Ύστερα από τη ζωηρή τάση για ανανέωση, που σημειώνεται σε όλους τους ιατρικούς κλάδους, επόμενο ήταν να ωφεληθεί και η χειρουργική, αφού άλλωστε οι μεγαλύτερες πρόοδοι αφορούσαν τα πεδίο της ανατομικής. Και πράγματι η χειρουργική ανοίγει για λογαριασμό της αποφασιστικούς δρόμους κατά την Αναγέννηση, ιδίως όσον αφορά ορισμένους κλάδους και τύπους επεμβάσεων.
Η ΑΝΑΤΡΗΣΗ ΤΟΥ ΚΡΑΝΙΟΥ
Όπως συμβαίνει συχνά, και στη χειρουργική συναντούμε πλάι – πλάι, επαναστατικές καινοτομίες κι επεμβάσεις που φαίνονται να επιβιώνουν απ' τα βάθη του απώτερου παρελθόντος. Αυτό ισχύει ειδικότερα για την κρανιοανάτρηση, επέμβαση διαδεδομένη σε όλη την αρχαιότητα, με ρίζες που χάνονται στους προϊστορικούς χρόνους. Όπως αναφέραμε, η τεχνική της ανάτρησης αναπτύχθηκε πολύ γρήγορα, με ταυτόχρονη τελειοποίηση των εργαλείων που χρειάζονταν για την εκτέλεσή της, σε τέτοια έκταση που ακόμη και σήμερα μένουμε κατάπληκτοι. Αν διαβάσει κανείς το έργο του Ιπποκράτη «Περί των κεφαλής τραυμάτων»[1] θα εκπλαγεί βλέποντας ότι η τεχνική και ο εξοπλισμός σε εργαλεία έμειναν ουσιαστικά αμετάβλητα μέχρι τον 19ο αιώνα, δηλαδή ως την ανακάλυψη και την εφαρμογή της ασηψίας κι αντισηψίας.
Γεμάτος εμπιστοσύνη στην τελειότητα των μέσων που διέθετε, δε δίσταζε ο ιπποκρατικός ιατρός να εκτελεί την ανάτρηση τού κρανίου σε κάθε ευκαιρία. Έτσι βέβαια κατέληγε στην υπερβολή και τα αποτελέσματα, που δεν μπορούσε φυσικά να είναι πάντα κακά, τον έκαναν σκεπτικιστή και περισσότερο επιφυλακτικό.
Την επίκληση αυτή προς τη σύνεση του ιατρού συναντάμε σε κείμενο του Κέλσου (1ος μ.Χ. αιών), στο οποίο βεβαιώνει ότι «σε κάθε περίπτωση ρωγμής ή κατάγματος του κρανίου, οι παλαιοί ιατροί κατέφευγαν αμέσως στα χειρουργικά εργαλεία. Πάντως είναι πολύ καλύτερο να προσπαθήσει κανείς πρώτα με τα έμπλαστρα, που είναι παρασκευασμένα ειδικά για τις περιπτώσεις κακώσεων του κρανίου». Πάντως παρά τις επιφυλάξεις του, ο Κέλσος περιγράφει τέλεια τη τεχνική των σχετικών επεμβάσεων και τον πλούσιο εξοπλισμό σε εργαλεία, όπως π.χ. ο μηνιγγοφύλαξ, του οποίου δίνει ακριβέστατη περιγραφή.
Οι Άραβες, που ακολουθούν χρονολογικά, με τη γενικότερη επιφύλαξή τους απέναντι σε κάθε αιματηρή επέμβαση, παραμέλησαν και την ανάτρηση του κρανίου, που εφαρμοζόταν από τους μεσαιωνικούς ιατρούς της Δύσης, αν και η στάση τους συνέπιπτε μάλλον προς τις απόψεις του Κέλσου.
Στην Αναγέννηση, η κρανιοανάτρηση αρχίζει ξανά να εκτελείται σε ευρεία κλίμακα. Αυτό οφείλεται αφενός στην επέκταση των ανανεωτικών τάσεων στη χειρουργική και αφετέρου στην ευρεία διάδοση των πυροβόλων όπλων. Τότε και ο εξοπλισμός σε εργαλεία χειρουργικά, που δεν είχε αλλάξει απ' την αρχαιότητα, άρχισε βαθμιαία να τελειοποιείται. Αυτό υπήρξε έργο των χειρουργών του 16ου αιώνα. Μπορούμε να το γνωρίσουμε μέσα απ' τις εικόνες που κοσμούν τα συγγράμματά τους.
ΜΠΕΡΕΝΓΚΑΡΙΟ ΝΤΑ ΚΑΡΠΙ
Από τα βιβλία αυτά, πρέπει να αναφέρουμε πρώτο το έργο του Μπερενγκάριο «Πραγματεία επί του κατάγματος του κρανίου». Στο βιβλίο αυτό που δημοσιεύτηκε το 1518, περίπου 20 αιώνες μετά το ανάλογο έργο του Ιπποκράτη, βρίσκουμε τη πρώτη άρτια περιγραφή και την πρώτη συστηματική εικονογράφηση των εργαλείων που χρησιμοποιούνταν στις κρανιοτομές. Όπως βλέπει κανείς, πολλοί από τους ιατρούς της Αναγέννησης υπήρξαν όχι μόνον ανατόμοι, αλλά και πρακτικοί ιατροί και θαυμάσιοι χειρουργοί, τα δε εργαλεία του Μπερενγκάριο είναι ό,τι τελειότερο υπάρχει στην εποχή του. Η εικόνα που μας δίνει το έργο του με τις περιγραφές για την εικονογράφησή του, τόσο για τη τεχνική της κρανιοτομίας όσο και για τον εξοπλισμό σε χειρουργικά εργαλεία που χρειαζόταν για την εκτέλεσή της, συμπληρώνεται με δυο άλλα βιβλία: τη «Χειρουργική» του Τζιοβάνι Αντρέα ντέλλα Κρότσε (Βενετία, 1573) και «Τα έργα της χειρουργικής» του Αμβρόσιου Παρέ (Λυών, 1641).
Η ΠΛΑΣΤΙΚΗ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ
Η ανακάλυψη της πυρίτιδας κι η χρήση της για πολεμικούς σκοπούς, ενώ δεν απομάκρυνε τα κλασικά όπλα[2] δημιούργησε ένα νέο τύπο πολεμικών τραυμάτων: τα τραύματα από πυροβόλα όπλα. Αλλά δεν ήταν σπάνιοι κι οι τρομακτικοί ακρωτηριασμοί απ' όπλα, όπως οι κεφαλοθραύστες και οι σφύρες, που σχετίζονταν με τη μύτη των πολεμιστών. Πράγματι, αν επισκεφτούμε συλλογές παλαιών όπλων θα έχουμε μια απόδειξη του γεγονότος: το «αλεξίρινο», τμήμα του κράνους του 16ου αιώνα για τη προστασία της μύτης από τέτοιου είδους τραυματισμούς.
Η ανάγκη για την αντιμετώπιση τέτοιων παραμορφωτικών τραυμάτων, που απαιτούσαν διόρθωση, οδήγησε νωρίς στη δημιουργία ενός νέου χειρουργικού κλάδου: της πλαστικής χειρουργικής. Ένας απ' τους πρώτους τύπους των επεμβάσεων αυτών ήταν η ρινοπλαστική. Αρχικά την εκτελούσαν τα μέλη ορισμένων οικογενειών εμπειρικών, στους οποίους μεταβιβαζόταν ως μυστικό από πατέρα σε γιο η τεχνική και τα απαραίτητα για την επέμβαση εργαλεία. Οι περισσότερες από τις οικογένειες αυτές κατάγονταν απ' τη περιοχή τής Καλαβρίας, πράγμα που χαρακτηρίζει τη ρινοπλαστική σαν καθαρά μεσογειακή ιατρική ειδικότητα και ενισχύει ακόμη μια άλλη άποψη: ότι εισαγωγείς της ειδικότητας αυτής στη Σικελία αρχικά και στις άλλες μεσογειακές χώρες αργότερα υπήρξαν οι Άραβες, που με τη σειρά τους την παρέλαβαν απ' την ιατρική της Ανατολής. Πράγματι, σε ινδικά συγγράμματα χειρουργικής μπορούμε να δούμε μια σειρά πινάκων, που εικονογραφούν το κεφάλαιο της ρινοπλαστικής και είναι οι ίδιοι με εκείνους που θα συναντήσουμε αργότερα σε ανάλογα συγγράμματα της Δύσης.
Ο πρώτος επίσημος χειρουργός, που μελέτησε τα προβλήματα της ρινοπλαστικής υπήρξε ο Γκασπάρε Ταλιακότσι, καθηγητής Χειρουργικής και Ανατομικής στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνιας (1586-1596). 11 ολόκληρα χρόνια πριν δημοσιεύσει το μνημειώδες έργο του «Επί της ρινοπλαστικής» (Βενετία, 1597), είχε γράψει μια μακρά επιστολή στον Τζερόλαμο Μερκουριάλε, φημισμένο ιατρό και διακεκριμένο φιλόλογο, που την είχε αφιερώσει στο θέμα της ρινοπλαστικής.
Το βιβλίο του Ταλιακότσι πλουτίζεται με καταπληκτική εικονογράφηση. Αρκεί μια γρήγορη ματιά στις σελίδες του για να μείνει κανείς έκπληκτος απ' την τελειότητα τής μεθόδου που ο συγγραφέας εφάρμοζε επιτυχώς για την εκτέλεση της ρινοπλαστικής. Ο χειρουργός προκαλούσε επιπόλαιες εκδορές στο κολόβωμα της ακρωτηριασμένης μύτης και μεταμόσχευε εκεί ένα τεμάχιο από το δέρμα του βραχίονα του ασθενούς. Το τεμάχιο αυτό εξακολουθούσε να βρίσκεται από το ένα του άκρο συνδεδεμένο με τη περιοχή από την οποία προερχόταν, έτσι που να έχει εξασφαλισμένη κυκλοφορία, μέχρις ότου συνδεθεί οριστικά με τη νέα περιοχή, μέχρι δηλαδή να «πιάσει». Για τον σκοπό αυτόν ο βραχίονας του χειρουργημένου αναστηλωνόταν και στερεωνόταν, για το απαραίτητο χρονικό διάστημα, στη μύτη του. Ύστερα από αυτό, κοβόταν ο μίσχος του μοσχεύματος και το χέρι του έμενε ελεύθερο. Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται και σήμερα στη πλαστική χειρουργική, γνωστή σαν «ιταλική» μέθοδος.
Κάτι που δεν πρέπει να ξεχάσουμε να αναφέρουμε είναι τα ειρωνικά σχόλια που προκάλεσε η μέθοδος του Ταλιακότσι και μάλιστα από διάσημα πρόσωπα, σαν τον Παρέ και το συμμαθητή του Φαλλόπιο, έναν από τους μεγαλύτερους ανατόμους τής εποχής του. Ο Ταλιακότσι όμως, εκτός από πολέμιους, γνώρισε και θαυμαστές: τον Μερκουριάλε και τον Μαλπίγγι, που θα τους αναφέρουμε αργότερα, όπως κι άλλους, μη συμπατριώτες του.
Ο ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΠΑΡΕ
Φαίνεται αρκετά παράξενη υπόθεση η διακωμώδηση του Ταλιακότσι και της ρινοπλαστικής του από επιστήμονες της περιωπής του Φαλλόπιο και του Παρέ, όταν μάλιστα αυτός ο τελευταίος θεωρείται από τους διασημότερους χειρουργούς του 16ου αιώνα, ίσως δε κι όλων των εποχών. Πρέπει ακόμη να σημειωθεί ότι κι ο ίδιος ο Παρέ υπήρξε αντικείμενο ανόητης και κακοήθους κριτικής από τους συγχρόνους του.
Ο Παρέ γεννήθηκε το 1510. Δεν παρακολούθησε καμιά σχολή, αλλά απέκτησε χειρουργική πείρα κοντά σ’ έναν κουρέα – χειρουργό των Παρισίων. Οι επιδιώξεις του Παρέ δεν ήταν προφανώς μεγάλες: ήθελε να γίνει κι αυτός ένας κουρέας – χειρουργός, μέλος της τάξης εκείνης των εμπειρικών, που ήταν αντικείμενα μεγάλης περιφρόνησης από μέρους των ιατρών. Η διαμάχη άλλωστε ανάμεσα στις δυο τάξεις δεν ήταν κάτι καινούργιο, αλλά υπόθεση χρονολογούμενη απ' την αρχαία Αίγυπτο. Στην εποχή του Παρέ οι χειρουργοί είχαν συγκροτήσει την Αδελφότητα των αγίων Κοσμά και Δαμιανού, η οποία μαζί με την αδελφότητα των φαρμακοποιών, αποτελούσε μόνιμο πρόβλημα για τους γιατρούς, που με τη σειρά τους υποστήριζαν ότι είχαν κάθε δικαίωμα να ρυθμίζουν την πρακτική εξάσκηση της ιατρικής τέχνης.
Ύστερα πάντως από μια αξιόλογη προπαρασκευή, κατόρθωσε ο Παρέ να γίνει δεκτός ως «εσωτερικός βοηθός», θα λέγαμε σήμερα, στο Νοσοκομείο «Οτέλ Ντιέ» των Παρισίων, το μεγαλύτερο της εποχής του. Ακολουθούν 10 χρόνια (1536 - 1545) στρατιωτικής υπηρεσίας κατά την εκστρατεία των Γάλλων στην Ιταλία, στην οποία απέκτησε εξαιρετική πείρα στην τραυματολογία.
Εκείνα τα χρόνια πίστευαν ότι τα τραύματα που τα προκαλούσαν πυροβόλα όπλα ήταν δηλητηριασμένα. Έτσι, ακόμη και γνωστοί χειρουργοί, τα θεράπευαν με ειδικά αντίδοτα: καυτό λάδι, κρόκο αυγού, τερεβινθίνη. Κάποια μέρα ο Παρέ, μην έχοντας λάδι στο πεδίο τής μάχης, περιορίστηκε στην απλή επίδεση τέτοιων τραυμάτων. Μετά από λίγες μέρες διαπίστωσε με έκπληξη ότι αντίθετα με ό,τι περίμενε, τα τραύματα είχαν επουλωθεί εξίσου καλά, αν όχι και πιο γρήγορα, από τα τραύματα που θεραπεύονταν με αντίδοτο. Έτσι ο Παρέ κατέρριψε τη θεωρία ότι τα τραύματα που προκαλούνται από πυροβόλα όπλα είναι δηλητηριασμένα. Αλλά προχώρησε και σ' άλλες καινοτομίες. Μέχρι τότε, οι αιμορραγίες αντιμετωπίζονταν με καυτηριασμούς. Ο Παρέ εισήγαγε σε ευρεία κλίμακα την απολίνωση, την περίδεση δηλαδή του αγγείου που αιμορραγούσε με λινό νήμα, κάτι που είχε υποδείξει ο Τζιοβάνι ντα Βίγκο (1450-1525) για τα μεγάλα αγγεία.
Μετά την επιστροφή του από τους πολέμους, ο Παρέ συνδέθηκε με στενή φιλία με τον Τζιάκομο Σίλβιο, που τον παρακίνησε να δημοσιεύσει τα αποτελέσματα των ερευνών του. Έτσι, το 1545, δημοσίευσε το πρώτο βιβλίο του: «Επί της θεραπείας των τραυμάτων εξ αρκεβουζίου» στα γαλλικά, γιατί ο νεαρός χειρουργός δεν γνώριζε ακόμη τα λατινικά. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το προοδευτικό πνεύμα του έργου, προκάλεσε μεγάλο θόρυβο και πολεμική. Ο Παρέ όμως, χωρίς να πτοηθεί καθόλου, συνέχισε το ανανεωτικό του έργο, δημοσιεύοντας το 1549 δεύτερο βιβλίο: «Σύντομη Συλλογή Ανατομικής», που θεωρείται το πρώτο εγχειρίδιο Ανατομικής, γραμμένο σε άλλη γλώσσα εκτός των λατινικών. Στο βιβλίο του αυτό ο Παρέ διακηρύττει ότι η άγνοια από μέρους του της λατινικής κι ελληνικής γλώσσας, δεν αποτελεί κενό για έναν σοβαρό και έμπειρο χειρουργό. Το 1561 ακολουθεί το μεγάλο του σύγγραμμα: «Γενική ανατομική του ανθρωπίνου σώματος», ένα είδος απόδοσης κατ’ ουσία, του έργου του Βεσάλιου σε γαλλική γλώσσα.
Ο Παρέ, πιστός χριστιανός, διασώθηκε ως εκ θαύματος από τη σφαγή της νύχτας του αγίου Βαρθολομαίου, που έγινε με τη καθοδήγηση του φανατικού καθολικού Κάρολου Θ’ της Γαλλίας.
Το 1575 κυκλοφόρησαν όλα τα έργα του Παρέ σε κοινή έκδοση, που την ακολούθησαν άλλες 4. Η τελευταία από αυτές συμπίπτει με το θάνατό του (1590). Με την έκδοση αυτή ο Παρέ δίνει το τελικό χτύπημα στην συντηρητική παράδοση, όχι μόνον αποδεικνύοντας το ανώφελο συνταγών που περιείχαν «σκόνη μούμιας» και «ρινίσματα μονόκερου», αλλά και χαρακτηρίζοντας όλα αυτά τα γιατροσόφια ως προϊόντα τσαρλατανισμού.
Η θέση αυτή του Παρέ ήταν κι η καλύτερη απάντηση στις εναντίον του από καθέδρας ειρωνείες και στο χαρακτηρισμό του ως τσαρλατάνου και αμόρφωτου, επειδή δεν γνώριζε ούτε ελληνικά ούτε λατινικά. Στην απάντηση αυτή διαφαίνεται όχι μόνον η σοβαρότητα του επιστήμονα, αλλά και το σατιρικό πνεύμα και το λεπτό χιούμορ που χαρακτηρίζουν τους Γάλλους. Ο Παρέ υπήρξε πράγματι μεγάλος, ένας από τους προδρόμους της σύγχρονης χειρουργικής.
[1] Ένα από τα 69 έργα τής Ιπποκρατικής Συλλογής.[2] Ενεργούσαν ως τέμνοντα, νύσσοντα και θλώντα όργανα, και εξακολούθησαν να χρησιμοποιούνται σε ευρεία έκταση.
Η ΑΝΑΤΡΗΣΗ ΤΟΥ ΚΡΑΝΙΟΥ
Όπως συμβαίνει συχνά, και στη χειρουργική συναντούμε πλάι – πλάι, επαναστατικές καινοτομίες κι επεμβάσεις που φαίνονται να επιβιώνουν απ' τα βάθη του απώτερου παρελθόντος. Αυτό ισχύει ειδικότερα για την κρανιοανάτρηση, επέμβαση διαδεδομένη σε όλη την αρχαιότητα, με ρίζες που χάνονται στους προϊστορικούς χρόνους. Όπως αναφέραμε, η τεχνική της ανάτρησης αναπτύχθηκε πολύ γρήγορα, με ταυτόχρονη τελειοποίηση των εργαλείων που χρειάζονταν για την εκτέλεσή της, σε τέτοια έκταση που ακόμη και σήμερα μένουμε κατάπληκτοι. Αν διαβάσει κανείς το έργο του Ιπποκράτη «Περί των κεφαλής τραυμάτων»[1] θα εκπλαγεί βλέποντας ότι η τεχνική και ο εξοπλισμός σε εργαλεία έμειναν ουσιαστικά αμετάβλητα μέχρι τον 19ο αιώνα, δηλαδή ως την ανακάλυψη και την εφαρμογή της ασηψίας κι αντισηψίας.
Γεμάτος εμπιστοσύνη στην τελειότητα των μέσων που διέθετε, δε δίσταζε ο ιπποκρατικός ιατρός να εκτελεί την ανάτρηση τού κρανίου σε κάθε ευκαιρία. Έτσι βέβαια κατέληγε στην υπερβολή και τα αποτελέσματα, που δεν μπορούσε φυσικά να είναι πάντα κακά, τον έκαναν σκεπτικιστή και περισσότερο επιφυλακτικό.
Την επίκληση αυτή προς τη σύνεση του ιατρού συναντάμε σε κείμενο του Κέλσου (1ος μ.Χ. αιών), στο οποίο βεβαιώνει ότι «σε κάθε περίπτωση ρωγμής ή κατάγματος του κρανίου, οι παλαιοί ιατροί κατέφευγαν αμέσως στα χειρουργικά εργαλεία. Πάντως είναι πολύ καλύτερο να προσπαθήσει κανείς πρώτα με τα έμπλαστρα, που είναι παρασκευασμένα ειδικά για τις περιπτώσεις κακώσεων του κρανίου». Πάντως παρά τις επιφυλάξεις του, ο Κέλσος περιγράφει τέλεια τη τεχνική των σχετικών επεμβάσεων και τον πλούσιο εξοπλισμό σε εργαλεία, όπως π.χ. ο μηνιγγοφύλαξ, του οποίου δίνει ακριβέστατη περιγραφή.
Οι Άραβες, που ακολουθούν χρονολογικά, με τη γενικότερη επιφύλαξή τους απέναντι σε κάθε αιματηρή επέμβαση, παραμέλησαν και την ανάτρηση του κρανίου, που εφαρμοζόταν από τους μεσαιωνικούς ιατρούς της Δύσης, αν και η στάση τους συνέπιπτε μάλλον προς τις απόψεις του Κέλσου.
Στην Αναγέννηση, η κρανιοανάτρηση αρχίζει ξανά να εκτελείται σε ευρεία κλίμακα. Αυτό οφείλεται αφενός στην επέκταση των ανανεωτικών τάσεων στη χειρουργική και αφετέρου στην ευρεία διάδοση των πυροβόλων όπλων. Τότε και ο εξοπλισμός σε εργαλεία χειρουργικά, που δεν είχε αλλάξει απ' την αρχαιότητα, άρχισε βαθμιαία να τελειοποιείται. Αυτό υπήρξε έργο των χειρουργών του 16ου αιώνα. Μπορούμε να το γνωρίσουμε μέσα απ' τις εικόνες που κοσμούν τα συγγράμματά τους.
ΜΠΕΡΕΝΓΚΑΡΙΟ ΝΤΑ ΚΑΡΠΙ
Από τα βιβλία αυτά, πρέπει να αναφέρουμε πρώτο το έργο του Μπερενγκάριο «Πραγματεία επί του κατάγματος του κρανίου». Στο βιβλίο αυτό που δημοσιεύτηκε το 1518, περίπου 20 αιώνες μετά το ανάλογο έργο του Ιπποκράτη, βρίσκουμε τη πρώτη άρτια περιγραφή και την πρώτη συστηματική εικονογράφηση των εργαλείων που χρησιμοποιούνταν στις κρανιοτομές. Όπως βλέπει κανείς, πολλοί από τους ιατρούς της Αναγέννησης υπήρξαν όχι μόνον ανατόμοι, αλλά και πρακτικοί ιατροί και θαυμάσιοι χειρουργοί, τα δε εργαλεία του Μπερενγκάριο είναι ό,τι τελειότερο υπάρχει στην εποχή του. Η εικόνα που μας δίνει το έργο του με τις περιγραφές για την εικονογράφησή του, τόσο για τη τεχνική της κρανιοτομίας όσο και για τον εξοπλισμό σε χειρουργικά εργαλεία που χρειαζόταν για την εκτέλεσή της, συμπληρώνεται με δυο άλλα βιβλία: τη «Χειρουργική» του Τζιοβάνι Αντρέα ντέλλα Κρότσε (Βενετία, 1573) και «Τα έργα της χειρουργικής» του Αμβρόσιου Παρέ (Λυών, 1641).
Η ΠΛΑΣΤΙΚΗ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ
Η ανακάλυψη της πυρίτιδας κι η χρήση της για πολεμικούς σκοπούς, ενώ δεν απομάκρυνε τα κλασικά όπλα[2] δημιούργησε ένα νέο τύπο πολεμικών τραυμάτων: τα τραύματα από πυροβόλα όπλα. Αλλά δεν ήταν σπάνιοι κι οι τρομακτικοί ακρωτηριασμοί απ' όπλα, όπως οι κεφαλοθραύστες και οι σφύρες, που σχετίζονταν με τη μύτη των πολεμιστών. Πράγματι, αν επισκεφτούμε συλλογές παλαιών όπλων θα έχουμε μια απόδειξη του γεγονότος: το «αλεξίρινο», τμήμα του κράνους του 16ου αιώνα για τη προστασία της μύτης από τέτοιου είδους τραυματισμούς.
Η ανάγκη για την αντιμετώπιση τέτοιων παραμορφωτικών τραυμάτων, που απαιτούσαν διόρθωση, οδήγησε νωρίς στη δημιουργία ενός νέου χειρουργικού κλάδου: της πλαστικής χειρουργικής. Ένας απ' τους πρώτους τύπους των επεμβάσεων αυτών ήταν η ρινοπλαστική. Αρχικά την εκτελούσαν τα μέλη ορισμένων οικογενειών εμπειρικών, στους οποίους μεταβιβαζόταν ως μυστικό από πατέρα σε γιο η τεχνική και τα απαραίτητα για την επέμβαση εργαλεία. Οι περισσότερες από τις οικογένειες αυτές κατάγονταν απ' τη περιοχή τής Καλαβρίας, πράγμα που χαρακτηρίζει τη ρινοπλαστική σαν καθαρά μεσογειακή ιατρική ειδικότητα και ενισχύει ακόμη μια άλλη άποψη: ότι εισαγωγείς της ειδικότητας αυτής στη Σικελία αρχικά και στις άλλες μεσογειακές χώρες αργότερα υπήρξαν οι Άραβες, που με τη σειρά τους την παρέλαβαν απ' την ιατρική της Ανατολής. Πράγματι, σε ινδικά συγγράμματα χειρουργικής μπορούμε να δούμε μια σειρά πινάκων, που εικονογραφούν το κεφάλαιο της ρινοπλαστικής και είναι οι ίδιοι με εκείνους που θα συναντήσουμε αργότερα σε ανάλογα συγγράμματα της Δύσης.
Ο πρώτος επίσημος χειρουργός, που μελέτησε τα προβλήματα της ρινοπλαστικής υπήρξε ο Γκασπάρε Ταλιακότσι, καθηγητής Χειρουργικής και Ανατομικής στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνιας (1586-1596). 11 ολόκληρα χρόνια πριν δημοσιεύσει το μνημειώδες έργο του «Επί της ρινοπλαστικής» (Βενετία, 1597), είχε γράψει μια μακρά επιστολή στον Τζερόλαμο Μερκουριάλε, φημισμένο ιατρό και διακεκριμένο φιλόλογο, που την είχε αφιερώσει στο θέμα της ρινοπλαστικής.
Το βιβλίο του Ταλιακότσι πλουτίζεται με καταπληκτική εικονογράφηση. Αρκεί μια γρήγορη ματιά στις σελίδες του για να μείνει κανείς έκπληκτος απ' την τελειότητα τής μεθόδου που ο συγγραφέας εφάρμοζε επιτυχώς για την εκτέλεση της ρινοπλαστικής. Ο χειρουργός προκαλούσε επιπόλαιες εκδορές στο κολόβωμα της ακρωτηριασμένης μύτης και μεταμόσχευε εκεί ένα τεμάχιο από το δέρμα του βραχίονα του ασθενούς. Το τεμάχιο αυτό εξακολουθούσε να βρίσκεται από το ένα του άκρο συνδεδεμένο με τη περιοχή από την οποία προερχόταν, έτσι που να έχει εξασφαλισμένη κυκλοφορία, μέχρις ότου συνδεθεί οριστικά με τη νέα περιοχή, μέχρι δηλαδή να «πιάσει». Για τον σκοπό αυτόν ο βραχίονας του χειρουργημένου αναστηλωνόταν και στερεωνόταν, για το απαραίτητο χρονικό διάστημα, στη μύτη του. Ύστερα από αυτό, κοβόταν ο μίσχος του μοσχεύματος και το χέρι του έμενε ελεύθερο. Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται και σήμερα στη πλαστική χειρουργική, γνωστή σαν «ιταλική» μέθοδος.
Κάτι που δεν πρέπει να ξεχάσουμε να αναφέρουμε είναι τα ειρωνικά σχόλια που προκάλεσε η μέθοδος του Ταλιακότσι και μάλιστα από διάσημα πρόσωπα, σαν τον Παρέ και το συμμαθητή του Φαλλόπιο, έναν από τους μεγαλύτερους ανατόμους τής εποχής του. Ο Ταλιακότσι όμως, εκτός από πολέμιους, γνώρισε και θαυμαστές: τον Μερκουριάλε και τον Μαλπίγγι, που θα τους αναφέρουμε αργότερα, όπως κι άλλους, μη συμπατριώτες του.
Ο ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΠΑΡΕ
Φαίνεται αρκετά παράξενη υπόθεση η διακωμώδηση του Ταλιακότσι και της ρινοπλαστικής του από επιστήμονες της περιωπής του Φαλλόπιο και του Παρέ, όταν μάλιστα αυτός ο τελευταίος θεωρείται από τους διασημότερους χειρουργούς του 16ου αιώνα, ίσως δε κι όλων των εποχών. Πρέπει ακόμη να σημειωθεί ότι κι ο ίδιος ο Παρέ υπήρξε αντικείμενο ανόητης και κακοήθους κριτικής από τους συγχρόνους του.
Ο Παρέ γεννήθηκε το 1510. Δεν παρακολούθησε καμιά σχολή, αλλά απέκτησε χειρουργική πείρα κοντά σ’ έναν κουρέα – χειρουργό των Παρισίων. Οι επιδιώξεις του Παρέ δεν ήταν προφανώς μεγάλες: ήθελε να γίνει κι αυτός ένας κουρέας – χειρουργός, μέλος της τάξης εκείνης των εμπειρικών, που ήταν αντικείμενα μεγάλης περιφρόνησης από μέρους των ιατρών. Η διαμάχη άλλωστε ανάμεσα στις δυο τάξεις δεν ήταν κάτι καινούργιο, αλλά υπόθεση χρονολογούμενη απ' την αρχαία Αίγυπτο. Στην εποχή του Παρέ οι χειρουργοί είχαν συγκροτήσει την Αδελφότητα των αγίων Κοσμά και Δαμιανού, η οποία μαζί με την αδελφότητα των φαρμακοποιών, αποτελούσε μόνιμο πρόβλημα για τους γιατρούς, που με τη σειρά τους υποστήριζαν ότι είχαν κάθε δικαίωμα να ρυθμίζουν την πρακτική εξάσκηση της ιατρικής τέχνης.
Ύστερα πάντως από μια αξιόλογη προπαρασκευή, κατόρθωσε ο Παρέ να γίνει δεκτός ως «εσωτερικός βοηθός», θα λέγαμε σήμερα, στο Νοσοκομείο «Οτέλ Ντιέ» των Παρισίων, το μεγαλύτερο της εποχής του. Ακολουθούν 10 χρόνια (1536 - 1545) στρατιωτικής υπηρεσίας κατά την εκστρατεία των Γάλλων στην Ιταλία, στην οποία απέκτησε εξαιρετική πείρα στην τραυματολογία.
Εκείνα τα χρόνια πίστευαν ότι τα τραύματα που τα προκαλούσαν πυροβόλα όπλα ήταν δηλητηριασμένα. Έτσι, ακόμη και γνωστοί χειρουργοί, τα θεράπευαν με ειδικά αντίδοτα: καυτό λάδι, κρόκο αυγού, τερεβινθίνη. Κάποια μέρα ο Παρέ, μην έχοντας λάδι στο πεδίο τής μάχης, περιορίστηκε στην απλή επίδεση τέτοιων τραυμάτων. Μετά από λίγες μέρες διαπίστωσε με έκπληξη ότι αντίθετα με ό,τι περίμενε, τα τραύματα είχαν επουλωθεί εξίσου καλά, αν όχι και πιο γρήγορα, από τα τραύματα που θεραπεύονταν με αντίδοτο. Έτσι ο Παρέ κατέρριψε τη θεωρία ότι τα τραύματα που προκαλούνται από πυροβόλα όπλα είναι δηλητηριασμένα. Αλλά προχώρησε και σ' άλλες καινοτομίες. Μέχρι τότε, οι αιμορραγίες αντιμετωπίζονταν με καυτηριασμούς. Ο Παρέ εισήγαγε σε ευρεία κλίμακα την απολίνωση, την περίδεση δηλαδή του αγγείου που αιμορραγούσε με λινό νήμα, κάτι που είχε υποδείξει ο Τζιοβάνι ντα Βίγκο (1450-1525) για τα μεγάλα αγγεία.
Μετά την επιστροφή του από τους πολέμους, ο Παρέ συνδέθηκε με στενή φιλία με τον Τζιάκομο Σίλβιο, που τον παρακίνησε να δημοσιεύσει τα αποτελέσματα των ερευνών του. Έτσι, το 1545, δημοσίευσε το πρώτο βιβλίο του: «Επί της θεραπείας των τραυμάτων εξ αρκεβουζίου» στα γαλλικά, γιατί ο νεαρός χειρουργός δεν γνώριζε ακόμη τα λατινικά. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το προοδευτικό πνεύμα του έργου, προκάλεσε μεγάλο θόρυβο και πολεμική. Ο Παρέ όμως, χωρίς να πτοηθεί καθόλου, συνέχισε το ανανεωτικό του έργο, δημοσιεύοντας το 1549 δεύτερο βιβλίο: «Σύντομη Συλλογή Ανατομικής», που θεωρείται το πρώτο εγχειρίδιο Ανατομικής, γραμμένο σε άλλη γλώσσα εκτός των λατινικών. Στο βιβλίο του αυτό ο Παρέ διακηρύττει ότι η άγνοια από μέρους του της λατινικής κι ελληνικής γλώσσας, δεν αποτελεί κενό για έναν σοβαρό και έμπειρο χειρουργό. Το 1561 ακολουθεί το μεγάλο του σύγγραμμα: «Γενική ανατομική του ανθρωπίνου σώματος», ένα είδος απόδοσης κατ’ ουσία, του έργου του Βεσάλιου σε γαλλική γλώσσα.
Ο Παρέ, πιστός χριστιανός, διασώθηκε ως εκ θαύματος από τη σφαγή της νύχτας του αγίου Βαρθολομαίου, που έγινε με τη καθοδήγηση του φανατικού καθολικού Κάρολου Θ’ της Γαλλίας.
Το 1575 κυκλοφόρησαν όλα τα έργα του Παρέ σε κοινή έκδοση, που την ακολούθησαν άλλες 4. Η τελευταία από αυτές συμπίπτει με το θάνατό του (1590). Με την έκδοση αυτή ο Παρέ δίνει το τελικό χτύπημα στην συντηρητική παράδοση, όχι μόνον αποδεικνύοντας το ανώφελο συνταγών που περιείχαν «σκόνη μούμιας» και «ρινίσματα μονόκερου», αλλά και χαρακτηρίζοντας όλα αυτά τα γιατροσόφια ως προϊόντα τσαρλατανισμού.
Η θέση αυτή του Παρέ ήταν κι η καλύτερη απάντηση στις εναντίον του από καθέδρας ειρωνείες και στο χαρακτηρισμό του ως τσαρλατάνου και αμόρφωτου, επειδή δεν γνώριζε ούτε ελληνικά ούτε λατινικά. Στην απάντηση αυτή διαφαίνεται όχι μόνον η σοβαρότητα του επιστήμονα, αλλά και το σατιρικό πνεύμα και το λεπτό χιούμορ που χαρακτηρίζουν τους Γάλλους. Ο Παρέ υπήρξε πράγματι μεγάλος, ένας από τους προδρόμους της σύγχρονης χειρουργικής.
[1] Ένα από τα 69 έργα τής Ιπποκρατικής Συλλογής.[2] Ενεργούσαν ως τέμνοντα, νύσσοντα και θλώντα όργανα, και εξακολούθησαν να χρησιμοποιούνται σε ευρεία έκταση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου