22/9/08

Το μικροσκόπιο στην υπόλοιπη Ευρώπη [34]

«Πρέπει να κάνουμε ένα διαχωρισμό και μια διαίρεση των σωμάτων, όχι βέβαια χρησιμοποιώντας τη φωτιά, αλλά μεταχειριζόμενοι τη λογική και την επαγωγική μέθοδο, που οδηγεί στην αλήθεια με τη βοήθεια του πειράματος και συγκρίνοντας με άλλα σώματα και ανάγοντάς τα στα απλά φυσικά στοιχεία και τις μορφές τους, που αθροίζονται και μπαίνουν σε αμοιβαία σχέση μέσα στο σύνθετο όργανο».
Οι γραμμές αυτές, που θα μπορούσαν και σήμερα να προλογίσουν ένα επιστημονικό σύγγραμμα, προέρχονται από ένα από τα «ιερά βιβλία» της επιστήμης, τα οποία γράφηκαν τον 17ο αιώνα, από το «Νέο Όργανο» του Βάκωνα (Francis Bacon), που δημοσιεύτηκε στο Λονδίνο το 1620.
Να όμως που κι ο Γαλιλαίος, σ’ ένα «απόσπασμά» του με ακαθόριστη χρονολογία, γράφει τα ίδια πράγματα συζητώντας τη διαδικασία της ωρίμανσης των καρπών, κάτω από την επίδραση της θερμότητας και του ψύχους. Έτσι και στα δυο κείμενα συναντάμε τα πρώτα σπέρματα της συγκριτικής ανατομικής: την εφαρμογή της ατομικής αρχής (τη διαίρεση σε απλά σώματα που προτείνει ο Βάκων) και της μηχανιστικής αρχής στην ερμηνεία των φυσικών φαινομένων. Στα κείμενα του Γαλιλαίου, η ωρίμανση των οπωρικών γίνεται με τελείως μηχανικό τρόπο, με βάση την κοινή λεπτή κατασκευή όλων των καρπών.
Ακολουθώντας τον ίδιο δρόμο θ’ ανακαλύψει ο Μαλπίγγι σαν βάση της κατασκευής του ήπατος λοβία, κοινό στοιχείο στο ήπαρ κάθε ζώου που είναι άλλοτε περισσότερο κι άλλοτε λιγότερο ομοιογενές, χωρίς να παύει να περιέχει τα ίδια αυτά βασικά στοιχεία κατασκευής.
Η παρατήρηση αυτή του Μαλπίγγι («Περί της λεπτής υφής των σπλάγχνων», Μπολόνια, 1666), ό,τι αναφέρει ο Γαλιλαίος για τα «κυστίδια» που αποτελούν όλους τους καρπούς και η επαγωγική μέθοδος που τοποθετείται από το Βάκωνα σαν βάση της νέας επιστήμης, όλα κινούνται στον ίδιο κύκλο της ανανέωσης που σείει από τα θεμέλια την επιστημονική Ευρώπη του 17ου αιώνα.
Σε μια τέτοια κίνηση κανείς δεν μπορούσε να μείνει απαθής, εκτός αν θεληματικά έκλεινε τα μάτια ή ήταν τόσο κοντόφθαλμος και είχε τέτοια πνευματική τεμπελιά ώστε να αρκείται στην επιβεβαίωση των δεδομένων της παράδοσης. Από εδώ ξεκίνησαν σκληροί αγώνες και τραχιές πολεμικές, κάποτε γεμάτες από την πίκρα του φθόνου, που δεν ήταν κάτι το σπάνιο για τους συντηρητικούς της εποχής εκείνης: η μεγαλοφυΐα που καινοτομεί ενοχλεί πάντα την ειρηνική μετριότητα, όταν την προσκαλεί να υποβληθεί στον κόπο να σκεφτεί, να ερευνήσει, να αποκαλύψει!
Πολλοί ενοχλήθηκαν, και τότε, στο μακάριο ύπνο τους. Αλλά και πολλοί κατόρθωσαν να συλλάβουν το νόημα του σαλπίσματος του Βάκωνα, του Καρτέσιου και του Γαλιλαίου. Κι έδωσαν στο αναγεννητικό κίνημα ολόκληρη τη ψυχή τους.

Ο ΝΕΕΜΙΑΣ ΓΚΡΙΟΥ
Άγγλος φυτοανατόμος, υπήρξε από τους πρώτους που συνέλαβαν τη σημασία της μελέτης των προβλημάτων των ζωντανών οργανισμών επί συγκριτικής βάσης. Ο Ν. Γκριού (1641-1712) ήταν από τα πρώτα μέλη της Βασιλικής Εταιρείας του Λονδίνου. Η σύλληψή του αυτή δεν περιέχεται όπως θα περίμενε κανείς στο έργο του «Συγκριτική ανατομική των κορμών» (1685), αλλά στην «Ανατομική των φυτών» του.
Αν και ο όρος «συγκριτική ανατομική» βρίσκεται για πρώτη φορά στον τίτλο του πρώτου έργου, όμως ο καρπός των οξυδερκών και λεπτότατων παρατηρήσεων του συγγραφέα, που συγκεντρώθηκαν με το πνεύμα αυτής της μορφής της ανατομικής, παρουσιάζεται στο δεύτερο έργο του: στη σειρά των ομολόγων οργάνων, που ανακαλύπτει στα διάφορα φυτά, διαπιστώνει την κοινή βασική κατασκευή τους.
Βέβαια, τα φυτικά κύτταρα, που ο Γκριού ερμηνεύει σαν «φυσαλίδες» που προέρχονται από κάποια ζύμωση, είχαν κιόλας παρατηρηθεί από τον Μαλπίγγι. Υπάρχει όμως και η εντελώς προσωπική του προσφορά, που του εξασφαλίζει μια περίοπτη θέση στην ιστορία της ενθουσιώδους εκείνης εποχής. Είναι οι αρχές της συγκριτικής μεθόδου και οι μελέτες του πάνω στις γεννητικές λειτουργίες στα φυτά, με την αναγνώριση της αποστολής της γύρης στην αναπαραγωγή τους.

Ο ΡΟΜΠΕΡΤ ΧΟΥΚ
Δυο περίεργες ιδιοφυίες έχει ακόμα να μας παρουσιάσει η ιστορία της εποχής που συζητάμε. Είναι ο Ολλανδός Άντον Βαν Λέβενχουκ (Anton van Leeuwenhoek) και ο Άγγλος Ρόμπερτ Χουκ (Robert Hooke). Μετριοπαθής και σχολαστικός ο πρώτος, ζωηρός χαρακτήρας ο δεύτερος, αποτέλεσαν βασικούς συντελεστές προόδου της νέας επιστήμης.
Ο Χουκ (νησί Ουάιτ, 1637) είχε δείξει από την παιδική του ηλικία μια ιδιαίτερη επίδοση στη μηχανική. Οι σπουδές του υπήρξαν ακατάστατες, όπως ήταν και όλα τα επιστημονικά του ενδιαφέροντα, αν και ποτέ δεν τους έλειψε το γνώρισμα του μεγαλοφυούς. Το 1662 έγινε βοηθός της Βασιλικής Εταιρείας στα επιστημονικά πειράματα και ύστερα από ένα χρόνο μέλος της.
Ο Χουκ, μαθηματικός, φυσικός και εξαίρετος μηχανικός, είχε μια απέραντη σειρά από εμπνεύσεις, που έφταναν μέχρι την ιδέα της «παγκόσμιας βαρύτητας», σχετικά με την οποία έφτασε να διεκδικήσει, άδικα βέβαια, την προτεραιότητα από τον Νεύτωνα. Το έργο του, που ενδιαφέρει ειδικότερα το δικό μας θέμα, δημοσιεύθηκε δυο χρόνια μετά την είσοδό του σαν μέλος στη Βασιλική Εταιρεία, έχει τον τίτλο «Μικρογραφία» και περιέχει έναν ολόκληρο θησαυρό παρατηρήσεων και πιο πολύ θαυμάσιων εικόνων. Η πιο αξιοσημείωτη είναι αυτή που παριστάνει τη λεπτή κατασκευή του φλοιού ενός είδους βελανιδιάς (Querqus suber), γνωστού ως φελλόδρυς, στον οποίον ο Χουκ ανακάλυψε τη μεμβράνη που περιβάλλει κάθε κύτταρο, ονομασία που για πρώτη φορά χρησιμοποιείται, αν και όχι τελείως με τη σημερινή έννοια.
Για την ακρίβεια, ο Χουκ υπήρξε στο πεδίο των φυσικών επιστημών ένας περίεργος, παρά ένας επιστήμονας. Πρέπει όμως να παραδεχτούμε ότι η ανθρωπότητα είχε ανάγκη και από τέτοια πνεύματα. Ήταν τόσα αυτά που έπρεπε να ανακαλυφθούν στον κόσμο, ώστε όσο περισσότερα βλέμματα τον ερευνούσαν τόσο πιο πολλές θα ήταν κι οι πληροφορίες που θα αποκτώντο.

Ο ΑΝΤΟΝ ΒΑΝ ΛΕΒΕΝΧΟΥΚ (1632-1723)
Ευφυής παρατηρητής και σχολαστικά μεθοδικός, ιδιότητες που απαιτούνται από κάποιον που έχει να συγκεντρώσει παρατηρήσεις, να τις οργανώσει μεθοδικά και να τους δώσει σωστή ερμηνεία, ήταν ο Λέβενχουκ. Γεννήθηκε το 1632 στο Ντελφτ της Ολλανδίας κι ήταν ένας απλός δημοτικός υπάλληλος που αγνοούσε τη λατινική γλώσσα και δεν είχε λάβει ποτέ συστηματική μόρφωση. Από τα στοιχεία αυτά εξηγούνται ορισμένα χαρακτηριστικά του έργου του. Πρώτον, το ότι όλα του τα βιβλία γράφτηκαν στα φλαμανδικά, για να μεταφραστούν αργότερα στα λατινικά και τα αγγλικά για χάρη άλλων ερευνητών της Ευρώπης. Δεύτερον, το ότι ο χαρακτήρας των λεπτολόγων και σχολαστικών ερευνών του είναι αποσπασματικός και φέρει τη σφραγίδα περισσότερο μιας ευφυούς περιέργειας παρά ενός επιστημονικού σχεδιασμού. Εκτός των άλλων, ο Λέβενχουκ ήταν ένας εξαιρετικά επιδέξιος κατασκευαστής φακών. Για να επιτύχει το καλύτερο όργανο δε δίστασε να χρησιμοποιήσει κάθε διαθέσιμο υλικό, ακόμα και διαμάντια. Μελέτησε επίσης έναν ειδικό τύπο μικροσκοπίου με μια αντικειμενοφόρο τράπεζα, πάνω στην οποία προσαρμοζόταν το προς παρατήρηση αντικείμενο: το σύνολο μπορούσε να μετακινηθεί πιο κοντά ή πιο μακριά από το φακό.
Με το πολύ απλό αυτό όργανο ο Λέβενχουκ πραγματοποίησε θαυμάσιες παρατηρήσεις, τις οποίες περιέγραψε, παρά το αποσπασματικό κι ανοργάνωτο των ερευνών του, με αξιοθαύμαστη ακρίβεια στη φλαμανδική γλώσσα, όπως ήδη αναφέραμε. Για την ευρύτητα των παρατηρήσεών του και τον λεπτολόγο τους χαρακτήρα, ο Λέβενχουκ μπορεί να θεωρηθεί σαν ένας από τους ιδρυτές της μικροσκοπίας και της μικρογραφίας με τη μεγαλύτερη προσφορά στο νέο αυτόν επιστημονικό κλάδο. Τα αποτελέσματα των ερευνών του ανακοίνωσε ο Λέβενχουκ με επιστολές του στη Βασιλική Εταιρεία του Λονδίνου, της οποίας αργότερα ονομάστηκε μέλος. Στις επιστολές αυτές βρίσκουμε αξιοθαύμαστες περιγραφές των παρατηρήσεων που είχαν γίνει όλες με τα απλά όργανα που διέθετε: η μεγεθυντική τους ικανότητα έφτανε τις 200 φορές. Με τα μέσα αυτά παρατήρησε και περιέγραψε τα ερυθρά αιμοσφαίρια του αίματος, την κυκλοφορία του αίματος στα τριχοειδή αγγεία της ουράς του γυρίνου του βατράχου, τις ραβδώσεις των μυών, την πορώδη κατασκευή του ελεφαντοστού και πλήθος άλλων λεπτομερειών σχετικών με τη λεπτή υφή των ιστών. Παρακινημένος από την παρατήρηση ενός φοιτητή της Ιατρικής με το όνομα Χαμ, έστρεψε το θαυματουργό του μικροσκόπιο προς το σπέρμα του ανθρώπου κι εκεί ανακάλυψε τα σπερματοζωάρια: στη περιγραφή τους, που περιείχε πάντως αρκετή δόση φαντασίας, υπάρχουν οι καταβολές μιας πολεμικής που απέκτησε αργότερα πανευρωπαϊκό χαρακτήρα. Τα παρουσίαζε σαν να υπήρχε μέσα στο καθένα τους ένας τέλειος άνθρωπος σε μικροσκοπικές διαστάσεις, παίρνοντας έτσι τη θέση της θεωρίας του προσχηματισμού, που αποτέλεσε τον 18ο αιώνα το επίκεντρο μιας από τις ζωηρότερες επιστημονικές διαμάχες.
Αλλά οι παρατηρήσεις του δεν περιορίζονται μέχρις εδώ. Παρατήρησε για πρώτη φορά πρωτόζωα στα λιμνάζοντα νερά, έφτασε ακόμα να δει και μικρόβια, πιθανότατα τη σπειροχαίτη του στόματος. Μελέτησε τα σύνθετα μάτια των εντόμων και στη συνέχεια ανακάλυψε, εκτελώντας τομές και μικροσκοπώντας, ότι η φυτόψειρα είναι ζωοτόκος και ότι αναπαράγεται με παρθενογένεση, άποψη που στήριξε στο γεγονός ότι ανάμεσα στα ζώα αυτά δεν είχε βρει ούτε ένα αρσενικό. Παρατήρησε ακόμα τη λεπτή κατασκευή και την ανάπτυξη των αραχνών, των μυρμηγκιών, των ψύλλων και άλλων πολλών εντόμων. Δραστηριότητα αξιοθαύμαστη που εμπνεόταν μόνο από φλογερό ενθουσιασμό, χωρίς να στηρίζεται στην ανάλογη επιστημονική κατάρτιση. Παρόλα αυτά, ο Λέβενχουκ συγκινείται από τα επιστημονικά ρεύματα της εποχής του: παίρνει θέση υπέρ της θεωρίας του προσχηματισμού και συντάσσεται με τον Ρέντι εναντίον της άποψης που παραδεχόταν την αυτόματη γένεση.
Αν θα θέλαμε να συνοψίσουμε τους χαρακτηρισμούς που ανήκουν στο Λέβενχουκ, θα έπρεπε να αναφέρουμε την ικανότητά του να είναι λεπτός δέκτης των ρευμάτων της εποχής του, ακούραστος παρατηρητής, σχολαστικός και ακριβολόγος στις περιγραφές και τα σχέδιά του και ευφυής ερμηνευτής των παρατηρήσεών του. Όταν του απονέμανε τον τίτλο του πατέρα της πρωτοζωολογίας και της μικροβιολογίας, δεν έπεφταν έξω. Όταν ο Λέβενχουκ πέθανε το 1723, σε ηλικία 91 ετών, ο όγκος των παρατηρήσεων που άφηνε ήταν πρωτοφανής.

Ο ΡΕΝΙΕ ΝΤΕ ΓΚΡΑΑΦ (Renie de Graaf) (1641-1673)
Ήταν συνάδελφος και θαυμαστής του Λέβενχουκ, καθώς και συμπατριώτης του. Γεννήθηκε στο Σόνχαβεν το 1641. Ύστερα από σπουδές στην Ουτρέχτη και το Λέιντεν κι επηρεασμένος από τις ιατροχημικές θεωρίες του Φρανσουά ντε λα Μποέ, δημοσιεύει το πρώτο του έργο «Περί της φύσης και της λειτουργία του παγκρεατικού υγρού», βιβλίο στο οποίο δεν αποκαλύπτεται ακόμα η μεγαλοφυΐα του. Παρόλα αυτά, αυτό του χάρισε τόση φήμη, ώστε το ταξίδι του στη Γαλλία, το 1665, να πάρει τη μορφή θριαμβευτικής πορείας. Επιστρέφοντας στην Ολλανδία έγινε δημοτικός ιατρός στο Ντελφτ και συγχρόνως αφοσιώθηκε στις έρευνές του, που τα αποτελέσματά τους περιλαμβάνονται σε τρία έργα του: «Περί των αναπαραγωγικών οργάνων του ανθρώπου» (το σπουδαιότερο), «Περί κλυσμάτων» και «Περί της χρήσης της σύριγγας στην ανατομική».
Ο Ντε Γκράαφ είναι αυτός που παρουσίασε τον Λέβενχουκ στη Βασιλική Εταιρεία του Λονδίνου. Εφάρμοσε και ο ίδιος το μικροσκόπιο στις ανατομικές του έρευνες, ανακαλύπτοντας στην ωοθήκη τα ωοθυλάκια που φέρουν μέχρι σήμερα τα όνομά του (Γρααφιανά ωοθυλάκια), παρόλο που εσφαλμένα τα θεώρησε σαν ωάρια. Αυτό όμως δεν εμπόδισε την ανακάλυψή του να παίξει το ρόλο της στην ανάπτυξη της εμβρυολογίας (2ο μισό του 16ου και 17ου αιώνα).
Ο Ντε Γκράαφ είχε όπως ήταν φυσικό και τους εχθρούς του, ένας από τους οποίους, ο Σβάμμερνταμ, τον κατηγόρησε ότι οικειοποιήθηκε τις ανακαλύψεις τού ντε λα Μποέ. Στη διαμάχη αυτή πάντως η νίκη του Ντε Γκράαφ υπήρξε εύκολη. Αν μένει κάτι από αυτή την υπόθεση, είναι ότι οι μεγάλες διάνοιες έχουν μια δύσκολη ζωή, πράγμα που συχνά ξεκινά από τα πρόσωπα εκείνα που έπρεπε αντίθετα να είναι οι στενοί τους σύμμαχοι. Είδαμε τον Ταλιακότσι να δέχεται τις επιθέσεις του Παρέ. Το ίδιο βλέπουμε να συμβαίνει και με τον Γκράαφ από το Γιάν Σβάμμερνταμ. Ιστορίες παράλληλες!

Δεν υπάρχουν σχόλια: