο και στις αρχές του 18ου αιώνα, όσο και η εμφάνιση μερικών από τα σπουδαιότερα «συστήματα», ιδίως από το β' μισό του 17ου αιώνα.

Η ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ
Στη διαμόρφωση των «συστημάτων» αυτών δε συνέβαλε λίγο η επιστήμη του 17ου αιώνα με τις μεθόδους της.
Είδαμε κιόλας πολλούς από τους μεγαλύτερους επιστήμονες του αιώνα αυτού να προσπαθούν να αναγάγουν όλα τα φαινόμενα της ζωής σε μια μοναδική στοιχειώδη κατασκευή, που οι λειτουργίες της, καθώς εκδηλώνονταν διαφορετικά, ανάλογα με το όργανο, έδιναν μια ενιαία εξήγηση όλων των όψεων της ζωής. Η στοιχειώδη αυτή κατασκευή ήταν για τον Μαλπίγγι ο «αδένας», για τον Μπαλίβι οι «κινητές ίνες», για τον Ρούις τα «τριχοειδή αγγεία» κλπ. Επρόκειτο για τον κοινό και βαθύ πόθο όλων των ανθρώπων αυτών να οργανώσουν σ’ ένα τέλειο, απλό και σαφές σύστημα όλα τα φαινόμενα της ζωής, από την αρχή δε του 18ου αιώνα και ολόκληρο το συγκεντρωμένο φυσιογνωστικό υλικό.
Η αποφασιστική επίδραση του 17ου αιώνα εξηγεί τη διαμόρφωση των «συστημάτων» και κυρίως του πρώτου από αυτά που οφείλουμε στο Φρίντριχ Χόφμαν (1660-1742). Αυτός πλαισιώνοντας τα φυσικά φαινόμενα με μια «βιταλιστική» προοπτική, θέλησε να ξεπεράσει τα περιγραφικά όρια της πειραματικής επιστήμης, όσο και το αίτημα της συστηματικής και καθολικής ερμηνείας της φύσης.

Η ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΤΟΥ ΧΟΦΜΑΝ
Γεννημένος στη Halle της Γερμανίας από πατέρα γιατρό, ο Χόφμαν αφοσιώθηκε στην αρχή στη μελέτη των μαθηματικών και της χημείας. Αργότερα άρχισε να σπουδάζει στην Jena ιατρική κι ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Erfurt.
Για λίγο διάστημα άσκησε το ιατρικό επάγγελμα. Μετά ταξίδεψε στις Κάτω Χώρες, την Αγγλία και διάφορες περιοχές της Γερμανίας και το 1693 ονομάστηκε καθηγητής της ιατρικής στο πανεπιστήμιο της πατρίδας του. Την έδρα αυτή, εκτός από ένα τριετές διάστημα που ήταν αυλικός ιατρός του Φρειδερίκου Α' στο Βερολίνο, την κράτησε ως το θάνατό του (1742).
Ο Χόφμαν ήταν οπαδός του Μπούρχαβε, διέθετε δε τέτοιες διδακτικές ικανότητες και ερευνητική ιδιοφυΐα, ώστε να κατακτήσει την εκτίμηση ολόκληρης της Γερμανίας, πράγμα που συντέλεσε στην ευρύτερη διάδοση της θεωρίας του στην Ευρώπη.
Πιστεύοντας στη μηχανική ερμηνεία των ζωικών φαινομένων και στη δυνατότητα αναγωγής κάθε λειτουργίας της ζωής σε μια μαθηματική διατύπωση, αντιμετώπισε το πρόβλημα της «τελικής αιτίας», ξεπερνώντας τα όρια της πειραματικής επιστήμης και καταφεύγοντας σε υποθέσεις. Αν και δεν του διέφευγε η αδυναμία της ανθρώπινης γνώσης να συλλάβει την «αρχική αιτία», δεν κατόρθωσε να εγκαταλείψει την επιθυμία για την ανακάλυψή της, επιθυμία στην οποία έδωσε διέξοδο με τις υποθέσεις του.
Επηρεασμένος έντονα από τη θεωρία των «μονάδων» του Λάιμπνιτς, αντιλαμβανόταν την ύλη να εμψυχώνεται από μια «ζωτική δύναμη», που την έβλεπε να εκδηλώνεται με μηχανικές κινήσεις, ικανές να εκφραστούν από την ανθρώπινη διάνοια με μαθηματικούς όρους. Συνεπώς, η ζωή είναι κίνηση, ενέργεια της ζωτικής δύναμης και ο θάνατος διακοπή της ζωτικής δύναμης.
Η μηχανή του οργανισμού που κινείται από τη δύναμη αυτή, αποτελείται από ίνες ικανές να διαστέλλονται και να συστέλλονται με διάφορους τρόπους, με ρυθμιστή των κινήσεών τους το «νευρικό ρευστό», τον «νευρικό αιθέρα» κατά τον Χόφμαν, που από τον εγκέφαλο διοχετευόταν σε ολόκληρο το σώμα. Η υπερβολική ποσότητα αίματος σε μερικούς οργανισμούς επηρεάζει, μέσω του στομάχου και των εντέρων, την κυκλοφορία του «νευρικού αιθέρα» και γίνεται κύρια αιτία των ασθενειών. Η ιατρική εξέταση οφείλει να αρχίζει προσεκτικά ακριβώς από το στομάχι και το έντερο του αρρώστου.
Προσεκτικός και λεπτολόγος μελετητής της ενέργειας των φαρμάκων, κατασκεύαζε και ο ίδιος φάρμακα, από την πώληση των οποίων αποκόμιζε μεγάλα κέρδη. Τα συμπεράσματα των παρατηρήσεών του, μαζί με την ολοκληρωμένη διατύπωση της θεωρίας του, βρίσκει κανείς στο έργο του «Ορθολογική συστηματική ιατρική» (9 τόμοι, Halle, 1718-1740).
Τα βιβλία του γεμίζουν μόνα τους ολόκληρη βιβλιοθήκη: «Γενική ιδέα της μηχανικής ιατρικής» (Halle, 1693), «Περί των ειδικών φαρμάκων» (Halle, 1693), «Συμβουλευτική ιατρική» (12 τόμοι, Halle, 1721-1739), «Θεμέλια της ιατρικής» (Halle, 1703) είναι μερικά δείγματα της συγγραφικής του παραγωγής, στα οποία διατυπώνονται με σαφήνεια οι ιδέες του.
Παρά τις μηχανιστικές του αντιλήψεις, ο Χόφμαν πίστευε βαθιά στην ύπαρξη της ψυχής. Από την αντινομία αυτή των πεποιθήσεών του είναι σφραγισμένο το σύστημά του, το οποίο αποτελεί για οπαδούς και αντιπάλους κύρια πηγή ιατρικών και φυσιολογικών γνώσεων για το 18ο αιώνα, που οι απηχήσεις τους φτάνουν και μέχρι τον επόμενο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου