Αν ο Σεν Μαρκ Ζιραρντέν, μεγάλος θεατρικός κριτικός και καθηγητής στη Σορβόννη, δεν είχε απορρίψει την πρώτη πράξη από την τραγωδία «Αρθούρος της Βρετάνης», που είχε γράψει ο Κλωντ Μπερνάρ, θα μας ήταν ίσως σήμερα γνωστός ως διάσημος θεατρικός συγγραφέας.
Ο διδάσκαλος της σύγχρονης φυσιολογίας είχε μια ζωή απλή. Γεννήθηκε το 1813 στο Σεν Ζιλιέν του Μποζολέ από χωρικό πατέρα που τον έστειλε να σπουδάσει φαρμακοποιός. Για δύο χρόνια ο νεαρός Κλωντ έβραζε βότανα και κάπνιζε ρεβέντι κοντά σ’ ένα φαρμακοποιό της Βεζ στα περίχωρα της Λυών.
Τον τραβούσε όμως το Παρίσι και πιο πολύ τα παλκοσένικά του, εκεί που είχε την ελπίδα να ανεβάσει το «Ρόδο του Ροδανού» που έγραφε στο πίσω δωμάτιο του φαρμακείου. Ενθαρρυμένος από κάποια χλιαρή επιδοκιμασία, γράφει την πρώτη πράξη μιας τραγωδίας, του «Αρθούρου της Βρετάνης» και τη δείχνει στον κριτικό Ζιραρντέν. Αυτός, ναι μεν τον συμβουλεύει να ασχολείται με τη λογοτεχνία στις ελεύθερες ώρες του, του συνιστά όμως να αποκτήσει και ένα βιοποριστικό επάγγελμα. «Έχετε σπουδάσει φαρμακοποιός», του είπε, «να σπουδάσετε ιατρική και με αυτήν θα βγάζετε ασφαλώς το ψωμί σας». Ο Κλωντ Μπερνάρ ακολούθησε τη συμβουλή με κρύα καρδιά.
Στο εργαστήριο φυσιολογίας του Κολλεγίου της Γαλλίας κατέκτησε αμέσως τη συμπάθεια του μεγάλου διδασκάλου του, του Μαζαντί. Έτσι έγινε βοηθός του με έργο να προετοιμάζει τα πειράματα που ήταν να γίνουν μπροστά στους φοιτητές. Κάπου-κάπου αντικαθιστούσε τον καθηγητή. Τέλος, τον Οκτώβριο του 1855 τον διαδέχθηκε στην έδρα της πειραματικής φυσιολογίας. Από εκεί αρχίζει η καταπληκτική του σταδιοδρομία ως ερευνητή.
Ο Μαζαντί συμβούλευε πάντοτε: «Αφήνετε τη φαντασία σας, όπως βγάζετε το πανωφόρι σας, μπαίνοντας στο εργαστήριο. Να την ξαναπάρετε όπως ξαναβάζετε το πανωφόρι σας, βγαίνοντας από το εργαστήριο... βάζετέ την στην άκρη, εγκαταλείψτε την, την ώρα των πειραμάτων, αλλιώς θα εμποδίζει την ικανότητά σας για παρατήρηση». Ο Μπερνάρ, με τη σειρά του, έλεγε στους δικούς του μαθητές: «Στα μαθήματά μου προτιμώ να αποφεύγω τις γενικότητες και τις εύκολες ταξινομήσεις, γιατί πιστεύω ότι η φυσιολογία δεν επιτρέπει τον τρόπο αυτό της ενέργειας. Προτιμώ να μεταφέρω το εργαστήριό μου κάτω από τα μάτια σας, να σας έχω μπροστά στις έρευνές μου, που είναι κάποτε αυτοσχέδιες, χωρίς να σας κρύβω τίποτα από τις ατέλειες και τις δυσκολίες που τις συνοδεύουν».
Κάθε έρευνα του Κλωντ Μπερνάρ είχε τη γοητεία μιας καταπληκτικής περιπέτειας. Αυτό ίσχυε όταν μελετούσε την ανατομική της χορδής του τυμπάνου, το γαστρικό υγρό (ήταν το θέμα της διδακτορικής του διατριβής), τα αγγειοκινητικά νεύρα και την επίδραση του νευρικού συστήματος επί της τοπικής κυκλοφορίας, τον μηχανισμό της ενέργειας του κουραρίου, πολύτιμου φαρμάκου της σημερινής αναισθησιολογίας, και του μονοξειδίου του άνθρακα, τη ζωική θερμότητα, το πάγκρεας κλπ. Τη γλυκογενετική λειτουργία του ήπατος ανακάλυψε το 1843. Μέχρι τότε πίστευαν ότι το σάκχαρο του οργανισμού των ζώων προέρχεται αναγκαστικά από τις σακχαρούχες τροφές τους. Αλλά μελετώντας τον διαβήτη, ο Κλωντ Μπερνάρ έπεισε ότι υπάρχει ένα όργανο ή ένας παράγοντας που παράγει τη γλυκόζη.
Για να εξακριβώσει πώς αποβάλλεται το σάκχαρο από τον οργανισμό, υπέβαλε ένα σκύλο σε διατροφή με σακχαρώδεις ουσίες και ύστερα από επτά ημέρες του άνοιξε την κοιλιά την ώρα της πέψης. Παρατήρησε τότε ότι το αίμα των φλεβών που έβγαιναν από το ήπαρ περιέχει υψηλό ποσοστό σακχάρου. Συνεπώς το ήπαρ δεν αποσυνέθετε τη γλυκόζη. Προτού μελετήσει τις αντιδράσεις των άλλων οργάνων, έκανε ένα δεύτερο πείραμα. Θυσίασε ένα σκύλο που επί επτά ημέρες τρεφόταν με τροφές που δεν περιείχαν σάκχαρο και διαπίστωσε ότι το αίμα που προερχόταν από το ήπαρ του, περιείχε και πάλι σημαντικό ποσοστό σακχάρου. Άρα οι υδατάνθρακες δεν προέρχονται υποχρεωτικά από τις τροφές που λαμβάνει το ζώο.
Ύστερα από μια κοπιώδη σειρά πειραμάτων, ο Κλωντ Μπερνάρ απέδειξε ότι το σάκχαρο αποθηκεύεται στο ήπαρ με τη μορφή του γλυκογόνου. Άρα, στους ιστούς του οργάνου αυτού πραγματοποιούνται βιοχημικές αντιδράσεις που αποκαλύπτουν ότι το ήπαρ δεν είναι απλώς ένας προστατευτικός φραγμός, αλλά και ένα εργαστήριο που δημιουργεί νέα στοιχεία.
Κατά τη διάρκεια των ερευνών του ο Κλωντ Μπερνάρ πέτυχε να απομονώσει το γλυκογόνο, που το χαρακτήρισε ως «έσω έκκριση», όρος που μπαίνει στην ιατρική βιβλιογραφία χάρις στον Γάλλο σοφό. Από την ανακάλυψη αυτή πηγάζει όλη η μεθοδολογία του που την καθιερώνει με το έργο του «Εισαγωγή στη μελέτη της πειραματικής ιατρικής» (1865).
Από τον καιρό του Ιπποκράτη, οι γιατροί ζητούσαν να συνδυάσουν τις επιστημονικές τους θεωρίες με κάποιο φιλοσοφικό σύστημα. Για τον Κλωντ Μπερνάρ η ανωτερότητα της πειραματικής μεθόδου στη φυσιολογία και την παθολογία ήταν πέρα πάσης συζήτησης. Στο έργο του που μνημονεύσαμε, ορίζει τις ιδιότητες και τον τρόπο του σκέπτεσθαι του πειραματιστή, διευκρινίζει τις διαφορές μεταξύ παρατήρησης και περάματος και θέτει μια σαφή αρχή: «Υπάρχει απόλυτη αιτιοκρατία στις συνθήκες της ύπαρξης των φυσικών φαινομένων, τόσο στους ζωντανούς οργανισμούς, όσο και στην αδρανή ύλη». Καταπολεμάει τις τάσεις των παθολογοανατόμων της εποχής του και αρνείται την υποταγή της πειραματικής μεθόδου σε αυθαίρετες ταξινομήσεις. «Δεν πρέπει να είμαστε ούτε ανιμιστές, ούτε βιταλιστές. Η πειραματική μέθοδος, με το να είναι μέθοδος επιστημονική, βασίζεται μόνο στην επαλήθευση δια της εμπειρίας μιας επιστημονικής υπόθεσης».
Με το έργο του ο Κλωντ Μπερνάρ ανοίγει νέα εποχή για τη φυσιολογία και γενικότερα την ιατρική. Είναι ο πρώτος που εισήγαγε την αντίληψη ότι ο πειραματισμός πρέπει να ξεκινά από μια υπόθεση, κι αν το αποτέλεσμα είναι αντίθετο από τις προσδοκίες μας, αυτό πρέπει να παρακινεί σε νέα υπόθεση και νέα πειράματα, ώσπου κάποια από όλες να αποδειχθεί σωστή. Αυτό σε γενικές γραμμές υπήρξε το συμπέρασμα του βιβλίου που του άνοιξε τις πύλες της Γαλλικής Ακαδημίας.
Η ζωή του Κλωντ Μπερνάρ στάθηκε βασανισμένη. Ο μεγάλος σοφός θυσίασε και τις πιο ανθρώπινες οικογενειακές χαρές για χάρη της αγωνιώδους αναζήτησης της γνώσης. Σύντομα τον εγκατέλειψε η γυναίκα του, παίρνοντας μαζί της και τις δυο κόρες τους, με την κατηγορία ότι «κακοποιεί ζώα, απομακρύνεται από τις θρησκευτικές αντιλήψεις και παραιτείται για χάρη χυδαίων πειραμάτων, από τη σταδιοδρομία ενός πλούσιου ιατρού του συρμού». Η κοινωνία όμως αναγνώριζε το έργο του. Το 1848 έγινε ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής. Το αιτιολογικό όμως της ανακήρυξης, χάρη στην ανοησία των αιώνιων γραφειοκρατών, έγραφε: «Δια το έξοχο έργο του επί των... μουσικών (!) ιδιοτήτων του παγκρέατος». Λίγο πριν από το 1870 ο Ναπολέων Γ' τον επέλεξε για την αυτοκρατορική γερουσία. Αλλά και πολλές άλλες τιμές, πολλές φορές ενοχλητικές, ήλθαν να τον συναντήσουν στο κρύο εργαστήριό του στο Παρίσι, μέσα στο οποίο προσβλήθηκε από νεφρίτιδα, που τον οδήγησε στο θάνατο τον Φεβρουάριο του 1878.
Η στάση του απέναντι στη θρησκευτική πίστη εξακολουθεί και σήμερα να αποτελεί σημείο αντιλεγόμενο. Ο περίφημος «ντετερμινισμός» του δεν του επέτρεπε να εισαγάγει στα πεδία των φυσιολογικών του ερευνών μεταφυσικές απόψεις που δεν προσφέρονταν στην πειραματική απόδειξη. Ο Κλωντ Μπερνάρ όμως δεν υπήρξε υλιστής. Ο ίδιος παραδεχόταν μια «αρχική αιτία» για τον κόσμο, θεωρούσε το θρησκευτικό συναίσθημα αναπαλλοτρίωτο και δεχόταν ότι η επιστήμη δεν είναι σε θέση να αμφισβητήσει την ύπαρξη της ψυχής και του Θεού.Ο Κλωντ Μπερνάρ έκανε τη φυσιολογία επιστήμη. «Η ιατρική δεν πεθαίνει στο νοσοκομείο», έλεγε, «όπως πιστεύει ο κόσμος. Το νοσοκομείο δεν είναι παρά το λίκνο της».
Ο διδάσκαλος της σύγχρονης φυσιολογίας είχε μια ζωή απλή. Γεννήθηκε το 1813 στο Σεν Ζιλιέν του Μποζολέ από χωρικό πατέρα που τον έστειλε να σπουδάσει φαρμακοποιός. Για δύο χρόνια ο νεαρός Κλωντ έβραζε βότανα και κάπνιζε ρεβέντι κοντά σ’ ένα φαρμακοποιό της Βεζ στα περίχωρα της Λυών.
Τον τραβούσε όμως το Παρίσι και πιο πολύ τα παλκοσένικά του, εκεί που είχε την ελπίδα να ανεβάσει το «Ρόδο του Ροδανού» που έγραφε στο πίσω δωμάτιο του φαρμακείου. Ενθαρρυμένος από κάποια χλιαρή επιδοκιμασία, γράφει την πρώτη πράξη μιας τραγωδίας, του «Αρθούρου της Βρετάνης» και τη δείχνει στον κριτικό Ζιραρντέν. Αυτός, ναι μεν τον συμβουλεύει να ασχολείται με τη λογοτεχνία στις ελεύθερες ώρες του, του συνιστά όμως να αποκτήσει και ένα βιοποριστικό επάγγελμα. «Έχετε σπουδάσει φαρμακοποιός», του είπε, «να σπουδάσετε ιατρική και με αυτήν θα βγάζετε ασφαλώς το ψωμί σας». Ο Κλωντ Μπερνάρ ακολούθησε τη συμβουλή με κρύα καρδιά.
Στο εργαστήριο φυσιολογίας του Κολλεγίου της Γαλλίας κατέκτησε αμέσως τη συμπάθεια του μεγάλου διδασκάλου του, του Μαζαντί. Έτσι έγινε βοηθός του με έργο να προετοιμάζει τα πειράματα που ήταν να γίνουν μπροστά στους φοιτητές. Κάπου-κάπου αντικαθιστούσε τον καθηγητή. Τέλος, τον Οκτώβριο του 1855 τον διαδέχθηκε στην έδρα της πειραματικής φυσιολογίας. Από εκεί αρχίζει η καταπληκτική του σταδιοδρομία ως ερευνητή.
Ο Μαζαντί συμβούλευε πάντοτε: «Αφήνετε τη φαντασία σας, όπως βγάζετε το πανωφόρι σας, μπαίνοντας στο εργαστήριο. Να την ξαναπάρετε όπως ξαναβάζετε το πανωφόρι σας, βγαίνοντας από το εργαστήριο... βάζετέ την στην άκρη, εγκαταλείψτε την, την ώρα των πειραμάτων, αλλιώς θα εμποδίζει την ικανότητά σας για παρατήρηση». Ο Μπερνάρ, με τη σειρά του, έλεγε στους δικούς του μαθητές: «Στα μαθήματά μου προτιμώ να αποφεύγω τις γενικότητες και τις εύκολες ταξινομήσεις, γιατί πιστεύω ότι η φυσιολογία δεν επιτρέπει τον τρόπο αυτό της ενέργειας. Προτιμώ να μεταφέρω το εργαστήριό μου κάτω από τα μάτια σας, να σας έχω μπροστά στις έρευνές μου, που είναι κάποτε αυτοσχέδιες, χωρίς να σας κρύβω τίποτα από τις ατέλειες και τις δυσκολίες που τις συνοδεύουν».
Κάθε έρευνα του Κλωντ Μπερνάρ είχε τη γοητεία μιας καταπληκτικής περιπέτειας. Αυτό ίσχυε όταν μελετούσε την ανατομική της χορδής του τυμπάνου, το γαστρικό υγρό (ήταν το θέμα της διδακτορικής του διατριβής), τα αγγειοκινητικά νεύρα και την επίδραση του νευρικού συστήματος επί της τοπικής κυκλοφορίας, τον μηχανισμό της ενέργειας του κουραρίου, πολύτιμου φαρμάκου της σημερινής αναισθησιολογίας, και του μονοξειδίου του άνθρακα, τη ζωική θερμότητα, το πάγκρεας κλπ. Τη γλυκογενετική λειτουργία του ήπατος ανακάλυψε το 1843. Μέχρι τότε πίστευαν ότι το σάκχαρο του οργανισμού των ζώων προέρχεται αναγκαστικά από τις σακχαρούχες τροφές τους. Αλλά μελετώντας τον διαβήτη, ο Κλωντ Μπερνάρ έπεισε ότι υπάρχει ένα όργανο ή ένας παράγοντας που παράγει τη γλυκόζη.
Για να εξακριβώσει πώς αποβάλλεται το σάκχαρο από τον οργανισμό, υπέβαλε ένα σκύλο σε διατροφή με σακχαρώδεις ουσίες και ύστερα από επτά ημέρες του άνοιξε την κοιλιά την ώρα της πέψης. Παρατήρησε τότε ότι το αίμα των φλεβών που έβγαιναν από το ήπαρ περιέχει υψηλό ποσοστό σακχάρου. Συνεπώς το ήπαρ δεν αποσυνέθετε τη γλυκόζη. Προτού μελετήσει τις αντιδράσεις των άλλων οργάνων, έκανε ένα δεύτερο πείραμα. Θυσίασε ένα σκύλο που επί επτά ημέρες τρεφόταν με τροφές που δεν περιείχαν σάκχαρο και διαπίστωσε ότι το αίμα που προερχόταν από το ήπαρ του, περιείχε και πάλι σημαντικό ποσοστό σακχάρου. Άρα οι υδατάνθρακες δεν προέρχονται υποχρεωτικά από τις τροφές που λαμβάνει το ζώο.
Ύστερα από μια κοπιώδη σειρά πειραμάτων, ο Κλωντ Μπερνάρ απέδειξε ότι το σάκχαρο αποθηκεύεται στο ήπαρ με τη μορφή του γλυκογόνου. Άρα, στους ιστούς του οργάνου αυτού πραγματοποιούνται βιοχημικές αντιδράσεις που αποκαλύπτουν ότι το ήπαρ δεν είναι απλώς ένας προστατευτικός φραγμός, αλλά και ένα εργαστήριο που δημιουργεί νέα στοιχεία.
Κατά τη διάρκεια των ερευνών του ο Κλωντ Μπερνάρ πέτυχε να απομονώσει το γλυκογόνο, που το χαρακτήρισε ως «έσω έκκριση», όρος που μπαίνει στην ιατρική βιβλιογραφία χάρις στον Γάλλο σοφό. Από την ανακάλυψη αυτή πηγάζει όλη η μεθοδολογία του που την καθιερώνει με το έργο του «Εισαγωγή στη μελέτη της πειραματικής ιατρικής» (1865).
Από τον καιρό του Ιπποκράτη, οι γιατροί ζητούσαν να συνδυάσουν τις επιστημονικές τους θεωρίες με κάποιο φιλοσοφικό σύστημα. Για τον Κλωντ Μπερνάρ η ανωτερότητα της πειραματικής μεθόδου στη φυσιολογία και την παθολογία ήταν πέρα πάσης συζήτησης. Στο έργο του που μνημονεύσαμε, ορίζει τις ιδιότητες και τον τρόπο του σκέπτεσθαι του πειραματιστή, διευκρινίζει τις διαφορές μεταξύ παρατήρησης και περάματος και θέτει μια σαφή αρχή: «Υπάρχει απόλυτη αιτιοκρατία στις συνθήκες της ύπαρξης των φυσικών φαινομένων, τόσο στους ζωντανούς οργανισμούς, όσο και στην αδρανή ύλη». Καταπολεμάει τις τάσεις των παθολογοανατόμων της εποχής του και αρνείται την υποταγή της πειραματικής μεθόδου σε αυθαίρετες ταξινομήσεις. «Δεν πρέπει να είμαστε ούτε ανιμιστές, ούτε βιταλιστές. Η πειραματική μέθοδος, με το να είναι μέθοδος επιστημονική, βασίζεται μόνο στην επαλήθευση δια της εμπειρίας μιας επιστημονικής υπόθεσης».
Με το έργο του ο Κλωντ Μπερνάρ ανοίγει νέα εποχή για τη φυσιολογία και γενικότερα την ιατρική. Είναι ο πρώτος που εισήγαγε την αντίληψη ότι ο πειραματισμός πρέπει να ξεκινά από μια υπόθεση, κι αν το αποτέλεσμα είναι αντίθετο από τις προσδοκίες μας, αυτό πρέπει να παρακινεί σε νέα υπόθεση και νέα πειράματα, ώσπου κάποια από όλες να αποδειχθεί σωστή. Αυτό σε γενικές γραμμές υπήρξε το συμπέρασμα του βιβλίου που του άνοιξε τις πύλες της Γαλλικής Ακαδημίας.
Η ζωή του Κλωντ Μπερνάρ στάθηκε βασανισμένη. Ο μεγάλος σοφός θυσίασε και τις πιο ανθρώπινες οικογενειακές χαρές για χάρη της αγωνιώδους αναζήτησης της γνώσης. Σύντομα τον εγκατέλειψε η γυναίκα του, παίρνοντας μαζί της και τις δυο κόρες τους, με την κατηγορία ότι «κακοποιεί ζώα, απομακρύνεται από τις θρησκευτικές αντιλήψεις και παραιτείται για χάρη χυδαίων πειραμάτων, από τη σταδιοδρομία ενός πλούσιου ιατρού του συρμού». Η κοινωνία όμως αναγνώριζε το έργο του. Το 1848 έγινε ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής. Το αιτιολογικό όμως της ανακήρυξης, χάρη στην ανοησία των αιώνιων γραφειοκρατών, έγραφε: «Δια το έξοχο έργο του επί των... μουσικών (!) ιδιοτήτων του παγκρέατος». Λίγο πριν από το 1870 ο Ναπολέων Γ' τον επέλεξε για την αυτοκρατορική γερουσία. Αλλά και πολλές άλλες τιμές, πολλές φορές ενοχλητικές, ήλθαν να τον συναντήσουν στο κρύο εργαστήριό του στο Παρίσι, μέσα στο οποίο προσβλήθηκε από νεφρίτιδα, που τον οδήγησε στο θάνατο τον Φεβρουάριο του 1878.
Η στάση του απέναντι στη θρησκευτική πίστη εξακολουθεί και σήμερα να αποτελεί σημείο αντιλεγόμενο. Ο περίφημος «ντετερμινισμός» του δεν του επέτρεπε να εισαγάγει στα πεδία των φυσιολογικών του ερευνών μεταφυσικές απόψεις που δεν προσφέρονταν στην πειραματική απόδειξη. Ο Κλωντ Μπερνάρ όμως δεν υπήρξε υλιστής. Ο ίδιος παραδεχόταν μια «αρχική αιτία» για τον κόσμο, θεωρούσε το θρησκευτικό συναίσθημα αναπαλλοτρίωτο και δεχόταν ότι η επιστήμη δεν είναι σε θέση να αμφισβητήσει την ύπαρξη της ψυχής και του Θεού.Ο Κλωντ Μπερνάρ έκανε τη φυσιολογία επιστήμη. «Η ιατρική δεν πεθαίνει στο νοσοκομείο», έλεγε, «όπως πιστεύει ο κόσμος. Το νοσοκομείο δεν είναι παρά το λίκνο της».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου