28/10/10

Βυζαντινή Ιατρική (14ος αιώνας) [126]

ΑΛΕΞΙΟΣ ΑΠΟΚΑΥΚΟΣ
Ο Αλέξιος Απόκαυκος ή Απόκαυχος από την Κωνσταντινούπολη έζησε τον 13ο και 14ο αιώνα. Διετέλεσε παρακοιμώμενος και Μεγάλος Δούκας του Ανδρόνικου Γ'. Ήταν μαθητής του Ιωσήφ του ΦιλοσόφουΡακενδύτη) και συμμαθητής και φίλος του Ιωάννη του Ακτουαρίου. Ο τελευταίος του αφιερώνει ονομαστικά το βιβλίο του «Περί διαγνώσεως παθών», όπου διαβάζουμε: «τω Παρακοιμωμένω τω Αποκαύχω τω και ύστερον χρηματίσαντι Μεγάλω Δουκί». Ο Απόκαυκος ως πρεσβευτής του Βυζαντίου πραγματοποίησε διπλωματική αποστολή στη Σκυθία και παρέδωσε στους αρμόδιους το βιβλίο του Ακτουαρίου «Περί διαγνώσεως παθών». Η αποστολή έγινε στα πλαίσια εκδήλωσης ενδιαφέροντος του αυτοκράτορα και ως κίνηση καλής θέλησης προς τις αρχές και τον λαό των Σκύθων. Ο Απόκαυκος έπαιξε σοβαρό ρόλο στα πολιτικά πράγματα, καθώς υποστήριξε την Άννα της Σαβοΐας, χήρα του Ανδρόνικου Γ', στον εμφύλιο πόλεμο με τον Ιωάννη Κατακουζηνό και την παράταξη των αρχόντων. Τελικά η Άννα έχασε τον έλεγχο κι ο Απόκαυκος οδηγήθηκε σε φυλακή της Κωνσταντινούπολης, όπου θανατώθηκε από άλλους έγκλειστους, προφανώς εγκάθετους. Γι’ αυτό, όπως σημειώνει ο Πουρναρόπουλος, «η όλη ιστορία του Αποκαύκου είναι μάλλον πολιτική και στρατιωτική» παρά ιατρική. Σε χειρόγραφο κώδικα της Εθνικής Βιβλιοθήκης των Παρισίων υπάρχει εικόνα του Αποκαύκου, η οποία έχει επανειλημμένα αναπαραχθεί. Δείχνει τον γιατρό και διπλωμάτη καθισμένο σε ευρύ πολυτελές κάθισμα με στήριγμα για τη ράχη, επίσημα ντυμένο, ενώ σε αναλόγιο στα αριστερά του είναι τοποθετημένο βιβλίο, στο οποίο διακρίνεται η ιπποκρατική ρήση «ο βίος βραχύς».

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΕΛΙΤΗΝΙΩΤΗ
Με το επώνυμο Μελιτηνιώτης φέρονται λόγιοι, κληρικοί και επιστήμονες του 13ου και 14ου αιώνα. Ο αρχιδιάκονος και μέγας σακελάριος Θεόδωρος Μελιτηνιώτης ήταν σπουδαίος αστρονόμος, αναγνωρισμένος από το σύνολο των Βυζαντινών, που τον αποκαλούσαν «διδάσκαλο των διδασκάλων της αστρονομίας». Το βιβλίο του «Αστρονομική βίβλος» είναι το πιο σημαντικό αστρονομικό έργο του Βυζαντίου, καθώς στηρίζεται όχι μόνο στα έργα παλαιότερων (Θέων, Πτολεμαίος κ.α.) και στις δικές του παρατηρήσεις, αλλά και σε πλούσιο υλικό των Περσών αστρονόμων, το οποίο ο Θεόδωρος Μελιτηνιώτης το γνώριζε. Ο Ιωάννης και Κάλλιστος Μελιτηνιώτης έγραψαν θεολογικά έργα. Ο Κωνσταντίνος Μελιτηνιώτης (13ος - 14ος αιώνας) ήταν θεολόγος αρχιδιάκονος και μέγας χαρτοφύλακας και αγωνίστηκε δογματικά και πολιτικά για την ένωση των Εκκλησιών που υποστήριξε ο Μιχαήλ Παλαιολόγος, για να περιπέσει τελικά σε δυσμένεια του διαδόχου του και ανθενωτικού Ανδρόνικου Γ' Παλαιολόγου. Δεν γνωρίζω αν ο Κωνσταντίνος Μελιτηνιώτης είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Κωνσταντίνο Μελιτηνιώτη της ίδιας χρονικής περιόδου που είναι ο μεταφραστής ανατολικών και κυρίως περσικών ιατροφαρμακευτικών κωδίκων, οι οποίοι έχουν διασωθεί. Ο Α. Π. Κούζης δημοσίευσε το 1939 κείμενα του Μελιτηνιώτη από τον ελληνικό κώδικα Phillips 1562 της Βιβλιοθήκης του Βερολίνου. «Αύται αι αντίδοτοι εμεταγλωττίσθησαν εκ των Περσών εις την Ελλάδα παρά του Κωνσταντίνου ιατρού του Μελιτηνιώτου εις Κωνσταντινούπολιν».
Θα παραθέσουμε μικρό δείγμα από το χειρόγραφο του Μελιτηνιώτη: α. «Αντίδοτος - Διαφορητικόν πνευμάτων παντός του σώματος. Σύνθες λαβών: Σπάντιον τελόσπερμα, ελ ζουραμπάν, δούρουνιτζ, πύρεθρον, πέπε μακροπέπε, σαληχό, ασάρ, ζιγγίβερι κρόκον, κόστον αα < β [: αα, ανά ίσα μέρη / <, μικρότερο / β, 2]. Η δόσις <γ». β. «Αντίδοτος του Φίλωνος - Παύον πάσας οδύνας, έμετον παύει, ρευματισμόν κοιλίας ίστησι, αιμορραγίας γυναικών στέλλει [αναστέλλει]. Σύνθες:...». Ακολουθεί η πολύπλοκη και πολυβότανη σύνθεση. Από τα συστατικά που παραθέτει ο Μελιτηνιώτης ορισμένα έχουν αραβικά ή περσικά ονόματα, όπως συμβαίνει και με τα ονόματα ορισμένων παρασκευασμάτων. Από τα παρατιθέμενα συνολικά 53 αντίδοτα, τα 30 έχουν περσικά ή αραβικά ή μικτά διγλωσσικά ονόματα, ενώ τα υπόλοιπα έχουν αμιγώς ελληνικά ονόματα. Παραδείγματα αμιγώς περσικής ονομασίας: μαατζούν ράα, μαατζούν σησαλμά, μαατζούν μαασφάρη κλπ. Παραδείγματα διγλωσσικών (μικτών) ονομάτων: αντίδοτος η απάλ, μαατζούν σααρνία το μέγα, μαατζούν η αθανασία η μεγάλη. Τέλος, αμιγείς ελληνικές ονομασίες είναι: αντίδοτος δια κυμίνου, αντίδοτος δια δαφνίδων, αντίδοτος δια φυσαλίδων κλπ. Μικτά είναι και τα ονόματα των χρησιμοποιούμενων φυτών ή άλλων ουσιών. Τα συστατικά αναφέρονται με ελληνικά και με περσικά ονόματα. Από τα τελευταία, δεν είναι σαφές αν ανευρίσκονται και σε περιοχές της Βυζαντινής επικράτειας ή αν είναι φυτά που ενδημούν αποκλειστικά στις συνθήκες της Περσίας, της Συρίας και των γειτονικών τους περιοχών.
Στο δημοσιευμένο από τον Α. Π. Κούζη χειρόγραφο του Μελιτηνιώτη με τα μεταφρασμένα από τα περσικά «αντίδοτα», παρακολουθούμε τις παθολογικές καταστάσεις που αναφέρονται. Επιλέγουμε ενδεικτικά: «εις εμούντας αίμα» (σχετικά με τις αιματεμέσεις). «Καρδίας τονωτικόν, μελαίνης χολής πολέμιον, ορέξεως διεγερτικόν». «Έτερον ποιούν (που έχει ένδειξη) προς δυσπνοϊκούς, μελαγχολικούς, επιληπτικούς, ημιπλήκτους και λεχωνίων (φυματιώδης αδενίτιδα) και προς τεταρταίους». Άλλο σκεύασμα που είναι κατάλληλο «προς τας μεγάλας οδύνας [τους ισχυρούς πόνους], διαφορητικόν πνευμάτων, στομάχου τονωτικόν και ορέξεως διεγερτικόν». Άλλα αντίδοτα βοηθούν τους «οφιοδήκτους» [τους δαγκωμένους από φίδι], τους «σκορπιοπλήκτους», δηλαδή αυτούς που τους έχει κεντήσει σκορπιός, ενώ υπάρχουν και φάρμακα για τις τόσο κοινές την εποχή εκείνη ελμινθιάσεις. Αναφέρεται επίσης και κάποιο μαντζούνι «διεγείρον προς αφροδίσια άκρως». Όπως σημειώνει ο Κούζης, από τα αναφερόμενα στο γραπτό του Μελιτηνιώτη ονόματα σκευασμάτων, 21 χαρακτηρίζονται ως αντίδοτα, 30 έχουν τον αραβικό προσδιορισμό μαατζούν, ένα ονομάζεται θέριακα (θηριακή) και ένα γλύκασμα. Από όλα αυτά, όμως, το πιο δυνατό «αντίδοτο», από εκείνα που μετέφρασε από τα περσικά ο Μελιτηνιώτης, είναι το τελευταίο. Είναι η «νγ' αντίδοτος», που είναι «ωφέλιμος εις επιληπτικούς, ημιπλήκτους, εις πωρισμούς νεύρων ισχιαδικούς, εις τρομικούς, εις πόνους αρμών, εις ποδαλγικούς και εις παλμούς και εις ρευματισμούς οδόντων, εις μελαγχολικούς» κλπ., με ένα σύνολο 22 ετεροκλήτων ενδείξεων.

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΧΙΟΝΙΑΔΗΣ
Μεταξύ των επιστημόνων που ασκούν την ιατρική στην Τραπεζούντα κατά τον 13ο και 14ο αιώνα αναφέραμε ήδη τον αστρονόμο και γιατρό Γρηγόριο Χιονιάδη, που έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Αλεξίου Β' (1297-1330) και τιμήθηκε από αυτόν με τον τίτλο του Ακτουαρίου, δηλαδή του αυτοκρατορικού γιατρού. Ο Χιονιάδης ταξίδεψε στην Περσία και, ως γνώστης της περσικής γλώσσας, όταν γύρισε στην πατρίδα του μετέφρασε διάφορα βιβλία, κυρίως μαθηματικά και αστρονομικά, από τα περσικά στα ελληνικά. Αναφέραμε επίσης τους Θεόδωρο και Κωνσταντίνο Μελιτηνιώτη, οι οποίοι γνώριζαν περσικά και εμπλούτισαν με τις μεταφράσεις τους την πνευματική παρακαταθήκη του Βυζαντίου. Από την Τραπεζούντα ήταν και ο Γεώργιος Χρυσοκόκκης, ο οποίος επίσης τιμήθηκε με τον επίζηλο τίτλο του Ακτουαρίου. Ήταν μαθητής του Χιονιάδη και συνόδεψε τον δάσκαλό του στα ταξίδι της Περσίας. Άσκησε το επάγγελμα στην πατρίδα του, και εκτός από γιατρός ήταν και αστρονόμος. Έγραψε πολλά βιβλία διαφόρων επιστημονικών κλάδων, και κυρίως μαθηματικών και αστρονομίας. Ασχολήθηκε όμως και με τη διδακτική της γλώσσας των Περσών, όπως προκύπτει από τον τίτλο έργου του, στο οποίο όμως δήλωνε και την ιατρική του ιδιότητα. Ακόμα έγραψε και ταξιδιωτικό βιβλίο, για τους τόπους και τις πόλεις που γνώρισε. Τον ίδιο αιώνα συναντάμε και τον λόγιο Γεώργιο Χωνιάτη, από τη μεγάλη οικογένεια από τις Χώνες της Φρυγίας. Ο Χωνιάτης μετέφρασε το έργο «Αντίδοτοι εκ Περσίας κομισθείσαι και εξελληνισθείσαι παρά Χωνιάτου του Γεωργίου». Είναι πολύ πιθανόν ότι οι μεταφράσεις αυτές είναι οι πρώτες που έγιναν στην ελληνική γλώσσα κατευθείαν από τα περσικά. Προηγούμενες μεταφράσεις του μαγίστρου Συμεώνος Σηθ ή Σήθη (11ος αιώνας) είχαν γίνει από την αραβική μετάφραση των περσικών πρωτοτύπων.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΚΤΟΥΑΡΙΟΣ
Η λέξη «ακτουάριος» σημαίνει, μεταξύ άλλων, και τον αυτοκρατορικό γιατρό. Ο γιατρός Ιωάννης γιος του Ζαχαρία ονομάστηκε Ακτουάριος, καθώς υπηρέτησε στην αυλή δύο Παλαιολόγων: του Ανδρόνικου Β' (1282-1328) και του Ανδρόνικου Γ' (1328-1341). Και με αυτή την προσωνυμία πέρασε στην ιστορία της ιατρικής του Βυζαντίου. Ο Ιωάννης ο Ακτουάριος έζησε τον 13ο - 14ο αιώνα και διετέλεσε μαθητής του μοναχού και φιλοσόφου Ιωσήφ του Ρακενδύτη. Ο Ιωσήφ, που είναι ο συγγραφέας του σύνθετου έργου «Εγκυκλοπαιδεία», αρνήθηκε πολλές φορές τον πατριαρχικό θρόνο για να παραμείνει μοναχός. Ο Ιωάννης έζησε κατά την περίοδο της «Παλαιολόγειας Αναγέννησης», που χαρακτηρίστηκε από νέα στροφή προς την κλασική αρχαιότητα και από ανοίγματα στην τέχνη και τις καλλιτεχνικές αναζητήσεις. Ο ίδιος γνώριζε σε βάθος τα έργα του Γαληνού και άλλων αρχαίων συγγραφέων, τις γνώσεις των οποίων εμπλούτισε με δεδομένα από την αραβική ιατρική, με τα πορίσματα των επιστημόνων της Δυτικής Ευρώπης και με τις δικές του παρατηρήσεις. Οι τελευταίες αναφέρονται στους τομείς της ανατομικής και της φυσιολογίας, της φαρμακολογίας και της ιατρικής τεχνολογίας. Ειδικά για τις φαρμακολογικές του γνώσεις αναφέρεται ότι ο Ιωάννης ο Ακτουάριος εισήγαγε στη θεραπευτική τις ουσίες κάσσια, σέννη, μάνα, τον οπό γλυκόρριζας και τα «ψυκτικά» φάρμακα.
Το συγγραφικό έργο του Ιωάννη του Ακτουαρίου είναι πλούσιο και ενδιαφέρον. Τα βιβλία του επηρέασαν σημαντικά την εξέλιξη της ιατρικής στους Σκύθες, καθώς ο Βυζαντινός αυτοκράτορας με πρεσβευτή τον Αλέξιο Απόκαυκο εφοδίασε υγειονομικούς και αρμόδιες αρχές με αυτά. Τα έργα του Ιωάννη «Περί ενεργειών και παθών του ψυχικού πνεύματος», «Σύνταγμα περί ούρων» και «Περί διαγνώσεως» θα δούμε στη συνέχεια πιο αναλυτικά. Εκτός όμως από τα πιο πάνω, ο Ιωάννης έχει γράψει και άλλα βιβλία. Το «Περί ζώων φθαρτικών» αναφέρεται σε ζωικά είδη που προκαλούν φθορά, δηλαδή παθολογικές καταστάσεις στον άνθρωπο, όπως για παράδειγμα τα διάφορα είδη φιδιών, οι σκορπιοί, ζώα που δαγκώνουν κλπ. Το σύγγραμμα «Εις Γαληνόν περί θεραπευτικής μεθόδου» στηρίζεται στις πολύ καλές γνώσεις του συγγραφέα στο σύνολο του εκτενούς έργου του Γαληνού, του οποίου αναλύει τις απόψεις, τον τρόπο λήψης θεραπευτικών αποφάσεων και τα φαρμακολογικά πολυσύνθετα παρασκευάσματα που υποδείκνυε ο μεγάλος γιατρός της αρχαιότητας. Το «Περί σταθμών και χαρακτήρων αυτών και των μέτρων» στηρίζει τις προσπάθειες της εποχής για την αυστηρότερη τυποποίηση των μονάδων μέτρησης, κυρίως των φαρμακευτικών, για τη βελτίωση της σύνθεσης και τη δημιουργία σταθερών σκευασμάτων. Μεταξύ άλλων έργων του Ιωάννη του Ακτουαρίου αναφέρονται τα «Περί δυσουρίας», «Περί βαρών», «Περί φλεβοτομίας» και τα σχόλια στα συγγράμματα Αριστοτέλους «Περί φύσεως» και «Περί ζώων».
Στο βιβλίο του Ideler «Physici et medici Graeci minores» (Ι 1841 και ΙΙ 1842), δημοσιεύονται ορισμένα από τα έργα του Ιωάννη του Ακτουαρίου. Το «Περί ενεργειών και παθών του ψυχικού πνεύματος και της κατ’ αυτό διαίτης λόγοι δύο» είναι ένα εκτενές, εν μέρει φιλοσοφικό και εν μέρει ιατρικό βιβλίο. Ο συγγραφέας επιχειρεί πρώτα, συγκρίνοντας τις ιδιότητες των «αλόγων» (μη λογικών) ζώων και του έλλογου ανθρώπου, να υποστηρίξει ότι υπάρχει «εν ημίν θεία τις ουσία». Ουσιώδη επιχειρήματά του είναι ότι ο άνθρωπος με τη χρήση και την αξιοποίηση της διανοίας του μπορεί να επιβληθεί στο σύνολο των ζώων. Κρίνει ως σημαντική διαφορά την ύπαρξη ονείρων στον άνθρωπο, τον τρόπο λειτουργίας των οργάνων του σώματος, τη λειτουργία των αισθητηρίων, τη διάπλαση του εγκεφάλου, τη φαντασία που υπερβαίνει τα αισθητά και διάφορα άλλα στοιχεία που τα αποδίδει στην ψυχική δύναμη. Σε ιδιαίτερα κεφάλαια εξετάζει τα «Περί διαγνώσεως και θεραπείας των παθών» (παθολογικών καταστάσεων) της όρασης και των άλλων αισθητηρίων. Ασχολείται επίσης με τη διάγνωση και τη θεραπεία «των παθών κατά το φανταστικόν και μνημονευτικόν και λογιστικόν». Στο επιγραφόμενο «Λόγος δεύτερος» μέρος του βιβλίου, το οποίο είναι επίσης εκτεταμένο, ο συγγραφέας σχολιάζει σχετικά με την αιτιολογία, τη διάγνωση και τη θεραπεία διαφόρων παθήσεων του πεπτικού συστήματος και την επίδραση σ’ αυτές των τροφίμων: των σιτηρών, των λαχανικών, των φρούτων, του κρέατος από θηλαστικά, πουλιά ή ψάρια, του κρασιού, του λαδιού, του νερού, του γάλακτος, της ποσότητας της τροφής, του αριθμού των γευμάτων.
Στο «Περί ενεργειών και παθών του ψυχικού πνεύματος...» κλπ. ο Ιωάννης, συνεχίζοντας την ανάπτυξη του ιατροφιλοσοφικού κειμένου του, σχολιάζει την επίδραση στις παθήσεις (αλλά και στην υγεία) του ύπνου, της άσκησης και των λουτρών. Στη συνέχεια εξετάζει τις απεκκριτικές λειτουργίες του οργανισμού και τις διαταραχές τους, αλλά και το πώς επιδρά το «ψυχικόν πνεύμα» σε όλα τα πιο πάνω. Θεωρεί την ακριβή διάγνωση ως απαραίτητη προϋπόθεση για την ασφαλή πρόγνωση: «Τω γαρ ακριβώς διαγιγνώσκοντι και το ασφαλώς εγγίνεται προγινώσκειν». Γι’ αυτό, όπως γράφει κλείνοντας το πρώτο βιβλίο, «Θεού διδόντος», θα μιλήσει σε ξεχωριστό κεφάλαιο για κάθε ένα διαγνωστικό στοιχείο: «τούτων έκαστον λελέξεται εν ιδίοις λόγοις». Στην ανάπτυξη των θεμάτων του ο Ακτουάριος συνεκτιμά και την παράμετρο του χρόνου. Επίσης, ασχολείται με τις παθήσεις του δέρματος, των αυτιών, της μύτης και του λάρυγγα. Το επόμενο έργο που θα σχολιάσουμε είναι «Τα περί ούρων του σοφώτατου Ακτουαρίου». Το βιβλίο χωρίζεται σε επτά λόγους (Λόγοι Α' έως Ζ') και είναι επίσης εκτεταμένο. Ο πρώτος λόγος έχει τον τίτλο «Περί διαφοράς ούρων» και αναφέρεται στη χρησιμότητα της εξέτασης των ούρων, στην έλλειψη μιας διεξοδικής ανάπτυξης του θέματος (ή, όπως θα λέγαμε σήμερα, σχετικής βιβλιογραφίας), στον τρόπο σχηματισμού των ούρων, στις διαφορές της σύστασής τους. Ειδικότερα αναφέρεται στις διαφορές του χρώματος, της πυκνότητας, του ιζήματος («υπόστασις»), ακόμα και των φυσαλίδων! Οι λόγοι Β' και Γ' έχουν ως γενικό αντικείμενο τα «περί διαγνώσεως ούρων», οι Δ' και Ε' έχουν τίτλο «Περί αιτίας ούρων» και οι ΣΤ' και Ζ' λόγοι αναφέρονται στα «περί προγνώσεως ούρων».
Ο Ideler δημοσιεύει επίσης έργο του Ιωάννη του Ακτουαρίου, το οποίο έχει τον τίτλο «Περί διαγνώσεως παθών» και διαιρείται σε δύο τμήματα. Αρχίζει με τη θεώρηση των γενικών γνώσεων του γιατρού, δηλαδή στοιχείων όπως η κράση, οι εσωτερικές δυνάμεις του οργανισμού, η υποδομή του γιατρού, ιδιαίτερα αναλύονται τα είδη του σφυγμού, ανάλογα με την ηλικία, το φύλο, την εποχή του έτους, τη λήψη τροφής και ποτών, την επίδραση των συγκινήσεων. Στη συνέχεια ο συγγραφέας αναφέρεται στη συμβολή ποικίλων χαρακτηριστικών των ούρων στη διαγνωστική. Ο Ακτουάριος δίνει έμφαση στο βιβλίο του αυτό στη διαγνωστική των παθήσεων του εγκεφάλου, του νωτιαίου μυελού και των ψυχικών παθήσεων, όπως η μελαγχολία και άλλες καταστάσεις, όπως η σπάνια πάθηση λυκανθρωπία, οι εφιάλτες και άλλα σπάνια σύνδρομα. Ακολουθεί η διάγνωση των παθήσεων του θώρακα και των πνευμόνων, των παθήσεων του στομάχου με έμφαση στους εμέτους και την αιματέμεση, των παθήσεων του εντέρου και του ορθού, των παρασιτώσεων. Ο Ακτουάριος αφιερώνει ειδικό κεφάλαιο στη διαγνωστική των παθήσεων του γεννητικού συστήματος. Ασχολείται ιδιαίτερα με τη γονόρροια, τον πριαπισμό, την πάρεση του γεννητικού μορίου. Ακόμα αναφέρεται στις παθήσεις των νεφρών και τους κωλικούς, καθώς και στις παθήσεις της μήτρας. Στο δεύτερο βιβλίο επανέρχεται στα ζητήματα των πυρετών, ενώ αναπτύσσει τα σχετικά με τα λοιμώδη και επιδημικά νοσήματα, τη χοιράδωση (φυματιώδης αδενίτιδα), τις παρασιτώσεις, τον καρκίνο και τον «σκίρρο».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου