22/8/08

Η Αραβική Ιατρική [15]

Στα προηγούμενα κεφάλαια είδαμε το σπουδαίο ρόλο που έπαιξαν οι Άραβες στη Δύση σχετικά με την ιατρική σκέψη και πρακτική, στη περίοδο του Μεσαίωνα. Αξίζει, λοιπόν, να γνωρίσουμε από πιο κοντά την επιστήμη τους. Βέβαια, οι Άραβες, στο πεδίο της ιατρικής, δεν έχουν να παρουσιάσουν πρωτότυπη εργασία, όπως στον τομέα των μαθηματικών και της αστρονομίας. Υπήρξαν όμως αυτοί που διατήρησαν ζωντανή τη μεγάλη κλασική παράδοση της αρχαιότητας και τη μεταβίβαση στους Ευρωπαίους της Δύσης, τον Μεσαίωνα.

Ο ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΚΑΙ Ο ΚΛΑΣΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Πάντα, όταν συζητάμε για το Μεσαίωνα, πρέπει να κάνουμε αυστηρή διάκριση μεταξύ Δύσης κι Ανατολής. Στη ρίζα της διάκρισης αυτής, με αδιαμφισβήτητη υπεροχή της Ανατολής, βρίσκεται ένα σημαντικό πολιτισμικό γεγονός: η διατήρηση στην Ανατολή, σ' αδιάκοπη συνέχεια, της γλώσσας των κλασικών κειμένων, της ελληνικής.
Αντίθετα στη Δύση, η γνώση τής ελληνικής συνεχώς υποχωρούσε κι έτσι αποκόπτονταν οι γέφυρες προς την κλασική παράδοση. Η λατινική γλώσσα, βέβαια, επέζησε επί μακρόν. Συνέχισε για αιώνες να μιλιέται και να γράφεται. Χρησιμοποιείτο όχι μόνο στα επιστημονικά συγγράμματα, αλλά και στις ανάγκες της καθημερινής ζωής, όπως στα συμβόλαια και την επιστολογραφία. Με το τρόπο αυτό διασώθηκαν, βέβαια, έργα της αρχαιότητας, αλλά με πιο απλό περιεχόμενο και γι’ αυτό με ευρεία κι εύκολη διάδοση: τα έργα του Πλίνιου, του Μακρόβιου και μέρος από τα έργα τού Κέλσου. Από τη μεγάλη συγγραφική παραγωγή της ελληνικής αρχαιότητας διατηρήθηκαν ορισμένα βασικά στοιχεία σε μετάφραση, αλλά κι αυτά περιληπτικά. Μπορούσε να τα βρει κανείς σ' έργα Ρωμαίων συγγραφέων ή σε χωριστές, όχι όμως πλήρεις, μεταφράσεις. Με βεβαιότητα μπορεί να πει κανείς ότι επρόκειτο για 3 έργα: το «Περί αέρων, υδάτων, τόπων» του Ιπποκράτη, ο «Φαίδων» (ίσως κι ο «Τίμαιος») του Πλάτωνα και η «Μικρή Τέχνη» του Γαληνού.
Στην Ανατολή, εξάλλου, η κλασική παράδοση δεν διακόπηκε ούτε στιγμή. Εξακολούθησε να ζει, να διδάσκεται, να εξελίσσεται, να συμπληρώνεται. Κι όλα αυτά, χάρις σ' έναν κυρίως λόγο: την αδιάκοπη συνέχεια της χρήσης της ελληνικής γλώσσας. Πάνω στη βάση αυτή, μεγάλες φυσιογνωμίες συναγωνίζονται να κρατήσουν στη ζωή τους καρπούς της στοχαστικής δημιουργίας της αρχαίας Ελλάδας, προσφέροντάς τους πάντοτε νέους και δροσερούς σ’ όλους εκείνους που διψούσαν για σοφία και μάθηση.

Ο ΜΕΓΑΣ ΦΩΤΙΟΣ
Ανάμεσα στις φυσιογνωμίες αυτές ξεχωρίζει μια μορφή: ο Μέγας Φώτιος, πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης επί δυο περιόδους (858-867 και 877-886). Άνθρωπος με αφάνταστη εργατικότητα μπόρεσε, παρά το πολυτάραχο της πατριαρχίας του, στα μεσοδιαστήματα της οποίας έμπαιναν οι οριστικές βάσεις του σχίσματος των μεγάλων χριστιανικών εκκλησιών (Ανατολικής και Δυτικής), να μας κληροδοτήσει τη μεταγραφή ενός τεράστιου αριθμού αρχαίων κειμένων. Περί τίνος ακριβώς πρόκειται; Τα αρχαία κείμενα, αποθησαυρισμένα σε παπύρους ή περγαμηνές, ήταν γραμμένα κατά εξαιρετικά δύσκολο τρόπο, με κεφαλαία δηλαδή γράμματα και σε συνεχή γραφή, έτσι που να μη ξεχωρίζει η μια λέξη απ’ την άλλη. Πριν την Αλεξανδρινή, μάλιστα, περίοδο, δεν υπήρχαν τόνοι, ούτε σημεία στίξης ή άλλα διακριτικά, που να διευκολύνουν την ανάγνωση του κειμένου. Έτσι κάθε βιβλίο διαβαζόταν πολύ δύσκολα, ακόμα κι από μορφωμένους ανθρώπους, ενώ στους μη ειδικούς ήταν τελείως απρόσιτο. Ο Φώτιος είναι αυτός που αντιλήφθηκε πόσο μεγάλη προσφορά θα ήταν αν τα κείμενα αυτά γίνονταν προσιτά σ’ ένα ευρύτερο αναγνωστικό κοινό. Και αυτό προϋπόθετε την απόδοση των κειμένων με συγχρονισμένο τρόπο γραφής. Και πράγματι αυτό έκανε.
Ανέλαβε την πρωτοβουλία μεταγραφής των αρχαίων κειμένων και γι’ αυτό οργάνωσε μια ολόκληρη σχολή που περιλάμβανε συνεργάτες, αντιγραφείς και άλλες ειδικότητες, την εργασία των οποίων διεύθυνε κι επέβλεπε. Από τέτοιο επιτελείο αποδίδονταν τα κείμενα των αρχαίων συγγραφέων, μεταγραμματισμένα με μικρά γράμματα (και μεγάλα όπου έπρεπε), με τις λέξεις χωριστές, με τόνους και σημεία στίξης, δηλαδή μ' όλα τα γραμματικά σύμβολα που είναι απαραίτητα για την εύκολη ανάγνωση και την κατανόηση τής ορθής τους έννοιας. Αρκεί να σκεφτεί κανείς πόσο μπορεί να αλλάξει η έννοια μιας λέξης με την απλή μετάθεση του τόνου της κι η σημασία μιας φράσης με τη μετατόπιση ενός κόμματος ή μιας τελείας, για να καταλάβει τη τεράστια φιλολογική προσφορά του Φωτίου.
Ένα τέτοιο έργο υπήρξε φυσικά τεράστιο. Έπρεπε να αρχίσει κανείς από τον Όμηρο για να φτάσει σε απροσδιόριστο τέρμα.
[1] Ό,τι διαβάζουμε σήμερα από αρχαίους συγγραφείς,[2] και ό,τι 4 αιώνες μετά τον Φώτιο, έφτασε στους Ουμανιστές τής Δύσης, προέρχεται από εκείνες τις μεταγραφές του Φωτίου.

ΟΙ ΑΡΑΒΕΣ ΚΑΙ Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Χάρις στη διατήρηση της ελληνικής γλώσσας, το Ανατολικό Ρωμαϊκό κι αργότερα Βυζαντινό Κράτος είχε στη διάθεση των λαών του τους θησαυρούς της αρχαίας ελληνικής σοφίας. Δεν επρόκειτο δε μόνο για Έλληνες. Οι Σύριοι κι οι Πέρσες της Αυτοκρατορίας διέθεταν επίσης στη γλώσσα τους, μεταφράσεις και σχόλια ενός μεγάλου μέρους της κλασικής παράδοσης.
Όταν οι Άραβες μετά το θάνατο του Μωάμεθ (632 μ.Χ.) επέκτειναν την κυριαρχία τους στις νότιες και ανατολικές περιοχές του Βυζαντινού κράτους, κατέκτησαν πληθυσμούς που είχαν αφομοιώσει τα στοιχεία του ελληνικού πολιτισμού και βρίσκονταν σε ανώτερο επίπεδο από τους κατακτητές. Έτσι οι Άραβες, που δεν στερούνταν ευφυίας, γνώρισαν και στη συνέχεια αφομοίωσαν μεγάλο μέρος της κλασικής παράδοσης. Αυτοί που ετοίμαζαν τις μεταφράσεις και τα σχόλια των αρχαίων Ελλήνων σοφών για τους Άραβες, ήταν αρχικά εξελληνισμένοι Εβραίοι και Κόπτες. Αργότερα έμαθαν κι οι Άραβες ελληνικά, οπότε άρχισαν να με-λετούν τους αρχαίους στο πρωτότυπο, να τους μεταφράζουν, να τους σχολιάζουν και να ετοιμάζουν περιλήψεις των έργων τους. Με τέτοιο πνευματικό φορτίο έφτασαν αργότερα σαν κατακτητές στη Σικελία, τη Σαρδηνία, την Ισπανία μεταφέροντας τη πνευματική κληρονομιά της αρχαιότητας στους λαούς της μεσαιωνικής Ευρώπης.
Ένα σπουδαίο μέρος των ιατρικών κατακτήσεων των Ελλήνων διαβιβάστηκε στους Άραβες μέσω των λαμπρών σχολών που άκμαζαν τον 5ο αιώνα μ.Χ. σε πόλεις όπως η Νίσιβις, στα σύνορα Μ. Ασίας και Συρίας και η Έδεσσα στη Μεσοποταμία. Επειδή οι σχολές αυτές καταλήφθηκαν αργότερα από τους αιρετικούς Νεστοριανούς, κλείστηκαν απ’ το Βυζαντινό Κράτος, κι οι δάσκαλοί τους κατέφυγαν ανατολικότερα, στη Μεσοποταμία και Περσία. Εκεί μεταλαμπάδευσαν το ελληνικό πνεύμα και ίδρυσαν σχολές όπου μελετούνταν ο Αριστοτέλης, ο Γαληνός κι ο Ιπποκράτης.
Κατά μίμηση των σχολών αυτών ίδρυσαν οι Άραβες τις δικές τους και όχι μόνο στο μητροπολιτικό τους έδαφος, αλλά και στις χώρες που κατακτούσαν. Στα βυζαντινά τους πρότυπα πρέπει να προσθέσουμε και το περίφημο Μουσείο της Αλεξάνδρειας, που συνέχιζε να λειτουργεί όταν οι Άραβες κατέλαβαν την Αίγυπτο. Με τέτοια πρότυπα οι αραβικές σχολές υπήρξαν πραγματικά πανεπιστημιακά κέντρα με βιβλιοθήκες, αναγνωστήρια, κατοικίες για τους δασκάλους και περίπτερα για φιλοξενία μαθητών. Εννοείται πως όλο αυτό το συγκρότημα είχε ένα κέντρο, οικοδομικό αλλά και πνευματικό: το τζαμί. Για τον μωαμεθανό όλη η αλήθεια περιέχεται στο Κοράνι: η μελέτη οποιουδήποτε θέματος δεν μπορεί να χωριστεί από τη θρησκευτική ζωή, που αποτελεί την υπέρτατη κατάκτηση της αλήθειας.

Η ΑΡΑΒΙΚΗ ΙΑΤΡΙΚΗ
Για να κατανοηθεί η αληθινή προσφορά των Αράβων στην πρόοδο της ιατρικής πρέπει να έχουμε υπόψη μας ορισμένα πράγματα. Κατ’ αρχήν υπάρχει ρητή απαγόρευση του Κορανίου που δεν επιτρέπει στους πιστούς να εκτελούν ανατομή σε πτώματα. Άρα η συμβολή των Αράβων στο τομέα αυτό μπορεί να κριθεί προκαταβολικά σαν αμελητέα. Μελέτησαν, λοιπόν, σχολίασαν και διέδωσαν τις απόψεις και τις γνώσεις του Γαληνού, χωρίς να μπορούν να προσθέσουν κάτι από την προσωπική τους πείρα. Κάτι άλλο πολύ σημαντικό: Σχολιάζοντας τους αρχαίους πρόσθεταν ερμηνείες που αποσκοπούσαν να προσαρμόσουν τα κείμενα στις απαιτήσεις της θρησκείας και της νοοτροπίας τους. Οι απόψεις τους αυτές μεταβιβάστηκαν στους Δυτικοευρωπαίους του Μεσαίωνα σαν να προέρχονταν από τους αρχαίους. Αλλά και μόνον η μετάφραση, που οπωσδήποτε επηρεάζεται απ’ το κόσμο των ιδεών και τη μόρφωση του μεταφραστή, είχε σαν αποτέλεσμα μια αλλοίωση των εννοιών του πρωτότυπου κειμένου, όχι σκόπιμη, αλλά υποσυνείδητη. Οι ερμηνευτικές τους παρεμβολές στο κείμενο ήταν αρκετές.
Απ’ τους αρχαίους Άραβες συγγραφείς που επηρέασαν τη μεσαιωνική ιατρική της Ευρώπης ήταν ο Μοσουέ ο Γέρων (Yuhauna ibn Masavai) (πέθανε το 875). Το σπουδαιότερο έργα του οι «Αφορισμοί», υπογεγραμμένο με το όνομα «Ιωάννης Δαμασκηνός», έκανε το γύρο της Ευρώπης με μεγάλη επιτυχία.
Κοντά στον Μοσουέ σημαντική θέση κατέχει και ο Χουναΐν ιμπν Ισχάκ, ιατρός του μεγάλου χαλίφη Αλ Μαμούν (9ος αιών), γνωστός με το ελληνοπρεπές όνομα Ιωαννίκιος. Έγραψε σχόλια στο Γαληνό, που αποτελούσαν επίσημο κείμενο για τα ιταλικά Πανεπιστήμια μέχρι και τον 15ο αιώνα!
[1] Ο Φώτιος συμπεριέλαβε στο έργο του και τον Γαληνό.[2] Εκτός απ’ ό,τι προέρχεται απ’ τους παπύρους που νεο-ανακαλύπτονται.

Δεν υπάρχουν σχόλια: