20/10/10

Βυζαντινή ιατρική (6ος αιώνας) [120]

ΣΕΡΓΙΟΣ - ΣΤΕΦΑΝΟΣ Ο ΕΔΕΣΣΑΙΟΣ
Εκτός από τον διαπρεπή γιατρό και συγγραφέα Αέτιο που άσκησε το επάγγελμά του στην αυλή του Βυζαντίου κατά τον 6ο αιώνα, έχουμε και άλλους αξιόλογους γιατρούς που άσκησαν την ιατρική υπό δύσκολες συνθήκες και συχνά υπό διωγμό, για τις θρησκευτικές τους ή άλλες πεποιθήσεις τους. Μια τέτοια περίπτωση αντιπροσωπεύει ο Σύρος Μονοφυσίτης γιατρός Σέργιος, που είχε σπουδάσει στους φημισμένους γιατρούς της Αλεξάνδρειας. Ο ίδιος δίδαξε την «τέχνη» στην Περσία, ενώ μετέφρασε όχι μόνο έργα του Ιπποκράτη και του Γαληνού, αλλά και του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη στη συριακή γλώσσα. Από τις μεταφράσεις αυτές του Σεργίου έγιναν δύο ή τρεις αιώνες αργότερα και οι αραβικές μεταφράσεις έργων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Σημαντική επίσης είναι η μορφή του Νεστοριανού γιατρού Στεφάνου του Εδεσσαίου (την Έδεσσα της Μεσοποταμίας). Ο γιατρός Στέφανος είχε αποκτήσει μεγάλο κύρος στην περσική επικράτεια, καθώς είχε θεραπεύσει τον Καβάδη, γιο του Πεζόρου και πατέρα του σατράπη Χοσρόη. Όπως γράφει ο ιστορικός Προκόπιος (6ος αιώνας): «Καβάδην τον Πεζοπόρου νοσούντα ποτέ ιασάμενος, κύριος χρημάτων μεγάλων προς αυτού γέγονεν». Μάλιστα, κατά τον Προκόπιο, όταν οι Βυζαντινοί βρίσκονταν σε δύσκολες συνθήκες και ζητούσαν διαπραγμάτευση με τους Πέρσες, «τους πρέσβεις παρά Χοσρόη συν θορύβω πολλώ έπεμπον και Στέφανον συν αυτοίς».

ΘΕΟΔΩΡΟΣ
Κατά τον 6ο αιώνα, με την ανάπτυξη του μοναχισμού έχουμε και τη δημιουργία ξενώνων αρχικά για άρρωστους ή αναξιοπαθούντες μοναχούς και για προσκυνητές, στη συνέχεια όμως και για λαϊκούς από την περιοχή ή κάθε άνθρωπο που ζητούσε βοήθεια. Στο κοινόβιο που είχε ιδρύσει ο μοναχός Θεοδόσιος στην Παλαιστίνη, σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων από την Ιερουσαλήμ, δημιουργήθηκε αξιομνημόνευτος ξενώνας, η διεύθυνση του οποίου ανατέθηκε στο μοναχό και γιατρό Δωρόθεο. Στο προσωπικό του ξενώνα συγκαταλέγονταν και λαϊκοί, τόσο για την εκτέλεση διαφόρων βοηθητικών εργασιών, αλλά και ως γιατροί. Ο Δωρόθεος ανησυχούσε πάντα και αισθανόταν ανασφάλεια σχετικά με την ιατρική του επάρκεια και για την ανάγκη συνεχούς μελέτης. Γιατί πίστευε ότι αν δεν ήταν εξαιρετικό το επίπεδό του δεν θα ήταν αποτελεσματικός στις θεραπείες του και με τον τρόπο αυτό θα διέπραττε αμαρτία. Ο πνευματικός του, όμως, ο μοναχός Βαρσανούφιος, με θεολογικά, λογικά και μοναστικά κριτήρια τον στήριζε λέγοντάς του πόσο πιο ουσιαστικά ήταν τα έργα του ελέους από τα τυπικά καθήκοντα του μοναχού. Στα ερωτήματα του Δωρόθεου, αν ήταν προτιμότερη η θεραπευτική βοήθεια με τα εκκλησιαστικά μέσα και την προσευχή, παρά με τη συνεχή ενημέρωση και τη χορήγηση φαρμάκων, ο πνευματικός του είχε και πάλι σαφή και κοινωνικά προσανατολισμένη απάντηση. Του επέδειξε λοιπόν να χρησιμοποιεί τα μέσα που υπάρχουν και να συζητεί για τα προβλήματα αυτά με τους άλλους γιατρούς, καθώς ό,τι υπάρχει στη φύση για θεραπευτική χρήση είναι δοσμένη από τον Θεό, αλλά και η γνώμη που μπορεί να του δίνουν οι άλλοι γιατροί είναι εκ Θεού. Ο ξενώνας της Μονής του Θεοδοσίου στην Παλαιστίνη λειτούργησε επί μακρό διάστημα και εξυπηρέτησε πλήθος ασθενών.

ΤΡΙΒΟΥΝΟΣ - ΟΥΡΑΝΙΟΣ
Δύο ακόμα γιατροί του 6ου αιώνα είναι αξιομνημόνευτοι για τη φήμη και τη δύναμη που είχαν αποκτήσει κατά την εποχή τους. Ο ένας ήταν ο Παλαιστίνιος στην καταγωγή γιατρός και λόγιος Τριβούνος, ο οποίος είχε πραγματοποιήσει επιτυχή θεραπεία σε κάποια νόσο του Χοσρόη. Μάλιστα αναφέρεται ότι για να δεχθεί ο Πέρσης σατράπης εκεχειρία με τον Ιουστινιανό, ζήτησε να του δώσουν τον Τριβούνο για να γευματίσει μαζί του. Κατά τη διάρκεια του γεύματος ο Χοσρόης του πρότεινε να ζητήσει οποιοδήποτε δώρο, όσο μεγάλο και αν ήταν. Ο γιατρός, αντί για οικονομικό ή άλλο δώρο, ζήτησε την απελευθέρωση των σπουδαιότερων από τους αιχμαλώτους του πολέμου. Το αίτημα ικανοποιήθηκε κι αυτό έδωσε μεγάλο κύρος και δόξα στον Τριβούνο. Φημισμένος, αν και αμφιλεγόμενος, ήταν κατά την περίοδο αυτή ο γιατρός Ουράνιος. Σύμφωνα με το βυζαντινό λεξικό «Σουΐδα» ήταν Σύριος στην καταγωγή και ασκούσε το επάγγελμα του γιατρού «κατά την βασιλέως πόλιν». Είχε πρακτικές γνώσεις, αλλά φαίνεται δεν είχε την απαιτούμενη μόρφωση και φιλοσοφική υποδομή («...των δε Αριστοτέλους δογμάτων ουδέν μεν εις το ακριβές εγίνωσκεν, εκομψεύετο ως πλείσται ειδέναι...»). Συνήθιζε να διαπληκτίζεται στα πωλητήρια της περσικής «βασιλείου στοάς», για να επιδεικνύει πολυμάθεια και σοφία. Το γεγονός εντυπωσίαζε τον Πέρση βασιλιά, που είχε τον Ουράνιο περί πολλού. Έτσι συχνά τον καλούσε ως ομοτράπεζο για να συζητάει (και να διαπληκτίζεται) με τους Πέρσες σοφούς («Μάγους»). Μάλιστα αναφέρεται ότι σε διπλωματική αποστολή του Αρεοβίνδου είχε συμμετάσχει και ο Ουράνιος, για να προδιατεθούν ευνοϊκά προς την αντιπροσωπεία οι Πέρσες.

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Ο ΤΡΑΛΛΙΑΝΟΣ
Ο Αλέξανδρος ο Τραλλιανός έζησε τον 6ο αιώνα, από το 525 έως το 605, και είναι από τις κορυφαίες ιατρικές προσωπικότητες της εποχής. Την προσωνυμία του οφείλει στον τόπο γέννησής του, τις Τράλλεις της Λυδίας (Μ. Ασία). Ο Αλέξανδρος ήταν αδελφός του Ανθέμιου, του αρχιτέκτονα στον οποίον είχε ανατεθεί από τον Ιουστινιανό η ανέγερση της Αγίας Σοφίας. Μετά τις ιατρικές του σπουδές ο Αλέξανδρος άρχισε εκπαιδευτικά ταξίδια. Περιηγήθηκε την Ιταλία, τη Γαλατία, την Ισπανία, αλλά και τη Βόρεια Αφρική, μελετώντας την επιχώρια νοσολογία, την ιατρική γνώση και τη χλωρίδα για χρήση στη θεραπευτική πρακτική (βότανα). Εργάστηκε στη Ρώμη, όπου και απέκτησε μεγάλη φήμη. Μόνο τον Ιπποκράτη και τον Γαληνό θεωρούσαν οι Ρωμαίοι ως ανώτερους του Αλέξανδρου. Άφησε ενδιαφέρον συγγραφικό έργο, τα «Θεραπευτικά», σε 12 βιβλία. Διάφορα άλλα συγγράμματά του, όπως υποστηρίζουν γραμματολόγοι και ιστορικοί, είχαν αποδοθεί στον παλαιότερό του Αλέξανδρο τον Αφροδισιέα (2ος αιώνας μ.Χ). Τα «Θεραπευτικά» μεταφράστηκαν και κυκλοφόρησαν στη λατινική και την αραβική γλώσσα, ως θεμελιώδες διδακτικό σύγγραμμα για τους γιατρούς. Υπάρχει όμως σ’ αυτά και ένα στοιχείο οπισθοδρόμησης. Ο Αλέξανδρος παράλληλα και ισότιμα με τις επίσημες ιατρικές γνώσεις της εποχής παραθέτει στα συγγράμματά του «επωδές» (ξόρκια) και οδηγίες για την κατασκευή «περιάπτων» (φυλακτών) για διάφορες παθήσεις. Με τον τρόπο αυτόν νοθεύεται η φυσιοκρατική ιπποκρατική αντίληψη για τα νοσήματα και τη θεραπεία τους, πολλούς αιώνες μετά τον εξορθολογισμό της ιατρικής από τον πατέρα της ιατρικής.
Στην «Επίτομη ιστορία της ιατρικής» (1884) ο J. Bouillet επισημαίνει την ανάμιξη της ιατρικής με θρησκευτικές και μεταφυσικές αντιλήψεις, όπως έχουμε επισημάνει ήδη τόσο για τον Αέτιο, όσο και για τον Αλέξανδρο τον Τραλλιανό. «Η ιατρική», γράφει, «εισδύσει εις νέον τινά μυστικισμό, και βλέπομεν την σκιάν του Αγίου Πέτρου ανεγείρουσαν τους νεκρούς, μέχρις ου βραδύτερον οι μονάρχαι λαμβάνουσι μετά του αγίου χρίσματος την επίζηλον χάριν του ιάσθαι τας χοιράδας, δια της επιθέσεως των βασιλικών αυτών χειρών». Ειδικά για τον Αέτιο, ο Bouillet γράφει ότι ο υπέρμετρος μυστικισμός του τον οδηγούσε σε απάτες, όπως για παράδειγμα, οι μαγικές λέξεις που έλεγε για να φύγει ενσφηνωμένο κόκκαλο από τον λαιμό: «Έξελθε οστούν, ως ο Ιησούς τον Λάζαρον εκ του τάφου ανήγειρε, και ως ο Ιωνάς εξήλθε εκ της κοιλίας του κήτους». Και αλλού: «Ορκίζω σε, εν ονόματι Βλασίου του μάρτυρος και δούλου του Χριστού, κατάβηθι ή έξελθε». Όσο για τον Αλέξανδρο Τραλλιανό παρατηρεί ότι «δείχνει τελείως τυφλή ευπιστία στα περίαπτα και τις επωδές». Το πνεύμα της εποχής που εξετάζουμε προσφερόταν για τέτοιου τύπου σύγχυση ιδεών. Πολιτική και θρησκευτική εξουσία ασκούσαν καθεμιά τις δικές της παρεμβάσεις στη ζωή, τη σκέψη και την πράξη. Κάποτε η κατεύθυνση και των δύο συνέπιπτε. Τα φιλοσοφικά και τα επιστημονικά ζητήματα δέχονταν τις παρεμβάσεις και τις πιέσεις της θεολογικής σκέψης και, πολύ συχνά, οι επιστήμονες προσαρμόζονταν, αποδεχόμενοι τον έλεγχο και τα πορίσματα της θεολογίας.
Τον 6ο αιώνα στο πολυεθνικό Βυζάντιο ασκούν το επάγγελμα του γιατρού άτομα διαφόρων εθνοτήτων. Και ενώ κατά κανόνα δεν υπήρχαν προβλήματα από την εθνοτική διαφορά, συχνά ήταν τα προβλήματα που δημιουργούσαν οι εκκλησιαστικές ηγεσίες κυρίως σε διανοούμενους, σε φιλοσόφους, αλλά και σε γιατρούς που ακολουθούσαν κάποια θρησκευτική αίρεση ή ήταν αλλόθρησκοι. Περιορισμοί υπήρχαν στην άσκηση της ιατρικής και για τους Εβραίους, όταν επρόκειτο να ασχοληθούν με τη θεραπεία Χριστιανών. Τελικά όμως φαίνεται ότι το ισχυρότερο κριτήριο για την πρόσκληση ενός γιατρού ήταν η αναγνώριση των γνώσεων και των ικανοτήτων του. Η ιστορία αναφέρει μια χαρακτηριστική περίπτωση, κατά την οποία ο ασθενής, παρά την αντίθετη άποψη της Εκκλησίας, κάλεσε για τη θεραπεία του Εβραίο γιατρό. Μετά το θάνατο του Ιουστινιανού στο θρόνο του Βυζαντίου ανέβηκε ο ανεψιός του Ιουστίνος Β' (565-578), που ήταν παχύσαρκος και χρειάστηκε εντατική ιατρική φροντίδα, καθώς εμφάνισε φρενίτιδα με βαριές κλινικές εκδηλώσεις. Η σύζυγος του Ιουστίνου, Σοφία, δεν δίστασε, προκειμένου να γίνει καλά ο σύζυγός της, να καλέσει Εβραίο γιατρό, τον Τιμόθεο. Βεβαίως με τις γνώσεις και τα μέσα της εποχής η θεραπεία δεν ήταν δυνατή, παρά τις προθέσεις, τις ικανότητες και το κύρος του γιατρού. Λίγα χρόνια αργότερα ο Ιουστίνος αρρώστησε από σκοτεινής αιτιολογίας πάθηση του ουροποιητικού, για την οποία πιθανολογούνται διάφορες εκδοχές. Παρά τις δυσχέρειες και τα προφανή τεχνικά και άλλα προβλήματα που χαρακτηρίζουν την εποχή, ο Ιουστίνος επέμεινε να χειρουργηθεί. Η επέμβαση, όπως ήταν φυσικό, είχε αρνητικό αποτέλεσμα. Για άλλους γιατρούς της περιόδου σώζονται αποσπασματικές μόνο πληροφορίες και για άλλους μας είναι γνωστό μόνο το όνομα, όπως για παράδειγμα, του γιατρού Σαμψών που είναι πιθανόν ότι επίσης είχε εβραϊκή καταγωγή.

ΠΑΥΛΟΣ Ο ΝΙΚΑΙΟΣ
Της ίδιας περιόδου, δηλαδή του 6ου αιώνα, γιατρός είναι και ο Παύλος ο Νικαίος, ο οποίος κατά καιρούς συγχέεται με τον μεταγενέστερο Παύλο τον Αιγινήτη. Έργα του έχουν διασωθεί σε διάφορους κώδικες, όπως της Ρώμης και της Βιέννης, από τους οποίους και τον παρουσίασε το 1901 ο Σκεύος Ζερβός (1875-1968). Άλλα έργα του Παύλου παρουσίασε ο Αριστ. Π. Κούζης (1872-1961). Το έργο του στερείται πρωτοτυπίας και θεωρείται ότι αναμασά όσα είχαν γράψει προηγούμενοι συγγραφείς. Ο Ζερβός ανακοίνωσε κεφάλαια από το ανέκδοτο έργο του Παύλου, αναφερόμενα στην κεφαλαλγία, την ημικρανία και τη θεραπεία τους. Περίπου μια δεκαετία αργότερα ο Κούζης εκδίδει το «Βιβλίον ιατρικόν» του Παύλου Νικαίου, το οποίο αποτελείται από 133 υποκεφάλαια, καθένα από τα οποία ασχολείται με ένα νόσημα. Μεταξύ των διαφόρων νοσημάτων αναφέρεται και σε οντότητες της ψυχιατρικής νοσολογίας, όπως για παράδειγμα, «Περί μανίας», «Περί μισανθρωπίας», «Περί λυκανθρωπίας», «Περί ενθουσιασμού». «Περί εφιάλτου». Αναφέρεται επίσης σε νευρολογικά νοσήματα, όπως κεφαλαλγία, ημικρανία, επιληψία, διαταραχές του ύπνου, τρόμος, λιποθυμία κα. Πυρετοί, κοιλιακά νοσήματα, λοιμώδη, όπως διάρροιες και χολέρα, έρπης, ερυσίπελας, δοθιήνες αποτελούν άλλα κεφάλαια του έργου του. Βεβαίως και νοσήματα όλων των άλλων συστημάτων, αναπνευστικού, πεπτικού, γεννητικού (με περιγραφές και σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων, όπως τα κονδυλώματα και η γονόρροια), εριστικού κλπ. περιλαμβάνονται και εξετάζονται συνοπτικά στο «Βιβλίον ιατρικόν» του Παύλου Νικαίου. Παραθέτουμε μικρό δείγμα γραφής: «Τι εστί κατάρρους και τίνι διαφέρει κατάρρους κορύζης; Κατασταγμός μεν ων ο κατάρρους αποκρίσεις έχει πολλάς, δια μυζωτήρος φερομένας, λεπτάς και πολλάκις δε και χολώδεις, βάρος δε του μεσοφρύου και του μετώπου καιτων κροτάφων...». Όσο για τη θεραπεία, εισηγείται «θερμασία και σκέπη παντός του σώματος...».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου