Κατά την περίοδο 10ου - 12ου αιώνα εμφανίζονται συγγραφείς που αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση αναγκών του προσωπικού των ξενώνων - νοσοκομείων του Βυζαντίου. Οι πιο γνωστοί και αξιομνημόνευτοι κώδικες με τέτοιες συγγραφές είναι οι ονομαζόμενοι «Παρισινός», «Βατικανός», και του «Ρωμανού». Οι δύο πρώτοι πήραν το όνομά τους από τις πόλεις του πιθανολογούμενου συντάκτη-αντιγραφέα του. Ο «Παρισινός» κώδικας είναι του 10ου αιώνα και επιγράφεται «Θεραπευτικαί και ιατρείαι συντεθείσαι υπό διαφόρων ιατρών κατά την εκτεθείσαν ακολουθίαν του ξενώνος». Το κοινό, δηλαδή, των θεραπειών που περιγράφονται είναι ότι εφαρμόζονταν από τους γιατρούς συγκεκριμένου νοσηλευτικού ιδρύματος. Ο δεύτερος («Βατικανός» κώδικας)δείχνει ανάλογη σύνθεση και επιγράφεται «Προσταγεί και τύπος των μεγάλων ξενώνων όσα εκ πείρας ιατρών παιδείας χάριν προσάγουσι και τοις άλλοις πως πάσχουσιν εν τοις ξενώσι». Με διάφορα κριτήρια υπολογίζεται ότι γράφτηκε πριν το 1204, οπότε και έχουμε την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους σταυροφόρους. Τέλος, ο τρίτος κώδικας, ο ονομαζόμενος «του Ρωμανού», ανάγεται στον 10ο και 11ο αιώνα και την τότε λειτουργία των ξενώνων. Πρόκειται για τον γιατρό Ρωμανό που εξετάσαμε σε άλλο σημείο, του οποίου το κύρος διατηρήθηκε για αρκετές δεκαετίες με αντιγραφές των χειρογράφων του και κατά την περίοδο των Παλαιολόγων. Διάφοροι άλλοι ξενώνες - νοσοκομεία του Βυζαντίου διέθεταν τους δικούς τους κώδικες, από τους οποίους ορισμένοι έχουν διασωθεί σε ειδικές βιβλιοθήκες - αρχεία, άλλοι όμως έχουν χαθεί ή καταστραφεί.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ
Ο Θεόδωρος Πρόδρομος ή Πτωχοπρόδρομος (1098-1166), διανοούμενος και συγγραφέας, ρήτορας και θεολόγος και προς το τέλος της ζωής του μοναχός, δεν ήταν γιατρός στο επάγγελμα. Οι ιατρικές του γνώσεις οφείλονταν στην εγκύκλιο παιδεία του και στη γενική φιλοσοφική και θεολογική του συγκράτηση. Υπάρχουν μάλιστα και αμφισβητήσεις σχετικά με την ταυτότητα του προσώπου, στο οποίο αποδίδονται τα «Πτωχοπροδρομικά» στιχουργήματα. Πρόκειται για επαιτικά, σατιρικά, αυτοσαρκαστικά στιχουργήματα, με πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία. Κατά τον Γ.Θ. Ζώρα («Βυζαντινή ποίησις» 1956), τα στιχουργήματα που αποδίδονται στον Πτωχοπρόδρομο, τον γνωστό λόγιο και φίλο των Κομνηνών, δεν είναι όλα δικά του: «Νεώτεραι μελέται [] απέδειξαν ότι δεν πρόκειται περί ενός μόνον, αλλά περί δύο ή και πλειόνων συγγραφέων, οίτινες έγραψαν τα έργα ταύτα κατ’ απομίμησιν του πρώτου, ακολουθήσαντες τας αυτάς ιδέας, την αυτήν τεχνικήν, τους αυτούς σκοπούς». Ο Θεόδωρος Πρόδρομος έγραψε στίχους και πεζά ιστορικού, εγκωμιαστικού, σατιρικού, αγγειολογικού χαρακτήρα. Διάσπαρτα μέσα στα ποιήματά του περιγράφει ή αποτυπώνει τη νοσηρότητα της εποχής του και τις σχετικές με τα νοσήματα και τις θεραπείες τους απόψεις και γνώσεις. Στο ποίημά του «Προς τον βασιλέα τον Μαυροϊωάννην» (Ιωάννης Κομνηνός, αυτοκράτορας 1118-1143), καθώς ο Πτωχοπρόδρομος παραπονείται για τη σύζυγό του, τη συγκρίνει προς διάφορες ασθένειες: «Πάθος ακούσας τοιγαρούν, μη κήλην υπολάβης / μηδ’ άλλο τι χειρότερον εκ των μυστικοτέρων / [] μη νόσημα καρδιακόν, μη περιφλεγμονίαν, / μη σκορδαψόν, μηδ’ ύδερον, μη παραπνευμονίαν / αλλά μαχίμου γυναικός πολλήν ευτραπελίαν...».
Ο Πτωχοπρόδρομος σε άλλο ποίημά του, πάλι προς τον Ιωάννη Κομνηνό, παραπονείται για την οικονομική του δυσχέρεια και τις δυσκολίες που του προκαλεί στην κάλυψη των οικογενειακών αναγκών. Μεταξύ των εξόδων του συγκαταλέγει και ιατρικές δαπάνες: «...το λάλησε τον σικυαστήν, ας φθάσει ο φλεβοτόμος...». Ο πρώτος είναι εκείνος που εφαρμόζει βεντούζες, ο δεύτερος εκείνος που εκτελεί αφαιμάξεις με φλεβοτομία. Άλλοι δύο στίχοι του ίδιου ποιήματος αναφέρουν τα έξοδα που απαιτούνται για φάρμακα και υλικά αναγκαία για την αντιμετώπιση ακόμα και ενός μικροτραυματισμού κάποιου παιδιού: «Ετραυμάτισεν το πόδι, γοργόν ας αγοράσουν / κηκίδιν, λυσσομάμουδον, όξος αγριοσταπίδας, / ελάδιν, χαμαιμέλαιον, τράκτον, κερίν κι ασβέστην / κι ας ποιήσουν τραυματάλειμμα, πριν λυκοκεφαλιάσει». Στους στίχους αυτούς έχουμε πληροφορίες για τον τρόπο αντιμετώπισης τέτοιων καθημερινών μικροκακώσεων, που ακόμα και αν η αντιμετώπισή τους γίνεται από συγγενικό ή φιλικό πρόσωπο χωρίς αμοιβή γιατρού, έχει σοβαρό κόστος. Τα αναφερόμενα υλικά είναι τα εξής: το «κηκίδι» (το κυπαρισσόμηλο), το «λυσσομάμουδο» (είδος εντόμου για φαρμακευτική χρήση), το «όξος αγριοσταπίδας» (είναι ξύδι από χυμό άγριας σταφίδας για αντισηψία του τραύματος, όπως γινόταν και με το κρασί). «Ελάδιν» είναι το ελαιόλαδο που έβαζαν για να γλυκάνει τον πόνο από την πληγή και το τσούξιμο από το αντισηπτικό, το ίδιο όπως και το «χαμαιμέλαιον», που είναι ελαιώδες παρασκεύασμα από χαμομήλι. Με ορισμένα από τα πιο πάνω υλικά (ελαιόλαδο, χαμομήλι) σε συνδυασμό με «τράκτον», δηλαδή λευκασμένο κερί και νερό από «σβήσιμο» ασβεστόπετρας, έφτιαχναν το «τραυματάλειμμα», αλοιφή για την επάλειψη του τραύματος, ώστε να μη «λυκοκεφαλιάσει», δηλαδή να μη κακοφορμίσει.
Εκτός από τις προσωπικές, οικογενειακές και οικονομικές δυσκολίες, ο Θεόδωρος Πρόδρομος εκφράζει και τις γενικότερες κοινωνικές συνθήκες της εποχής του, όπως τις γνώριζε από τα προσωπικά του βιώματα και την παρατήρηση του συνόλου. Μάλιστα, επειδή τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα έζησε ως μοναχός, γνώρισε (και μας εξιστορεί) τις κοινωνικές - ταξικές διακρίσεις στα θέματα υγείας, τόσο μεταξύ των λαϊκών όσο και μεταξύ των κληρικών. Γράφει ο Πτωχοπρόδρομος: «Αν αρρωστήσει ο ηγούμενος ή πόνος τον κρατήσει / ορίζει: ‘φέρετε ιατρούς, τον δείνα και τον δείνα’. / Έρχονται, βλέπουσιν ευθύς, κρατούσι τον σφυγμόν του, / λέγουσι ‘ποίει τα και τα κι ας γίνεται και τάδε’. / ‘Δότε τον δείνα τον ιατρόν καν δέκα μανοηλάτα / τον δ’ άλλον δότε τον κρασίν, καν δέκα πέντε μέτρα’. / Ει δ’ αρρωστήση μοναχός ή πόνος τον κρατήσει, / γίνεται ο ηγούμενος ιατρός και τάδε παραγγέλλει: / ‘Ημέρας τρεις αφέτε τον και νηστικός ας κείται. / αν δε ζητήση βρώσιμον, ψωμίτσιν και κρομμύδιν / αν δε ζητήση δια να πιή, νερούτσικον ολίγον’. / Έδε ιατρός πανάριστος, έδε λαμπρός τεχνίτης, / διέβη τον Οκτάβιον, διέβη τον Κανίκλην, / διέβη τον Αέτιον κι αυτόν τον Ιπποκράτην!...», γράφει ειρωνικά ο ποιητής, μνημονεύοντας διαπρεπείς γιατρούς της εποχής του και παλαιότερους. Εκτός από αυτές τις αναφορές στα στιχουργήματα του Θεόδωρου Προδρόμου υπάρχει και τουλάχιστον ένα έργο του με συστηματικές υγειονομικές καταγραφές, το οποίο θα δούμε αμέσως.
Το έργο επιγράφεται «Θεοδώρου του Προδρόμου στίχοι κατά ιατρικήν επιστήμην εις τους ΙΒ' μήνας». Πρόκειται για «μηνολόγιο» το οποίο, όπως έχουμε δει και σε άλλο σημεία, ήταν κατά τους βυζαντινούς χρόνους πρακτικός οδηγός για υπόμνηση των αγροτικών και άλλων εργασιών και, παράλληλα, ευκολομνημόνευτος υγειονομικός οδηγός. Αρχίζοντας το έτος από τον Μάρτιο, αποσπούμε την κύρια υγειονομική οδηγία κατά μήνα για αγωγή υγείας στη διάρκεια του έτους. Για τον Μήνα Μάρτιο ο οδηγός αποφαίνεται ευσύνοπτα και αξιωματικά: «Πάντας κελεύω (διατάσσω) λαμβάνειν καθ’ ημέραν / τροφήν γλυκείαν, οίνον ευώδη πάνυ». Για τον Απρίλιο απαγορεύει, μεταξύ άλλων, τις «ραφανίδες» (ραπανάκια): «Λέγω δε φεύγειν (να αποφεύγουν) πάσι τας ραφανίδας / ιού (δηλητηρίου) γεμούσας και μελαγχόλου βλάβης», καθώς προκαλούσαν (κατά τις αντιλήψεις της εποχής) αύξηση στην έκκριση μέλαινας χολής. Για τον Μάιο ο Θεόδωρος Πρόδρομος γράφει, όπως και οι περισσότεροι συντάκτες μηνολογίων: «Ρόδον δίδωμι λιποθυμίας άκος [] / Ου δει δε τρώγειν κοιλίας τε και πόδας, / τίκτουσι και γαρ φλέγμα, χολήν πυρρώδη, / εξ ων ρίγη φύουσι και ποδαλγίαι». Με τα «ρόδα» (τριαντάφυλλα) έφτιαχναν σε οικιακούς αποστακτήρες ροδόνερο, που το χρησιμοποιούσαν όχι μόνο ως «άρτυμα» στη ζαχαροπλαστική, αλλά και για καθαρισμό του δέρματος και καλλωπισμό του προσώπου, καθώς και ως φάρμακο για τη θεραπεία της λιποθυμίας. Όσο για τις «πατσές» και τα «ποδαράκια», θεωρούσαν ότι παράγουν «φλέγμα», λόγω του εμπεριεχομένου κολλαγόνου, με το οποίο το φλέγμα εμφανίζει κάποια ομοιότητα στην υφή.
Για τον μήνα Ιούνιο, το μηνολόγιο του Θεόδωρου Προδρόμου γράφει: «Βροτούς παραινώ πρωί λαμβάνειν ύδωρ / και γαρ χολή μέλαινα πάντως αυξάνει». Με το πρωινό νεράκι, όπως πίστευαν, γινόταν αραίωση του χυμού της μέλαινας χολής και αυτό προστάτευε την υγεία. Για τον Ιούλιο συνιστά: «Άρτον σ’ εμπιπλώ των βροτών τας καρδόπους. / Λέγω δε φεύγειν των οπωρών τον κόρον. / Ένθεν γαρ εστί κακοχυμία όλη / η γαρ και φθίσιν είωθε κακίστην φέρειν». Δηλαδή, να γεμίζουν με ψωμί οι σκάφες του ζυμώματος και να περιορίζεται η κατανάλωση φρούτων, στα οποία ούτε λίγο ούτε πολύ αποδίδει όλη την κακοχυμία, που προκαλούσε και φθίση! Αντίθετα, για τον Αύγουστο συνιστά κατανάλωση φρούτων και δροσιστικών φαγητών: «Εγώ κελεύω τας οπώρας εσθίειν, / και πάσι τοις ψύχουσι χρήσθαι σιτίοις, / και γαρ κύναστρος ηλίω παρατρέχει, / [] Αφεκτέον δε το τρέφεσθαι μαλάχην (μολόχα)». Εδώ βλέπουμε και την πίστη στις αστρολογικές επιδράσεις, αρκετά μπλεγμένη με τις ιατρικές αντιλήψεις της εποχής: ανάμεσα στα άλλα φταίει και το ότι ο αστερισμός του Κυνός (κύναστρος) ακολουθεί τον ήλιο. Το μήνα Σεπτέμβριο αρχίζει το ημερολόγιο των Βυζαντινών («αρχή της ινδίκτου»). Γι’ αυτό και το μηνολόγιο συνιστά: «Οίνου πάσιν ήδιστον εις αρχήν έτους. / Και τοις φιλούσιν εκροφείν λέγω γάλα, / ως αν κενοίο γαστρός ιχώρας πλέον, / οίπερ κυνάγχους εισάγουσιν εν βίω». Για όλους λοιπόν γλυκό κρασί, για την καλή χρονιά και, σε όσους δεν αρέσει, γάλα για να καθαρίζουν τα υγρά του στομάχου, που και αυτά προκαλούσαν τα σχετικά νοσήματα.
Για τον μήνα Οκτώβριο, η υγιεινή διατροφή των Βυζαντινών προβλέπει πουλερικά: «Όρνις μεν αιρώ και νεοσσών παν γένος, / στρουθών μιαρόν έθνος ιξώ προσφέρω / προτρέπω δε το πράσσον εσθίειν, φίλοι / έδεσμα πάντων ευπρεπές των βρωμάτων / ο και καθαίρει πημονήν της κοιλίας». Πουλιά που πιάνονταν με ξόβεργα, αλλά και πράσα, που καθάριζαν το περιεχόμενο της κοιλιάς, κατά το μηνολόγιο του Θεόδωρου Προδρόμου. Για τον Νοέμβριο απαγορεύει τα λουτρά, προφανώς λόγω του ψύχους και των συνθηκών που επικρατούσαν στα σπίτια: «Χρήσο δε λουτροίς, παντελώς αποτρέπω, / ως ρευματισμών προξενούσιν αιτίας / και τη κεφαλή παγκάκους αρρωστίας». Για τον Δεκέμβριο «και βρώμα (φαγητό) μεν δαψιλές (άφθονο) πας φεύγειν λέγω, / κράμβην δε μάλλον την μελάγχολον μόθευ (καταπολέμησε)». Τον Ιανουάριο, πιο υγιεινό κρέας είναι το χοιρινό, ενώ το ανέρωτο κρασί πρέπει να πίνεται μόνο στην αρχή του γεύματος: «Κρεών τε χοίρων βρώσιν ηδίστην νέμω / [] εν δε μόνον φύλαττε, την ρώσιν λέγω. / Τον άκρατον σπαν (σπάνιο) οίνον εις αρχήν έα (άφηνε)». Όσο για τον Φεβρουάριο: «Χόρταζε πας και πίνε (μη φείδου) κόρω. / Εγώ γαρ αίμα και τα νεύρα πηγνύω / [] Σεύτλα (τεύτλα, τα παντζάρια) προς εσθίασιν ου τρώγειν θέλω / ιού γέμοντα φαρμακουργού της ύδρας». Αν επιμείναμε στην παράθεση στοιχείων από τα ιατρικά μηνολόγια, είναι γιατί σε αυτά βρίσκονται καταχωρημένες όλες οι αντιλήψεις για τις αιτίες των νοσημάτων, για την προφύλαξη από αυτά, για την ανάμιξη αστρολογικών και άλλων απόψεων, εμφανίζοντας βέβαια και σημαντικές αποκλίσεις από την ορθολογιστική ιπποκρατική ιατρική.
ΜΑΝΟΥΗΛ Α' ΚΟΜΝΗΝΟΣ
Ο Μανουήλ Α' ο Κομνηνός, γιος του αυτοκράτορα Ιωάννη Β' Κομνηνού, ήταν από τους πιο πολεμικούς και τους πιο γενναίους βασιλείς του Βυζαντίου. Η πρώτη του (εθελοντική) συμμετοχή σε πόλεμο αναφέρεται ήδη από την ηλικία των 18 ετών, παρά τη ρητή απαγόρευση του πατέρα του. Ανάμεσα στις μάχες των μετέπειτα χρόνων της ζωής του και κατά την περίοδο που ήταν αυτοκράτορας (1143-1180) ήταν εκείνες εναντίον των Τούρκων (1146), εναντίον των Σέρβων (1150) και εναντίον των Ούγγρων (1165). Σύμφωνα με τον ιστορικό Ιωάννη Κίνναμο (12ος αιώνας), ο Μιχαήλ είχε αξιόπιστες ιατρικές γνώσεις. Γνώριζε να κάνει φλεβοτομίες («και φλέβας είδον αυτόν έγωγε τέμνοντα»), να χορηγεί φάρμακα παρά την απορία των εμπειρικών γιατρών («φάρμακα νοσούσι τεχνιτών απορία παρεχόμενον»), ενώ παρασκεύαζε και φάρμακα δικής του σύνθεσης για εσωτερική και εξωτερική χρήση. Ο ίδιος αντιμετώπισε μόνος του πολεμικό τραύμα στη φτέρνα, με την τοποθέτηση επάνω στην πληγή φρεσκοκομμένου δέρματος αλόγου. Θυμίζουμε ότι σε πολλές περιπτώσεις τραυματισμών οι αρχαίοι Έλληνες γιατροί (αλλά και οι εμπειρικοί θεραπευτές των επόμενων αιώνων) εφάρμοζαν ανάλογες θεραπείες. Ο ίδιος πιθανότατα φρόντισε και τα πολλαπλά τραύματα στο πρόσωπό του, που δημιουργήθηκαν από χτύπημα στους κρίκους του κράνους του. Ο Μανουήλ φαίνεται ότι αντιμετώπισε μόνος του πολλούς ακόμα τραυματισμούς από την πολεμική δράση του και κατά κανόνα με επιτυχία. Ο Κίνναμος αναφέρει και την αντιμετώπιση κατάγματος στο χέρι του Βαλδουίνου Γ' της Ιερουσαλήμ από τον Μανουήλ. Το κάταγμα, χάρις στην επιτυχή ανάταξη και την επιδέξια περίδεση, θεραπεύτηκε πλήρως και σε πολύ σύντομο διάστημα.
ΞΕΝΩΝΕΣ
Τον 12ο αιώνα στην Κωνσταντινούπολη λειτουργεί ο μεγαλύτερος ξενώνας του Παντοκράτορος. Οι ξενώνες - νοσοκομεία εξακολουθούν να παρέχουν, όπως και παλαιότερα, υπηρεσίες σε εξωτερικούς ασθενείς, αναπτύσσουν όμως περισσότερο τις υπηρεσίες ενδονοσοκομειακής περίθαλψης των ασθενών που προσέρχονται. Το προσωπικό οργανώνεται σε δομές με ιεραρχία, γίνεται δε προσπάθεια συνεχούς ενημέρωσης και τυποποίησης της θεραπείας με οδηγούς που έχουν γράψει πεπειραμένοι «νοσοκομειακοί» γιατροί, όπως για παράδειγμα ο θεραπευτικός οδηγός του Ρωμανού. Μια άλλη υπηρεσία των ξενώνων την εποχή αυτή είναι η παροχή φαρμάκων στους ασθενείς. Ο ιστορικός Κίνναμος αναφέρει φάρμακα που παρασκεύαζε ο ίδιος ο αυτοκράτορας Μανουήλ Κομνηνός, τα οποία διανέμονταν όπως και τα άλλα φάρμακα σε όσους τα είχαν ανάγκη από τα φαρμακεία των ξενώνων. Τόσο η προσφορά εξωτερικής νοσηλείας, όσο και η ενδονοσοκομειακή περίθαλψη και η προσφορά των φαρμάκων ήταν αναγκαίες για τον περισσότερο κόσμο, καθώς οι αμοιβές των «ελευθεροεπαγγελματιών» γιατρών ήταν, σύμφωνα με ιστορικούς και χρονικογράφους, υπέρογκες. Ανάλογα με τον ξενώνα του Παντοκράτορα νοσηλευτικά ιδρύματα, αν και μικρότερης φήμης, υπήρχαν σε άλλες πόλεις της Βυζαντινής επικράτειας και όχι μόνο στις μεγάλες. Όταν ο Ισαάκιος Κομνηνός το 1152 ίδρυσε τη Μονή της Κοσμοσώτειρας σε ερημικό τόπο δίπλα στον Έβρο, που ονόμασε Βήρα (σημερινές Φέρες), φρόντισε και για την ίδρυση ενός μικρού ξενώνα. Σύμφωνα με το τυπικό της μονής ο ξενώνας - νοσοκομείο της Κοσμοσώτειρας είχε δυναμικό 36 κλινών. Υπεύθυνος για τη νοσηλεία ήταν μόνιμος εσωτερικός γιατρός. «Συγκινητική είναι η προτροπή του ιδρυτή», γράφει ο επίσκοπος Άνθιμος Β' Κουκουρίδης, «να προσέχουν οι αρμόδιοι, ώστε να μη μένει ‘ούτε για μια ώρα άδειο ένα κρεβάτι που κάποιος δυστυχισμένος με αγωνία ζητούσε να καταλάβει’...».
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ
Ο Θεόδωρος Πρόδρομος ή Πτωχοπρόδρομος (1098-1166), διανοούμενος και συγγραφέας, ρήτορας και θεολόγος και προς το τέλος της ζωής του μοναχός, δεν ήταν γιατρός στο επάγγελμα. Οι ιατρικές του γνώσεις οφείλονταν στην εγκύκλιο παιδεία του και στη γενική φιλοσοφική και θεολογική του συγκράτηση. Υπάρχουν μάλιστα και αμφισβητήσεις σχετικά με την ταυτότητα του προσώπου, στο οποίο αποδίδονται τα «Πτωχοπροδρομικά» στιχουργήματα. Πρόκειται για επαιτικά, σατιρικά, αυτοσαρκαστικά στιχουργήματα, με πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία. Κατά τον Γ.Θ. Ζώρα («Βυζαντινή ποίησις» 1956), τα στιχουργήματα που αποδίδονται στον Πτωχοπρόδρομο, τον γνωστό λόγιο και φίλο των Κομνηνών, δεν είναι όλα δικά του: «Νεώτεραι μελέται [] απέδειξαν ότι δεν πρόκειται περί ενός μόνον, αλλά περί δύο ή και πλειόνων συγγραφέων, οίτινες έγραψαν τα έργα ταύτα κατ’ απομίμησιν του πρώτου, ακολουθήσαντες τας αυτάς ιδέας, την αυτήν τεχνικήν, τους αυτούς σκοπούς». Ο Θεόδωρος Πρόδρομος έγραψε στίχους και πεζά ιστορικού, εγκωμιαστικού, σατιρικού, αγγειολογικού χαρακτήρα. Διάσπαρτα μέσα στα ποιήματά του περιγράφει ή αποτυπώνει τη νοσηρότητα της εποχής του και τις σχετικές με τα νοσήματα και τις θεραπείες τους απόψεις και γνώσεις. Στο ποίημά του «Προς τον βασιλέα τον Μαυροϊωάννην» (Ιωάννης Κομνηνός, αυτοκράτορας 1118-1143), καθώς ο Πτωχοπρόδρομος παραπονείται για τη σύζυγό του, τη συγκρίνει προς διάφορες ασθένειες: «Πάθος ακούσας τοιγαρούν, μη κήλην υπολάβης / μηδ’ άλλο τι χειρότερον εκ των μυστικοτέρων / [] μη νόσημα καρδιακόν, μη περιφλεγμονίαν, / μη σκορδαψόν, μηδ’ ύδερον, μη παραπνευμονίαν / αλλά μαχίμου γυναικός πολλήν ευτραπελίαν...».
Ο Πτωχοπρόδρομος σε άλλο ποίημά του, πάλι προς τον Ιωάννη Κομνηνό, παραπονείται για την οικονομική του δυσχέρεια και τις δυσκολίες που του προκαλεί στην κάλυψη των οικογενειακών αναγκών. Μεταξύ των εξόδων του συγκαταλέγει και ιατρικές δαπάνες: «...το λάλησε τον σικυαστήν, ας φθάσει ο φλεβοτόμος...». Ο πρώτος είναι εκείνος που εφαρμόζει βεντούζες, ο δεύτερος εκείνος που εκτελεί αφαιμάξεις με φλεβοτομία. Άλλοι δύο στίχοι του ίδιου ποιήματος αναφέρουν τα έξοδα που απαιτούνται για φάρμακα και υλικά αναγκαία για την αντιμετώπιση ακόμα και ενός μικροτραυματισμού κάποιου παιδιού: «Ετραυμάτισεν το πόδι, γοργόν ας αγοράσουν / κηκίδιν, λυσσομάμουδον, όξος αγριοσταπίδας, / ελάδιν, χαμαιμέλαιον, τράκτον, κερίν κι ασβέστην / κι ας ποιήσουν τραυματάλειμμα, πριν λυκοκεφαλιάσει». Στους στίχους αυτούς έχουμε πληροφορίες για τον τρόπο αντιμετώπισης τέτοιων καθημερινών μικροκακώσεων, που ακόμα και αν η αντιμετώπισή τους γίνεται από συγγενικό ή φιλικό πρόσωπο χωρίς αμοιβή γιατρού, έχει σοβαρό κόστος. Τα αναφερόμενα υλικά είναι τα εξής: το «κηκίδι» (το κυπαρισσόμηλο), το «λυσσομάμουδο» (είδος εντόμου για φαρμακευτική χρήση), το «όξος αγριοσταπίδας» (είναι ξύδι από χυμό άγριας σταφίδας για αντισηψία του τραύματος, όπως γινόταν και με το κρασί). «Ελάδιν» είναι το ελαιόλαδο που έβαζαν για να γλυκάνει τον πόνο από την πληγή και το τσούξιμο από το αντισηπτικό, το ίδιο όπως και το «χαμαιμέλαιον», που είναι ελαιώδες παρασκεύασμα από χαμομήλι. Με ορισμένα από τα πιο πάνω υλικά (ελαιόλαδο, χαμομήλι) σε συνδυασμό με «τράκτον», δηλαδή λευκασμένο κερί και νερό από «σβήσιμο» ασβεστόπετρας, έφτιαχναν το «τραυματάλειμμα», αλοιφή για την επάλειψη του τραύματος, ώστε να μη «λυκοκεφαλιάσει», δηλαδή να μη κακοφορμίσει.
Εκτός από τις προσωπικές, οικογενειακές και οικονομικές δυσκολίες, ο Θεόδωρος Πρόδρομος εκφράζει και τις γενικότερες κοινωνικές συνθήκες της εποχής του, όπως τις γνώριζε από τα προσωπικά του βιώματα και την παρατήρηση του συνόλου. Μάλιστα, επειδή τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα έζησε ως μοναχός, γνώρισε (και μας εξιστορεί) τις κοινωνικές - ταξικές διακρίσεις στα θέματα υγείας, τόσο μεταξύ των λαϊκών όσο και μεταξύ των κληρικών. Γράφει ο Πτωχοπρόδρομος: «Αν αρρωστήσει ο ηγούμενος ή πόνος τον κρατήσει / ορίζει: ‘φέρετε ιατρούς, τον δείνα και τον δείνα’. / Έρχονται, βλέπουσιν ευθύς, κρατούσι τον σφυγμόν του, / λέγουσι ‘ποίει τα και τα κι ας γίνεται και τάδε’. / ‘Δότε τον δείνα τον ιατρόν καν δέκα μανοηλάτα / τον δ’ άλλον δότε τον κρασίν, καν δέκα πέντε μέτρα’. / Ει δ’ αρρωστήση μοναχός ή πόνος τον κρατήσει, / γίνεται ο ηγούμενος ιατρός και τάδε παραγγέλλει: / ‘Ημέρας τρεις αφέτε τον και νηστικός ας κείται. / αν δε ζητήση βρώσιμον, ψωμίτσιν και κρομμύδιν / αν δε ζητήση δια να πιή, νερούτσικον ολίγον’. / Έδε ιατρός πανάριστος, έδε λαμπρός τεχνίτης, / διέβη τον Οκτάβιον, διέβη τον Κανίκλην, / διέβη τον Αέτιον κι αυτόν τον Ιπποκράτην!...», γράφει ειρωνικά ο ποιητής, μνημονεύοντας διαπρεπείς γιατρούς της εποχής του και παλαιότερους. Εκτός από αυτές τις αναφορές στα στιχουργήματα του Θεόδωρου Προδρόμου υπάρχει και τουλάχιστον ένα έργο του με συστηματικές υγειονομικές καταγραφές, το οποίο θα δούμε αμέσως.
Το έργο επιγράφεται «Θεοδώρου του Προδρόμου στίχοι κατά ιατρικήν επιστήμην εις τους ΙΒ' μήνας». Πρόκειται για «μηνολόγιο» το οποίο, όπως έχουμε δει και σε άλλο σημεία, ήταν κατά τους βυζαντινούς χρόνους πρακτικός οδηγός για υπόμνηση των αγροτικών και άλλων εργασιών και, παράλληλα, ευκολομνημόνευτος υγειονομικός οδηγός. Αρχίζοντας το έτος από τον Μάρτιο, αποσπούμε την κύρια υγειονομική οδηγία κατά μήνα για αγωγή υγείας στη διάρκεια του έτους. Για τον Μήνα Μάρτιο ο οδηγός αποφαίνεται ευσύνοπτα και αξιωματικά: «Πάντας κελεύω (διατάσσω) λαμβάνειν καθ’ ημέραν / τροφήν γλυκείαν, οίνον ευώδη πάνυ». Για τον Απρίλιο απαγορεύει, μεταξύ άλλων, τις «ραφανίδες» (ραπανάκια): «Λέγω δε φεύγειν (να αποφεύγουν) πάσι τας ραφανίδας / ιού (δηλητηρίου) γεμούσας και μελαγχόλου βλάβης», καθώς προκαλούσαν (κατά τις αντιλήψεις της εποχής) αύξηση στην έκκριση μέλαινας χολής. Για τον Μάιο ο Θεόδωρος Πρόδρομος γράφει, όπως και οι περισσότεροι συντάκτες μηνολογίων: «Ρόδον δίδωμι λιποθυμίας άκος [] / Ου δει δε τρώγειν κοιλίας τε και πόδας, / τίκτουσι και γαρ φλέγμα, χολήν πυρρώδη, / εξ ων ρίγη φύουσι και ποδαλγίαι». Με τα «ρόδα» (τριαντάφυλλα) έφτιαχναν σε οικιακούς αποστακτήρες ροδόνερο, που το χρησιμοποιούσαν όχι μόνο ως «άρτυμα» στη ζαχαροπλαστική, αλλά και για καθαρισμό του δέρματος και καλλωπισμό του προσώπου, καθώς και ως φάρμακο για τη θεραπεία της λιποθυμίας. Όσο για τις «πατσές» και τα «ποδαράκια», θεωρούσαν ότι παράγουν «φλέγμα», λόγω του εμπεριεχομένου κολλαγόνου, με το οποίο το φλέγμα εμφανίζει κάποια ομοιότητα στην υφή.
Για τον μήνα Ιούνιο, το μηνολόγιο του Θεόδωρου Προδρόμου γράφει: «Βροτούς παραινώ πρωί λαμβάνειν ύδωρ / και γαρ χολή μέλαινα πάντως αυξάνει». Με το πρωινό νεράκι, όπως πίστευαν, γινόταν αραίωση του χυμού της μέλαινας χολής και αυτό προστάτευε την υγεία. Για τον Ιούλιο συνιστά: «Άρτον σ’ εμπιπλώ των βροτών τας καρδόπους. / Λέγω δε φεύγειν των οπωρών τον κόρον. / Ένθεν γαρ εστί κακοχυμία όλη / η γαρ και φθίσιν είωθε κακίστην φέρειν». Δηλαδή, να γεμίζουν με ψωμί οι σκάφες του ζυμώματος και να περιορίζεται η κατανάλωση φρούτων, στα οποία ούτε λίγο ούτε πολύ αποδίδει όλη την κακοχυμία, που προκαλούσε και φθίση! Αντίθετα, για τον Αύγουστο συνιστά κατανάλωση φρούτων και δροσιστικών φαγητών: «Εγώ κελεύω τας οπώρας εσθίειν, / και πάσι τοις ψύχουσι χρήσθαι σιτίοις, / και γαρ κύναστρος ηλίω παρατρέχει, / [] Αφεκτέον δε το τρέφεσθαι μαλάχην (μολόχα)». Εδώ βλέπουμε και την πίστη στις αστρολογικές επιδράσεις, αρκετά μπλεγμένη με τις ιατρικές αντιλήψεις της εποχής: ανάμεσα στα άλλα φταίει και το ότι ο αστερισμός του Κυνός (κύναστρος) ακολουθεί τον ήλιο. Το μήνα Σεπτέμβριο αρχίζει το ημερολόγιο των Βυζαντινών («αρχή της ινδίκτου»). Γι’ αυτό και το μηνολόγιο συνιστά: «Οίνου πάσιν ήδιστον εις αρχήν έτους. / Και τοις φιλούσιν εκροφείν λέγω γάλα, / ως αν κενοίο γαστρός ιχώρας πλέον, / οίπερ κυνάγχους εισάγουσιν εν βίω». Για όλους λοιπόν γλυκό κρασί, για την καλή χρονιά και, σε όσους δεν αρέσει, γάλα για να καθαρίζουν τα υγρά του στομάχου, που και αυτά προκαλούσαν τα σχετικά νοσήματα.
Για τον μήνα Οκτώβριο, η υγιεινή διατροφή των Βυζαντινών προβλέπει πουλερικά: «Όρνις μεν αιρώ και νεοσσών παν γένος, / στρουθών μιαρόν έθνος ιξώ προσφέρω / προτρέπω δε το πράσσον εσθίειν, φίλοι / έδεσμα πάντων ευπρεπές των βρωμάτων / ο και καθαίρει πημονήν της κοιλίας». Πουλιά που πιάνονταν με ξόβεργα, αλλά και πράσα, που καθάριζαν το περιεχόμενο της κοιλιάς, κατά το μηνολόγιο του Θεόδωρου Προδρόμου. Για τον Νοέμβριο απαγορεύει τα λουτρά, προφανώς λόγω του ψύχους και των συνθηκών που επικρατούσαν στα σπίτια: «Χρήσο δε λουτροίς, παντελώς αποτρέπω, / ως ρευματισμών προξενούσιν αιτίας / και τη κεφαλή παγκάκους αρρωστίας». Για τον Δεκέμβριο «και βρώμα (φαγητό) μεν δαψιλές (άφθονο) πας φεύγειν λέγω, / κράμβην δε μάλλον την μελάγχολον μόθευ (καταπολέμησε)». Τον Ιανουάριο, πιο υγιεινό κρέας είναι το χοιρινό, ενώ το ανέρωτο κρασί πρέπει να πίνεται μόνο στην αρχή του γεύματος: «Κρεών τε χοίρων βρώσιν ηδίστην νέμω / [] εν δε μόνον φύλαττε, την ρώσιν λέγω. / Τον άκρατον σπαν (σπάνιο) οίνον εις αρχήν έα (άφηνε)». Όσο για τον Φεβρουάριο: «Χόρταζε πας και πίνε (μη φείδου) κόρω. / Εγώ γαρ αίμα και τα νεύρα πηγνύω / [] Σεύτλα (τεύτλα, τα παντζάρια) προς εσθίασιν ου τρώγειν θέλω / ιού γέμοντα φαρμακουργού της ύδρας». Αν επιμείναμε στην παράθεση στοιχείων από τα ιατρικά μηνολόγια, είναι γιατί σε αυτά βρίσκονται καταχωρημένες όλες οι αντιλήψεις για τις αιτίες των νοσημάτων, για την προφύλαξη από αυτά, για την ανάμιξη αστρολογικών και άλλων απόψεων, εμφανίζοντας βέβαια και σημαντικές αποκλίσεις από την ορθολογιστική ιπποκρατική ιατρική.
ΜΑΝΟΥΗΛ Α' ΚΟΜΝΗΝΟΣ
Ο Μανουήλ Α' ο Κομνηνός, γιος του αυτοκράτορα Ιωάννη Β' Κομνηνού, ήταν από τους πιο πολεμικούς και τους πιο γενναίους βασιλείς του Βυζαντίου. Η πρώτη του (εθελοντική) συμμετοχή σε πόλεμο αναφέρεται ήδη από την ηλικία των 18 ετών, παρά τη ρητή απαγόρευση του πατέρα του. Ανάμεσα στις μάχες των μετέπειτα χρόνων της ζωής του και κατά την περίοδο που ήταν αυτοκράτορας (1143-1180) ήταν εκείνες εναντίον των Τούρκων (1146), εναντίον των Σέρβων (1150) και εναντίον των Ούγγρων (1165). Σύμφωνα με τον ιστορικό Ιωάννη Κίνναμο (12ος αιώνας), ο Μιχαήλ είχε αξιόπιστες ιατρικές γνώσεις. Γνώριζε να κάνει φλεβοτομίες («και φλέβας είδον αυτόν έγωγε τέμνοντα»), να χορηγεί φάρμακα παρά την απορία των εμπειρικών γιατρών («φάρμακα νοσούσι τεχνιτών απορία παρεχόμενον»), ενώ παρασκεύαζε και φάρμακα δικής του σύνθεσης για εσωτερική και εξωτερική χρήση. Ο ίδιος αντιμετώπισε μόνος του πολεμικό τραύμα στη φτέρνα, με την τοποθέτηση επάνω στην πληγή φρεσκοκομμένου δέρματος αλόγου. Θυμίζουμε ότι σε πολλές περιπτώσεις τραυματισμών οι αρχαίοι Έλληνες γιατροί (αλλά και οι εμπειρικοί θεραπευτές των επόμενων αιώνων) εφάρμοζαν ανάλογες θεραπείες. Ο ίδιος πιθανότατα φρόντισε και τα πολλαπλά τραύματα στο πρόσωπό του, που δημιουργήθηκαν από χτύπημα στους κρίκους του κράνους του. Ο Μανουήλ φαίνεται ότι αντιμετώπισε μόνος του πολλούς ακόμα τραυματισμούς από την πολεμική δράση του και κατά κανόνα με επιτυχία. Ο Κίνναμος αναφέρει και την αντιμετώπιση κατάγματος στο χέρι του Βαλδουίνου Γ' της Ιερουσαλήμ από τον Μανουήλ. Το κάταγμα, χάρις στην επιτυχή ανάταξη και την επιδέξια περίδεση, θεραπεύτηκε πλήρως και σε πολύ σύντομο διάστημα.
ΞΕΝΩΝΕΣ
Τον 12ο αιώνα στην Κωνσταντινούπολη λειτουργεί ο μεγαλύτερος ξενώνας του Παντοκράτορος. Οι ξενώνες - νοσοκομεία εξακολουθούν να παρέχουν, όπως και παλαιότερα, υπηρεσίες σε εξωτερικούς ασθενείς, αναπτύσσουν όμως περισσότερο τις υπηρεσίες ενδονοσοκομειακής περίθαλψης των ασθενών που προσέρχονται. Το προσωπικό οργανώνεται σε δομές με ιεραρχία, γίνεται δε προσπάθεια συνεχούς ενημέρωσης και τυποποίησης της θεραπείας με οδηγούς που έχουν γράψει πεπειραμένοι «νοσοκομειακοί» γιατροί, όπως για παράδειγμα ο θεραπευτικός οδηγός του Ρωμανού. Μια άλλη υπηρεσία των ξενώνων την εποχή αυτή είναι η παροχή φαρμάκων στους ασθενείς. Ο ιστορικός Κίνναμος αναφέρει φάρμακα που παρασκεύαζε ο ίδιος ο αυτοκράτορας Μανουήλ Κομνηνός, τα οποία διανέμονταν όπως και τα άλλα φάρμακα σε όσους τα είχαν ανάγκη από τα φαρμακεία των ξενώνων. Τόσο η προσφορά εξωτερικής νοσηλείας, όσο και η ενδονοσοκομειακή περίθαλψη και η προσφορά των φαρμάκων ήταν αναγκαίες για τον περισσότερο κόσμο, καθώς οι αμοιβές των «ελευθεροεπαγγελματιών» γιατρών ήταν, σύμφωνα με ιστορικούς και χρονικογράφους, υπέρογκες. Ανάλογα με τον ξενώνα του Παντοκράτορα νοσηλευτικά ιδρύματα, αν και μικρότερης φήμης, υπήρχαν σε άλλες πόλεις της Βυζαντινής επικράτειας και όχι μόνο στις μεγάλες. Όταν ο Ισαάκιος Κομνηνός το 1152 ίδρυσε τη Μονή της Κοσμοσώτειρας σε ερημικό τόπο δίπλα στον Έβρο, που ονόμασε Βήρα (σημερινές Φέρες), φρόντισε και για την ίδρυση ενός μικρού ξενώνα. Σύμφωνα με το τυπικό της μονής ο ξενώνας - νοσοκομείο της Κοσμοσώτειρας είχε δυναμικό 36 κλινών. Υπεύθυνος για τη νοσηλεία ήταν μόνιμος εσωτερικός γιατρός. «Συγκινητική είναι η προτροπή του ιδρυτή», γράφει ο επίσκοπος Άνθιμος Β' Κουκουρίδης, «να προσέχουν οι αρμόδιοι, ώστε να μη μένει ‘ούτε για μια ώρα άδειο ένα κρεβάτι που κάποιος δυστυχισμένος με αγωνία ζητούσε να καταλάβει’...».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου