8/10/09

Βίλχελμ Ραίντγκεν (Wilhelm Conrad Röntgen) [104]

Το έργο και η ανακάλυψη του Ραίντγκεν δίνουν νόημα στη φράση του Γκαίτε ότι «τα ίχνη της γήινης πορείας μας δε θα εξαλειφθούν στον αιώνα».
Ο άνθρωπος που ανακάλυψε τις ακτίνες Χ γεννήθηκε στο Lennep, κοντά στον Eberfeld, το 1845, από πατέρα Γερμανό αγρότη και μητέρα Ολλανδή. Πήγε στο γυμνάσιο στην Ουτρέχτη, σπούδασε στο Πολυτεχνείο της Ζυρίχης και έγινε βοηθός φυσικής στο Βύρτσμπουργκ, κοντά στον καθηγητή Κουντ. Δεν του επέτρεψαν όμως να διδάξει γιατί η Σχολή ανακάλυψε ότι δεν είχε τελειώσει κανονικά το γυμνάσιο. Ο Ραίντγκεν αποθαρρημένος σκέφτηκε να εγκαταλείψει τη διδακτική σταδιοδρομία. Ο διδάσκαλός του όμως, ο Κουντ, τον κάλεσε το 1871 στο Στρασβούργο και κατόρθωσε να τον εισαγάγει στο διδακτικό σώμα.
Πολλοί ερευνητές είχαν παρατηρήσει ότι φωτογραφικές πλάκες που τύχαινε να βρεθούν κοντά σε σωλήνες στους οποίους γίνονταν ηλεκτρικές αποφορτίσεις, παρουσίαζαν περίεργες κηλίδες. Κανείς όμως δεν είχε ασχοληθεί ιδιαίτερα με το φαινόμενο. Ο Ραίντγκεν όμως έδειξε ενδιαφέρον γι’ αυτό: σκέφτηκε ότι οι σωλήνες αυτοί πρέπει να εκπέμπουν κάποια μορφή άγνωστης ακτινοβολίας.
Ο Παστέρ έλεγε ότι «στο πεδίο των ανακαλύψεων, η τύχη ευνοεί μόνον τα προετοιμασμένα πνεύματα». Αυτό πράγματι συνέβη στην περίπτωση του Ραίντγκεν.
Η νύχτα της 8ης Νοεμβρίου 1895 θα μείνει μια από τις σπουδαιότερες ημερομηνίες στην ιστορία των επιστημονικών ανακαλύψεων του 19ου αιώνα. Το σκοτάδι του εργαστηρίου του Ραίντγκεν στο Βύρτσμπουργκ το διέκοπτε κάθε τόσο η αμυδρή λάμψη από το φθορισμό μερικών κρυστάλλων κυανιούχου βαριολευκόχρυσου, που παρουσιαζόταν κάθε φορά που ηλεκτρικό σώμα διαπερνούσε ένα σωλήνα Χίττορφ-Κρουκς, που περιείχε αραιωμένο αέριο και ήταν σκεπασμένος με μαύρο χαρτί. Το φωτεινό φαινόμενο το απέδωσε σε κάποιο «αόρατο φως» που το ονόμασε «ακτίνες Χ». Λίγο αργότερα ο Κέλικερ, καθηγητής στο Βύρτσμπουργκ, θα το ονομάσει «ακτίνες Ραίντγκεν».
Στις 22 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, ο νεαρός φυσικός πέτυχε την πρώτη ακτινογραφία στην ιστορία της ιατρικής: είχε ακτινογραφήσει το χέρι της γυναίκας του. Η εικόνα των οστών ήταν καθαρότατη. Οι μαλακοί ιστοί μόλις που διακρίνονταν.
Η νέα ανακάλυψη δεν φαίνεται να εντυπωσίασε πολύ. Ο Ζιλ Ρενάρ γράφει σχετικά στο σημειωματάριό του, αφού παρακολούθησε «μια συνεδρία ακτίνων Χ». «Οι ακτίνες Ραίντγκεν, παιδαριώδης διασκέδαση, μου θυμίζουν τα πειράματα χημείας του γέρου καθηγητή μου. Θα προτιμούσα να είμαι καταδικασμένος να διαβάζω στίχους ως τις τελευταίες μου μέρες, παρά να υποχρεωθώ να ξαναδώ το μακάβριο αυτό μπαλέτο των σκελετών».
Τρεις μήνες μετά την ανακοίνωση του Ραίντγκεν η εφημερίδα της Αμερικανικής Ιατρικής Εταιρείας δημοσιεύει το ακόλουθο γεμάτο σκεπτικισμό σχόλιο: «Οι χειρουργοί της Βιέννης και του Βερολίνου πιστεύουν ότι η φωτογραφία Ραίντγκεν προορίζεται να προκαλέσει επανάσταση στη χειρουργική. Εμείς όχι. Μισή ώρα είναι ο ελάχιστος χρόνος της απαιτούμενης έκθεσης και στις περισσότερες περιπτώσεις χρειάζεται ακόμα και μια ώρα. Το μηχάνημα είναι τόσο πολυδάπανο, επάνω από 100.000 δολάρια, ώστε λίγοι μόνο χειρουργοί θα μπορούσαν να το έχουν στα ιατρεία τους».
Στο πείσμα όλων αυτών, η ακτινογραφία έδωσε στη διάγνωση την ακρίβεια που μάταια ζητούσαν ο Λαεννέκ, ο Σκόντα και άλλοι μεγάλοι κλινικοί και πρόσφερε την πλήρη γνώση των εσωτερικών οργάνων που αδυνατούσαν να φθάσουν τα ενδοσκόπιά τους.
Ο Ραίντγκεν ήταν φυσικός, αλλά η πρώτη ανακοίνωση της ανακάλυψής του έγινε στην Ιατρική Εταιρεία του Βύρτσμπουργκ. Ήταν η αρχή μιας γόνιμης συνεργασίας μεταξύ των δύο επιστημών. Δύο μόλις χρόνια μετά την ανακάλυψη του Ραίντγκεν, οι χειρουργοί χρησιμοποίησαν τις ακτίνες του κατά τη διάρκεια του ελληνοτουρκικού πολέμου το 1897 και ένα χρόνο αργότερα στον ισπανοαμερικανικό πόλεμο. Η ομόφωνη κρίση τους ήταν ότι «χρήση των ακτίνων Ραίντγκεν αποτέλεσε σαφή πρόοδο στη στρατιωτική χειρουργική».
Τα χρόνια εκείνα δημιουργήθηκε ένα νέο επάγγελμα: του ακτινολόγου. Τα σπουδαιότερα νοσοκομεία εξόπλισαν ιδιαίτερα τμήματα. Στην αρχή ο ακτινολόγος περιοριζόταν στην αναζήτηση καταγμάτων, τη διαπίστωση λιθιάσεων, την εντόπιση ξένων σωμάτων. Αργότερα όμως το πεδίο του επεκτάθηκε στην έρευνα των κοίλων οργάνων. Αυτό έγινε με τη βοήθεια ουσιών αδιαπέραστων από τις ακτίνες Χ, όπως το βάριο και το βισμούθιο, που τις έδωσαν στον εξεταζόμενο να τις καταπιεί. Στη συνέχεια εκτελώντας ενδοφλέβια ένεση μιας ιωδιούχου ουσίας πέτυχαν να ακτινογραφήσουν τις λεπτομέρειες του νεφρού.
Σύντομα όμως παρουσιάστηκαν τα πρώτα θύματα των χειριστών του νέου ειρηνικού όπλου. Οι ακτινολόγοι πάθαιναν δερματίτιδα, κάπου-κάπου καρκινικές βλάβες του δέρματος. Επρόκειτο για πραγματικά εγκαύματα, όπως εκείνα που είχε πάθει ο Γάλλος Αντουάν-Ανρί Μπεκερέλ (Antoine-Henri Becquerel) (1852-1908), το 1898, έχοντας στην τσέπη του ένα κομματάκι ραδίου. Ο Μπεκερέλ ήταν εκείνος που τον ίδιο χρόνο παρουσίασε στην Ακαδημία των Επιστημών μια εργασία του ζεύγους Κιουρί με τον τίτλο: «Επί μιας νέας ακτινενεργού ουσίας, περιεχομένης στον πισσουρανίτη». Ήταν το πιστοποιητικό γέννησης του ραδίου.

Πέτρος και Μαρία Κιουρί (Pierre - Marie Curie)
Το ζεύγος Πέτρος (1859-1906) και Μαρία Κιουρί (1867-1934) υποδέχτηκαν τον 20ο αιώνα που άρχιζε, μελετώντας τις ιδιότητες του νέου στοιχείου. Από τον πισσουρανίτη έπαιρναν ποσότητα αρκετή για τη μελέτη των περίεργων ιδιοτήτων του, που αποτελούσαν αντικείμενο συζητήσεων σε όλους τους επιστημονικούς κύκλους. Η «κιουριθεραπεία», δηλαδή η χρήση των ακτινοβολιών του ραδίου, εισήχθηκε στην ιατρική και χρησιμοποιήθηκε εναλλάξ με τη «ραιντγκενθεραπεία», τη χρήση, δηλαδή, των ακτίνων Ραίντγκεν. Αποδείχθηκε πολύ αποτελεσματική στη θεραπεία των καρκινωμάτων των χειλιών και της γλώσσας, καθώς και των διατιτραινόντων ελκών.
Η ευγενική φυσιογνωμία της Μαρίας Κιουρί (Marie Curie) συνδέεται στενά με την αυγή της νεώτερης φυσικής. Σ’ ένα μικρό δωμάτιο που φύλαγαν τα γυάλινα σκεύη, στο Ινστιτούτο Χημείας και Φυσικής των Παρισίων, που διευθυντής του ήταν ο σύζυγός της, διατηρούσε τα πρωτόγονα μέσα της έρευνάς της. Από τα πρώτα πειράματα του Μπεκερέλ άρχισε να ετοιμάζει τη διδακτορική της διατριβή, εκφράζοντας την αντίθετη αντίληψη προς τις απόψεις της επίσημης επιστήμης, ότι το άτομο δεν είναι η ελάχιστη μονάδα της ύλης, αλλά ότι μπορεί να υποστεί διάσπαση. Σε συνεργασία με το σύζυγό της απομόνωσε από τον πισσουρανίτη δύο νέα στοιχεία: το «ράδιο», που θα αφήσει το όνομά τους αθάνατο, και το «πολώνιο», που το ονόμασε έτσι προς τιμή του τόπου, που γεννήθηκε.
Σήμερα άλλες, πιο εξελιγμένες τεχνικές, δημιουργούν επανάσταση στα παραδεδεγμένα, στη θεραπευτική και στη διαγνωστική. Τα ραδιενεργά ισότοπα φέρνουν τεράστιες διαγνωστικές δυνατότητες: με ελάχιστα μικροκιουρί (Mc)[1] ιωδίου ελέγχουμε απόλυτα τη λειτουργική κατάσταση του θυρεοειδούς αδένα. Με το ίδιο ραδιοϊσότοπο μπορούμε να αντιμετωπίσουμε θεραπευτικά τα καρκινώματα του θυρεοειδούς και τις μεταστάσεις τους στους πνεύμονες και το ήπαρ.
Τα ραδιενεργά ισότοπα είναι πολύτιμα και στην εντόπιση των όγκων του εγκεφάλου (ραδιενεργό γάλλιο), στη μελέτη της κυκλοφορίας του αίματος (ραδιενεργός φωσφόρος για τη θεραπεία της ερυθραιμίας), σε ακτινοθεραπευτικές εφαρμογές (ραδιενεργό κοβάλτιο, ραδιενεργό καίσιο). Ο ραδιενεργός χρυσός είναι αντικείμενο ευρέων μελετών για την ενέργειά του σε περιπτώσεις ανεγχείρητων όγκων. Δεν πρέπει όμως να λησμονούμε ότι για μισό περίπου αιώνα, το ράδιο της Μαρίας Κιουρί ήταν το μοναδικό αξιόλογο όπλο της ιατρικής κατά του καρκίνου.
Όταν αποδείχθηκε η θεραπευτική αξία του ραδίου, το στοιχείο αυτό έγινε το ακριβότερο στον κόσμο. Ο Πέτρος όμως και η Μαρία Κιουρί, στους οποίους έγιναν προτάσεις να εξασφαλίσουν την αποκλειστική εκμετάλλευση του προϊόντος των ερευνών τους, τις απέρριψαν όλες στο όνομα της επιστήμης. «Είναι προτάσεις παράλογες. Δεν μπορούμε να κάνουμε εμπόριο με τη ζωή ενός ανθρώπου», απαντούσε η Μαρία Κιουρί.Το όνομα των Κιουρί συνεχίστηκε στην επιστήμη με την κόρη τους Ειρήνη, που σε συνεργασία με τον άνδρα της Φρειδερίκο Ζολιό-Κιουρί (Jean Frédéric Joliot-Curie) (1900-1958) ανακάλυψαν το 1933 τη μέθοδο παραγωγής τεχνητής ραδιενέργειας. Η ώρα της διάσπασης του ατόμου πλησίαζε.

[1] Ένα εκατομμυριοστό του «κιουρί», της μονάδας μέτρησης της ραδιενέργειας που εκπέμπει ένα στοιχείο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: