Τα πρώτα τηλεγραφήματα των πρακτορείων έφτασαν από το Houston του Texas, στις 21 Απριλίου 1966. Επρόκειτο για ένα εγχείρημα που ασφαλώς θα το αναφέρει η Ιστορία της Ιατρικής: στο Presbyterian Hospital, τοποθέτησαν τεχνική καρδιά από πλαστικό υλικό στο κυκλοφορικό σύστημα ενός ασθενούς 65 ετών, του Marcel Derouder, και ο καθηγητής Μιχαήλ Ντιμπέικι (Michael DeBakey), ένας από τους μεγαλύτερους καρδιοχειρουργούς της Αμερικής, είχε σοβαρούς λόγους να πιστεύει ότι η επέμβαση είχε πετύχει, στις ουσιαστικές της γραμμές. Η πίεση του αίματος του αρρώστου κρατιόταν σε παραδεκτά επίπεδα, πράγμα που σήμαινε ότι ήταν δυνατή η αντικατάσταση ή η ενίσχυση της καρδιάς με ένα είδος μικρής ηλεκτροκίνητης αντλίας για απεριόριστο χρονικό διάστημα.
Η «καρδιά» του Ντιμπέικι ήταν βελτιωμένη έκδοση του μηχανισμού που είχε κρατήσει το 1963 στη ζωή για 4 μέρες έναν άρρωστο που ψυχορραγούσε.
«Η αντλία που εγκαταστήσαμε έχει για έργο την ανακούφιση της εργασίας της αριστερής κοιλίας, που συνήθως εκτελεί το μεγαλύτερο μέρος της καρδιακής προσπάθειας. Πρόκειται για αντλία, βάρους μισού κιλού περίπου, που προορισμό της έχει την εκτέλεση, για απεριόριστο χρονικό διάστημα, θεωρητικά ακόμα και για μήνες, όλων των λειτουργιών της καρδιάς. Η σημερινή εγχείρηση ανοίγει το δρόμο προς δύο μεγάλες εξελίξεις της ιατρικής του μέλλοντος. Η πρώτη είναι η βαθμιαία σμίκρυνση των μηχανισμών που είναι απαραίτητοι για τη λειτουργία της τεχνητής καρδιάς. Η δεύτερη, σε απώτερο ασφαλώς χρονικό διάστημα, είναι η κατασκευή μιας αυτόνομης τεχνητής καρδιάς, ικανής να αντικαθιστά τις λειτουργίες της φυσικής. Την ημέρα που θα επιτευχθεί αυτό το αποτέλεσμα, οι καρδιακές παθήσεις θα πάψουν στην πραγματικότητα να είναι μοιραίες».
Η προσοχή όλου του κόσμου είχε στραφεί προς αυτή την πλαστική καρδιά που χτυπούσε στο στήθος του Μαρσέλ Ντιρούντερ από τις 11 και 18' της 21ης Απριλίου 1966. Στη λειτουργία της είχαν συμβάλλει γιατροί, βιολόγοι, φυσικοί, χημικοί, μηχανικοί. Στην Αμερική, τις έρευνες γύρω από την τεχνητή καρδιά χρηματοδοτούσαν η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση και πολλά Ιδρύματα, μεταξύ των οποίων το Εθνικό Καρδιολογικό Ινστιτούτο κι η Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία που είχαν ξοδέψει για το σκοπό αυτό μέσα σ’ ένα χρόνο, κάπου 15.000.000 δολάρια. «Δεν υπάρχει αναγκαστικά συσχετισμός μεταξύ χρήματος και ιδεών», υποστήριζε ο Ντιμπέικι, «είναι ωστόσο λογικό να υποθέτει κανείς ότι όπου διατίθενται περισσότερα χρήματα για την εκπαίδευση, τον εξοπλισμό και την επιχορήγηση μεγαλύτερου αριθμού τεχνικών αυξάνουν οι πιθανότητες μιας αποφασιστικής ανακάλυψης. Έως ότου λύσουμε το πρόβλημα της στεφανιαίας νόσου, το πιο σπουδαίο ζήτημα θα είναι η υποκατάσταση με οποιονδήποτε τρόπο της καρδιακής λειτουργίας. Δεν υπάρχει απολύτως κανένας λόγος να μην πρέπει να προχωρήσουμε στην πλήρη υποκατάσταση μιας άρρωστης καρδιάς. Στην ουσία η καρδιά είναι απλώς μια αντλία, μια πολύ ωραία αντλία, που δε δημιουργεί απολύτως τίποτα».
Η αεραντλία του Ντιμπέικι αναπληρώνει την αριστερή κοιλία, συμπιέζει, δηλαδή, ρυθμικά το αίμα που έχει οξυγονωθεί στους πνεύμονες και προέρχονται από τον αριστερό κόλπο για να το εξακοντίσει στην αορτή. Η μισή αυτή καρδιά, κατασκευασμένη από ειδική ρητίνη σιλικόνης ενισχυμένη με Dacron, τοποθετείται ανάμεσα στις πλευρές του πάσχοντος. Ένας πλαστικός σωλήνας που συγκοινωνεί με τον αριστερό κόλπο της φυσικής καρδιάς, δέχεται το αίμα που προέρχεται από την πνευμονική κυκλοφορία, ενώ ένας δεύτερος αγωγός εξόδου έχει συνδεθεί στην εξωτερική επιφάνεια της θωρακικής αορτής. Με τον τρόπο αυτό σχηματίζεται μια παρακαμπτήρια, που αποκλείει την καρδιακή κοιλία την οποία θέλουμε να θέσουμε εκτός λειτουργίας.
Στο θάλαμο 24 του καρδιοχειρουργικού τμήματος ο Μ. Ντιρούντερ, ο άνθρωπος ο οποίος χωρίς εκείνη την επέμβαση δεν είχε καμιά ελπίδα ζωής, δεν είχε ακόμα ανανήψει. Τα ανακοινωθέντα του Νοσοκομείου δε μιλούσαν για βελτίωση: «Ο ασθενής εξακολουθεί να μην έχει ανανήψει. Υπάρχουν φόβοι μήπως υπέστη βλάβες ο εγκέφαλος. Η πίεση του αίματος κι ο σφυγμός παραμένουν φυσιολογικά. Το υποκατάστατο της αριστερής κοιλίας εξακολουθεί να λειτουργεί κανονικά». Ύστερα όμως από 40 ώρες, η περίεργη αυτή καρδιά έπαυσε να χτυπά. Κάποιος κατηγόρησε τον Ντιμπέικι για ασπλαχνία και υπέρμετρο ζήλο για περιπέτειες. Οι σοβαροί «New York Times» έγραφαν: «Βρισκόμαστε μακριά από το κλίμα της περίσκεψης που επιβάλλει η επιστήμη, ειδικά όταν παίζονται ανθρώπινες ζωές». Ο Ντιμπέικι όμως εξακολουθούσε να πιστεύει στην ιδέα του.
«Εφόσον λειτούργησε για 48 ώρες», λέει σ’ ένα δημοσιογράφο, «θα μπορέσουμε κάποτε, αργά ή γρήγορα, να την κάνουμε να λειτουργήσει για 40 χρόνια. Δεν αμφισβητώ το δικαίωμα να έχει ο καθένας τη γνώμη του, αλλά δε βλέπω πώς είναι δυνατόν να αποδοκιμάζει κανείς μια νέα μέθοδο μόνο και μόνο επειδή είναι νέα. Η πρόοδος είναι ένα άθροισμα προσπαθειών, όλα όσα γίνονται σήμερα στο πεδίο της ιατρικής χρειάστηκε να τα πειραματιστούν μια πρώτη φορά. Ας θυμηθούμε τον πρώτο δαμαλισμό του Jenner ή τις μεγάλες επεμβάσεις των καινοτόμων. Επιχείρησα ένα πείραμα σε ανθρώπινο πλάσμα, αλλά η απόφαση ελήφθη με κοινή συναίνεση. Ο Μαρσέλ Ντιρούντερ πέθανε για λόγους που δεν εξαρτώντο από το μηχάνημα. Κάποια μέρα η μεταμόσχευση καρδιάς θα γίνει επέμβαση αρκετά απλή, αλλά πρέπει να λυθούν τα προβλήματα της πήξης του αίματος, τα προβλήματα της καταστροφής των κυττάρων που οφείλεται στη λειτουργία της αντλίας και του ασυμβίβαστου μεταξύ ιστών και ξένων υλών. Η καρδιά μας, που μέχρι τώρα χρησιμοποιήσαμε μόνο σε απελπιστικές περιπτώσεις και σε άτομα που δεν θα είχαν οποιαδήποτε δυνατότητα επιβίωσης, θα χρησιμεύσει για να βοηθήσει τις άρρωστες καρδιές να αντέξουν στο βάρος του καθημερινού τους φορτίου, ώσπου να αναλάβουν τις δυνάμεις τους και να είναι πάλι σε θέση να προχωρήσουν μόνες τους».
Ο Μίκαελ Έλλις Ντιμπέικι, ασφαλώς ένας από τους πιο επιφανείς ειδικούς της χειρουργικής των αγγείων, ο άνθρωπος που εγκαινίασε ένα τολμηρότατο κεφάλαιο στη σχετικά πρόσφατη ιστορία των καρδιοχειρουργικών επεμβάσεων, γεννήθηκε στις 7 Σεπτεμβρίου 1908 στο Lake Charles της Λουϊζιάνας. Στη χειρουργική τον μύησε ένας μεγάλος διδάσκαλος, ο Ουίλιαμ Όφνερ (William Ofner), του Πανεπιστημίου Tulane της Νέας Ορλεάνης. Σε ηλικία σαράντα ετών διευθύνει το Χειρουργικό Τμήμα του Πανεπιστημιακού Ιατρικού Κολλεγίου Baylor στο Χιούστον. Τέσσερα χρόνια πριν, είχε σχεδιάσει ένα περιστροφικό μηχάνημα για τη μετάγγιση, την αντλία DeBakey, που εφαρμόζεται στις περισσότερες συσκευές εξωσωματικής κυκλοφορίας.
Το 1948 εγκαινιάζει τη χειρουργική θεραπεία των ανευρυσμάτων της θωρακικής αορτής με την τεχνική της εμφράξεως και το 1952 εκτελεί με επιτυχία την πρώτη εγχείρηση εκτομής και υποκατάστασης με μόσχευμα, ενός ατρακτοειδούς ανευρύσματος της κατιούσας αορτής. Σε σύντομα χρονικό διάστημα έγινε ο μεγαλύτερος ειδικός της χειρουργικής θεραπείας των ανευρυσμάτων της αορτής, ιδίως των τμημάτων της εκείνων που ο Ντιμπόστ, ο πρώτος που πραγματοποίησε την εκτομή και την υποκατάσταση με αυτομόσχευμα ενός ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής, χαμηλότερα από την έκφυση των νεφρικών αρτηριών, σε ανακοίνωσή του στο Διεθνές Ιατρικό Συνέδριο του 1952, είχε χαρακτηρίσει «χειρουργικά απροσπέλαστα».
Περισσότεροι από 10.000 ασθενείς, από τους πιο ταπεινούς ανθρώπους έως τον δούκα του Ουίνσδωρ,[1] έχουν καταγραφεί στο αρχείο του.
Ο Μίκαελ Έλλις Ντιμπέικι πέθανε το 2008 σε ηλικία 99 ετών.
Βλαντιμίρ Ντεμίκοβ (Vladimir Demikhov)
Μεταφερόμαστε μακριά από το Χιούστον του Τέξας, στο Ινστιτούτο Sklifosovsky της Μόσχας, που το διεύθυνε ο Βλαντιμίρ Ντεμίκοβ (Vladimir Demikhov) (1915-1998). Στο εργαστήριο μεταμόσχευσης οργάνων εκτελούνταν πειράματα μεγάλου ενδιαφέροντος. Επρόκειτο για μεταμοσχεύσεις σε ζώα, αλλά το όνειρο του Ντεμίκοβ ήταν να μεταμοσχεύσει μια μέρα την καρδιά ενός ανθρώπου στο θώρακα ενός άλλου. Το 1962, η φωτογραφία του Griska, του σκύλου με τις δυο καρδιές κάνει το γύρο του κόσμου. Ήταν ένα ωραίο τσοπανόσκυλο που έτρεχε και πηδούσε όπως όλα τα άλλα. Το γεγονός ότι είχε δυο καρδιές του έφερνε ως μόνη ενόχληση τα αδιάκοπα ηλεκτροκαρδιογραφήματα, εκτός από τις ακροάσεις και στις δυο πλευρές του θώρακά του από τους πιο δύσπιστους από τους επισκέπτες του Ινστιτούτου, για να βεβαιωθούν ότι μέσα του χτυπούν δυο καρδιές.
Ο Griska ήταν το αριστούργημα του Ντεμίκοβ, που, φοιτητής ακόμα, ονειρευόταν πειράματα μεταμόσχευσης καρδιάς, έναν τύπο επέμβασης που η ιατρική βιβλιογραφία του καιρού εκείνου δεν είχε λάβει καθόλου υπόψη της. Έπρεπε να προχωρήσει δοκιμαστικά, και όλοι οι σκύλοι που χρησιμοποίησε στα πρώτα του πειράματα πέθαιναν στο χειρουργικό τραπέζι. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο Ντεμίκοβ, πολλά χρόνια αργότερα, διάλεξε ως «μότο» ενός κεφαλαίου του βιβλίου του, που ασχολείται με το πρόβλημα της μεταμόσχευσης οργάνων, τα εξής λόγια του Παβλόφ: «Να ποικίλλεις τα πειράματα επ’ άπειρον, όσο το επιτρέπει το πνεύμα του ανθρώπου, αυτός είναι ο θεμελιώδης κανόνας της εργασίας του φυσιολόγου».
Σιγά-σιγά, μέρα με τη μέρα, τα ζώα που χειρουργούσε ο Ντεμίκοβ κατορθώνουν να ξεφύγουν το θάνατο, πρώτα για μερικές ώρες, ύστερα για μερικές μέρες, τέλος για κάμποσες εβδομάδες. Μια μέρα, στο εργαστήριο του Ινστιτούτου, εμφανίζεται ένα ζώο ασυνήθιστο: ένας σκύλος με δυο κεφάλια. Μεταμοσχεύτηκε στο λαιμό ενός τσοπανόσκυλου το κεφάλι ενός κουταβιού κυνηγετικού σκύλου. Οι θρεπτικές ουσίες και το οξυγόνο έφταναν στο μεταμοσχευμένο κεφάλι μέσω των αιμοφόρων αγγείων του σκύλου που το φιλοξενούσε. Ήταν τόσο αστείο να βλέπει κανείς αυτό το σκυλί να πίνει γάλα από δυο διαφορετικά κύπελλα ή να τρώει με όρεξη διπλή μερίδα λουκάνικα. Ένα από αυτά τα σκυλιά με τα δυο κεφάλια μπόρεσε να επιζήσει 29 ημέρες.
«Κι όμως», γράφει ο Ντεμίκοβ, «ακόμα και οι μεταμοσχεύσεις διαφόρων ιστών φαινόταν πράγμα αδύνατο εδώ και λίγο καιρό. Το αίμα π.χ. είναι ένας υγρός ιστός και πολλοί ασθενείς πέθαναν μετά από τη μετάγγιση, γιατί κανένας, πριν από τον Λαντστάινερ, δεν είχε ανακαλύψει ότι το ανθρώπινο αίμα μπορεί να ανήκει σε 4 διαφορετικές ομάδες, μεταξύ των οποίων υπάρχουν μερικές μορφές ασυμβατότητας». Ο Ντεμίκοβ υποστήριζε ότι μπορεί να εξαλειφθεί η βιολογική ασυμβατότητα στις μεταμοσχεύσεις οργάνων σε ζώα του ίδιου είδους. Έπρεπε να ανακαλυφθούν όμως νέες και πιο ασφαλείς χειρουργικές τεχνικές. Ο σκύλος Griska άνοιξε ορίζοντες που, πριν λίγο καιρό ακόμα, φαίνονταν πολύ μακρινοί.
Ο μεγάλος στόχος του Ντεμίκοβ ήταν ο άνθρωπος. «Αλλά για την επιχείρηση αυτή - ασφαλώς την πιο συναρπαστική στην Ιστορία της Χειρουργικής - πρέπει να προετοιμαστούμε με επιμέλεια».
Ο Ντεμίκοβ άρχισε στη συνέχεια να πραγματοποιεί αναζωογονήσεις καρδιάς και πνευμόνων, παρμένων από θύματα ατυχημάτων. Είχε τη γνώμη ότι τέτοια ανθρώπινα όργανα μπορούν να αντικαταστήσουν τα άβολα και ατελή μηχανήματα που χρησιμοποιούνταν τότε από τις διάφορες χειρουργικές σχολές. Σκέφτηκε να τοποθετήσει την καρδιά και τους πνεύμονες σε μια διαφανή πλαστική θήκη και να τα ενώσει με τα μεγάλα αιμοφόρα αγγεία του κάτω άκρου. «Το ζωντανό αυτό μηχάνημα θα μπορούσε να λειτουργεί μέρες και μήνες, απαλλάσσοντας την καρδιά του ασθενούς από μεγάλο μέρος του έργου της.
»Αν καρδιές και πνεύμονες αναζωογονημένα λειτουργήσουν κανονικά, θα μπορούν να μεταμοσχεύονται στο θώρακα, αλλά», προσθέτει ο Ντεμίκοβ, «αυτό είναι θέμα που αφορά το αύριο, δηλαδή μια άλλη μέρα τη Ιατρικής». Η «άλλη» αυτή μέρα επρόκειτο όμως να έρθει πολύ πιο σύντομα από ό,τι περίμενε κανείς. Στους τελευταίους μήνες του 1968, ο Κρίστιαν Μπάρναρντ (Christiaan Barnard) (1922-2001) μεταμόσχευσε στην Πόλη του Ακρωτηρίου, στη Ν. Αφρική, την πρώτη ανθρώπινη καρδιά στο στήθος ενός άλλου ανθρώπου, που ήταν καταδικασμένος να πεθάνει. Σήμερα, αρκετές δεκάδες ανθρώπων ζουν σε όλο τον κόσμο με την καρδιά ενός νεκρού συνανθρώπου τους.
[1] Στον οποίον μέσα σε 77 λεπτά της ώρας, αντικατέστησε, το 1964, ένα τμήμα αρτηρίας με σωλήνα από Dacron.
Η «καρδιά» του Ντιμπέικι ήταν βελτιωμένη έκδοση του μηχανισμού που είχε κρατήσει το 1963 στη ζωή για 4 μέρες έναν άρρωστο που ψυχορραγούσε.
«Η αντλία που εγκαταστήσαμε έχει για έργο την ανακούφιση της εργασίας της αριστερής κοιλίας, που συνήθως εκτελεί το μεγαλύτερο μέρος της καρδιακής προσπάθειας. Πρόκειται για αντλία, βάρους μισού κιλού περίπου, που προορισμό της έχει την εκτέλεση, για απεριόριστο χρονικό διάστημα, θεωρητικά ακόμα και για μήνες, όλων των λειτουργιών της καρδιάς. Η σημερινή εγχείρηση ανοίγει το δρόμο προς δύο μεγάλες εξελίξεις της ιατρικής του μέλλοντος. Η πρώτη είναι η βαθμιαία σμίκρυνση των μηχανισμών που είναι απαραίτητοι για τη λειτουργία της τεχνητής καρδιάς. Η δεύτερη, σε απώτερο ασφαλώς χρονικό διάστημα, είναι η κατασκευή μιας αυτόνομης τεχνητής καρδιάς, ικανής να αντικαθιστά τις λειτουργίες της φυσικής. Την ημέρα που θα επιτευχθεί αυτό το αποτέλεσμα, οι καρδιακές παθήσεις θα πάψουν στην πραγματικότητα να είναι μοιραίες».
Η προσοχή όλου του κόσμου είχε στραφεί προς αυτή την πλαστική καρδιά που χτυπούσε στο στήθος του Μαρσέλ Ντιρούντερ από τις 11 και 18' της 21ης Απριλίου 1966. Στη λειτουργία της είχαν συμβάλλει γιατροί, βιολόγοι, φυσικοί, χημικοί, μηχανικοί. Στην Αμερική, τις έρευνες γύρω από την τεχνητή καρδιά χρηματοδοτούσαν η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση και πολλά Ιδρύματα, μεταξύ των οποίων το Εθνικό Καρδιολογικό Ινστιτούτο κι η Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία που είχαν ξοδέψει για το σκοπό αυτό μέσα σ’ ένα χρόνο, κάπου 15.000.000 δολάρια. «Δεν υπάρχει αναγκαστικά συσχετισμός μεταξύ χρήματος και ιδεών», υποστήριζε ο Ντιμπέικι, «είναι ωστόσο λογικό να υποθέτει κανείς ότι όπου διατίθενται περισσότερα χρήματα για την εκπαίδευση, τον εξοπλισμό και την επιχορήγηση μεγαλύτερου αριθμού τεχνικών αυξάνουν οι πιθανότητες μιας αποφασιστικής ανακάλυψης. Έως ότου λύσουμε το πρόβλημα της στεφανιαίας νόσου, το πιο σπουδαίο ζήτημα θα είναι η υποκατάσταση με οποιονδήποτε τρόπο της καρδιακής λειτουργίας. Δεν υπάρχει απολύτως κανένας λόγος να μην πρέπει να προχωρήσουμε στην πλήρη υποκατάσταση μιας άρρωστης καρδιάς. Στην ουσία η καρδιά είναι απλώς μια αντλία, μια πολύ ωραία αντλία, που δε δημιουργεί απολύτως τίποτα».
Η αεραντλία του Ντιμπέικι αναπληρώνει την αριστερή κοιλία, συμπιέζει, δηλαδή, ρυθμικά το αίμα που έχει οξυγονωθεί στους πνεύμονες και προέρχονται από τον αριστερό κόλπο για να το εξακοντίσει στην αορτή. Η μισή αυτή καρδιά, κατασκευασμένη από ειδική ρητίνη σιλικόνης ενισχυμένη με Dacron, τοποθετείται ανάμεσα στις πλευρές του πάσχοντος. Ένας πλαστικός σωλήνας που συγκοινωνεί με τον αριστερό κόλπο της φυσικής καρδιάς, δέχεται το αίμα που προέρχεται από την πνευμονική κυκλοφορία, ενώ ένας δεύτερος αγωγός εξόδου έχει συνδεθεί στην εξωτερική επιφάνεια της θωρακικής αορτής. Με τον τρόπο αυτό σχηματίζεται μια παρακαμπτήρια, που αποκλείει την καρδιακή κοιλία την οποία θέλουμε να θέσουμε εκτός λειτουργίας.
Στο θάλαμο 24 του καρδιοχειρουργικού τμήματος ο Μ. Ντιρούντερ, ο άνθρωπος ο οποίος χωρίς εκείνη την επέμβαση δεν είχε καμιά ελπίδα ζωής, δεν είχε ακόμα ανανήψει. Τα ανακοινωθέντα του Νοσοκομείου δε μιλούσαν για βελτίωση: «Ο ασθενής εξακολουθεί να μην έχει ανανήψει. Υπάρχουν φόβοι μήπως υπέστη βλάβες ο εγκέφαλος. Η πίεση του αίματος κι ο σφυγμός παραμένουν φυσιολογικά. Το υποκατάστατο της αριστερής κοιλίας εξακολουθεί να λειτουργεί κανονικά». Ύστερα όμως από 40 ώρες, η περίεργη αυτή καρδιά έπαυσε να χτυπά. Κάποιος κατηγόρησε τον Ντιμπέικι για ασπλαχνία και υπέρμετρο ζήλο για περιπέτειες. Οι σοβαροί «New York Times» έγραφαν: «Βρισκόμαστε μακριά από το κλίμα της περίσκεψης που επιβάλλει η επιστήμη, ειδικά όταν παίζονται ανθρώπινες ζωές». Ο Ντιμπέικι όμως εξακολουθούσε να πιστεύει στην ιδέα του.
«Εφόσον λειτούργησε για 48 ώρες», λέει σ’ ένα δημοσιογράφο, «θα μπορέσουμε κάποτε, αργά ή γρήγορα, να την κάνουμε να λειτουργήσει για 40 χρόνια. Δεν αμφισβητώ το δικαίωμα να έχει ο καθένας τη γνώμη του, αλλά δε βλέπω πώς είναι δυνατόν να αποδοκιμάζει κανείς μια νέα μέθοδο μόνο και μόνο επειδή είναι νέα. Η πρόοδος είναι ένα άθροισμα προσπαθειών, όλα όσα γίνονται σήμερα στο πεδίο της ιατρικής χρειάστηκε να τα πειραματιστούν μια πρώτη φορά. Ας θυμηθούμε τον πρώτο δαμαλισμό του Jenner ή τις μεγάλες επεμβάσεις των καινοτόμων. Επιχείρησα ένα πείραμα σε ανθρώπινο πλάσμα, αλλά η απόφαση ελήφθη με κοινή συναίνεση. Ο Μαρσέλ Ντιρούντερ πέθανε για λόγους που δεν εξαρτώντο από το μηχάνημα. Κάποια μέρα η μεταμόσχευση καρδιάς θα γίνει επέμβαση αρκετά απλή, αλλά πρέπει να λυθούν τα προβλήματα της πήξης του αίματος, τα προβλήματα της καταστροφής των κυττάρων που οφείλεται στη λειτουργία της αντλίας και του ασυμβίβαστου μεταξύ ιστών και ξένων υλών. Η καρδιά μας, που μέχρι τώρα χρησιμοποιήσαμε μόνο σε απελπιστικές περιπτώσεις και σε άτομα που δεν θα είχαν οποιαδήποτε δυνατότητα επιβίωσης, θα χρησιμεύσει για να βοηθήσει τις άρρωστες καρδιές να αντέξουν στο βάρος του καθημερινού τους φορτίου, ώσπου να αναλάβουν τις δυνάμεις τους και να είναι πάλι σε θέση να προχωρήσουν μόνες τους».
Ο Μίκαελ Έλλις Ντιμπέικι, ασφαλώς ένας από τους πιο επιφανείς ειδικούς της χειρουργικής των αγγείων, ο άνθρωπος που εγκαινίασε ένα τολμηρότατο κεφάλαιο στη σχετικά πρόσφατη ιστορία των καρδιοχειρουργικών επεμβάσεων, γεννήθηκε στις 7 Σεπτεμβρίου 1908 στο Lake Charles της Λουϊζιάνας. Στη χειρουργική τον μύησε ένας μεγάλος διδάσκαλος, ο Ουίλιαμ Όφνερ (William Ofner), του Πανεπιστημίου Tulane της Νέας Ορλεάνης. Σε ηλικία σαράντα ετών διευθύνει το Χειρουργικό Τμήμα του Πανεπιστημιακού Ιατρικού Κολλεγίου Baylor στο Χιούστον. Τέσσερα χρόνια πριν, είχε σχεδιάσει ένα περιστροφικό μηχάνημα για τη μετάγγιση, την αντλία DeBakey, που εφαρμόζεται στις περισσότερες συσκευές εξωσωματικής κυκλοφορίας.
Το 1948 εγκαινιάζει τη χειρουργική θεραπεία των ανευρυσμάτων της θωρακικής αορτής με την τεχνική της εμφράξεως και το 1952 εκτελεί με επιτυχία την πρώτη εγχείρηση εκτομής και υποκατάστασης με μόσχευμα, ενός ατρακτοειδούς ανευρύσματος της κατιούσας αορτής. Σε σύντομα χρονικό διάστημα έγινε ο μεγαλύτερος ειδικός της χειρουργικής θεραπείας των ανευρυσμάτων της αορτής, ιδίως των τμημάτων της εκείνων που ο Ντιμπόστ, ο πρώτος που πραγματοποίησε την εκτομή και την υποκατάσταση με αυτομόσχευμα ενός ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής, χαμηλότερα από την έκφυση των νεφρικών αρτηριών, σε ανακοίνωσή του στο Διεθνές Ιατρικό Συνέδριο του 1952, είχε χαρακτηρίσει «χειρουργικά απροσπέλαστα».
Περισσότεροι από 10.000 ασθενείς, από τους πιο ταπεινούς ανθρώπους έως τον δούκα του Ουίνσδωρ,[1] έχουν καταγραφεί στο αρχείο του.
Ο Μίκαελ Έλλις Ντιμπέικι πέθανε το 2008 σε ηλικία 99 ετών.
Βλαντιμίρ Ντεμίκοβ (Vladimir Demikhov)
Μεταφερόμαστε μακριά από το Χιούστον του Τέξας, στο Ινστιτούτο Sklifosovsky της Μόσχας, που το διεύθυνε ο Βλαντιμίρ Ντεμίκοβ (Vladimir Demikhov) (1915-1998). Στο εργαστήριο μεταμόσχευσης οργάνων εκτελούνταν πειράματα μεγάλου ενδιαφέροντος. Επρόκειτο για μεταμοσχεύσεις σε ζώα, αλλά το όνειρο του Ντεμίκοβ ήταν να μεταμοσχεύσει μια μέρα την καρδιά ενός ανθρώπου στο θώρακα ενός άλλου. Το 1962, η φωτογραφία του Griska, του σκύλου με τις δυο καρδιές κάνει το γύρο του κόσμου. Ήταν ένα ωραίο τσοπανόσκυλο που έτρεχε και πηδούσε όπως όλα τα άλλα. Το γεγονός ότι είχε δυο καρδιές του έφερνε ως μόνη ενόχληση τα αδιάκοπα ηλεκτροκαρδιογραφήματα, εκτός από τις ακροάσεις και στις δυο πλευρές του θώρακά του από τους πιο δύσπιστους από τους επισκέπτες του Ινστιτούτου, για να βεβαιωθούν ότι μέσα του χτυπούν δυο καρδιές.
Ο Griska ήταν το αριστούργημα του Ντεμίκοβ, που, φοιτητής ακόμα, ονειρευόταν πειράματα μεταμόσχευσης καρδιάς, έναν τύπο επέμβασης που η ιατρική βιβλιογραφία του καιρού εκείνου δεν είχε λάβει καθόλου υπόψη της. Έπρεπε να προχωρήσει δοκιμαστικά, και όλοι οι σκύλοι που χρησιμοποίησε στα πρώτα του πειράματα πέθαιναν στο χειρουργικό τραπέζι. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο Ντεμίκοβ, πολλά χρόνια αργότερα, διάλεξε ως «μότο» ενός κεφαλαίου του βιβλίου του, που ασχολείται με το πρόβλημα της μεταμόσχευσης οργάνων, τα εξής λόγια του Παβλόφ: «Να ποικίλλεις τα πειράματα επ’ άπειρον, όσο το επιτρέπει το πνεύμα του ανθρώπου, αυτός είναι ο θεμελιώδης κανόνας της εργασίας του φυσιολόγου».
Σιγά-σιγά, μέρα με τη μέρα, τα ζώα που χειρουργούσε ο Ντεμίκοβ κατορθώνουν να ξεφύγουν το θάνατο, πρώτα για μερικές ώρες, ύστερα για μερικές μέρες, τέλος για κάμποσες εβδομάδες. Μια μέρα, στο εργαστήριο του Ινστιτούτου, εμφανίζεται ένα ζώο ασυνήθιστο: ένας σκύλος με δυο κεφάλια. Μεταμοσχεύτηκε στο λαιμό ενός τσοπανόσκυλου το κεφάλι ενός κουταβιού κυνηγετικού σκύλου. Οι θρεπτικές ουσίες και το οξυγόνο έφταναν στο μεταμοσχευμένο κεφάλι μέσω των αιμοφόρων αγγείων του σκύλου που το φιλοξενούσε. Ήταν τόσο αστείο να βλέπει κανείς αυτό το σκυλί να πίνει γάλα από δυο διαφορετικά κύπελλα ή να τρώει με όρεξη διπλή μερίδα λουκάνικα. Ένα από αυτά τα σκυλιά με τα δυο κεφάλια μπόρεσε να επιζήσει 29 ημέρες.
«Κι όμως», γράφει ο Ντεμίκοβ, «ακόμα και οι μεταμοσχεύσεις διαφόρων ιστών φαινόταν πράγμα αδύνατο εδώ και λίγο καιρό. Το αίμα π.χ. είναι ένας υγρός ιστός και πολλοί ασθενείς πέθαναν μετά από τη μετάγγιση, γιατί κανένας, πριν από τον Λαντστάινερ, δεν είχε ανακαλύψει ότι το ανθρώπινο αίμα μπορεί να ανήκει σε 4 διαφορετικές ομάδες, μεταξύ των οποίων υπάρχουν μερικές μορφές ασυμβατότητας». Ο Ντεμίκοβ υποστήριζε ότι μπορεί να εξαλειφθεί η βιολογική ασυμβατότητα στις μεταμοσχεύσεις οργάνων σε ζώα του ίδιου είδους. Έπρεπε να ανακαλυφθούν όμως νέες και πιο ασφαλείς χειρουργικές τεχνικές. Ο σκύλος Griska άνοιξε ορίζοντες που, πριν λίγο καιρό ακόμα, φαίνονταν πολύ μακρινοί.
Ο μεγάλος στόχος του Ντεμίκοβ ήταν ο άνθρωπος. «Αλλά για την επιχείρηση αυτή - ασφαλώς την πιο συναρπαστική στην Ιστορία της Χειρουργικής - πρέπει να προετοιμαστούμε με επιμέλεια».
Ο Ντεμίκοβ άρχισε στη συνέχεια να πραγματοποιεί αναζωογονήσεις καρδιάς και πνευμόνων, παρμένων από θύματα ατυχημάτων. Είχε τη γνώμη ότι τέτοια ανθρώπινα όργανα μπορούν να αντικαταστήσουν τα άβολα και ατελή μηχανήματα που χρησιμοποιούνταν τότε από τις διάφορες χειρουργικές σχολές. Σκέφτηκε να τοποθετήσει την καρδιά και τους πνεύμονες σε μια διαφανή πλαστική θήκη και να τα ενώσει με τα μεγάλα αιμοφόρα αγγεία του κάτω άκρου. «Το ζωντανό αυτό μηχάνημα θα μπορούσε να λειτουργεί μέρες και μήνες, απαλλάσσοντας την καρδιά του ασθενούς από μεγάλο μέρος του έργου της.
»Αν καρδιές και πνεύμονες αναζωογονημένα λειτουργήσουν κανονικά, θα μπορούν να μεταμοσχεύονται στο θώρακα, αλλά», προσθέτει ο Ντεμίκοβ, «αυτό είναι θέμα που αφορά το αύριο, δηλαδή μια άλλη μέρα τη Ιατρικής». Η «άλλη» αυτή μέρα επρόκειτο όμως να έρθει πολύ πιο σύντομα από ό,τι περίμενε κανείς. Στους τελευταίους μήνες του 1968, ο Κρίστιαν Μπάρναρντ (Christiaan Barnard) (1922-2001) μεταμόσχευσε στην Πόλη του Ακρωτηρίου, στη Ν. Αφρική, την πρώτη ανθρώπινη καρδιά στο στήθος ενός άλλου ανθρώπου, που ήταν καταδικασμένος να πεθάνει. Σήμερα, αρκετές δεκάδες ανθρώπων ζουν σε όλο τον κόσμο με την καρδιά ενός νεκρού συνανθρώπου τους.
[1] Στον οποίον μέσα σε 77 λεπτά της ώρας, αντικατέστησε, το 1964, ένα τμήμα αρτηρίας με σωλήνα από Dacron.
Οι καρδιοχειρουργοί Christiaan Barnard και Michael DeΒakey