Οι νέες απόψεις της παθολογίας όπως διαμορφώθηκαν μετά τη μεγάλη επιδημία της σύφιλης που στις αρχές του 16ου αιώνα εισέβαλε στην Ευρώπη, είχαν τις συνέπειές τους στο θεραπευτικό πεδίο. Απ' τη μια ξαναβγήκαν στην επιφάνεια όλα τα θεραπευτικά παρασκευάσματα των παλαιών, πράγμα που ακολουθήθηκε από έντονη πολεμική μεταξύ αυτών που εξυμνούσαν τις ιδιότητές τους κι αυτών που έθεταν σε αμφιβολία την αξία τους. Από την άλλη δόθηκε τεράστια ώθηση στην αναζήτηση νέων θεραπευτικών δυνατοτήτων, γεγονός που μεταξύ των άλλων, οδήγησε στην επέκταση των μελετών στο χώρο της βοτανικής.
Τα φάρμακα, εκείνο τον καιρό, είτε προσφέρονταν στη φυσική τους κατάσταση είτε χρησιμοποιούνταν αναμεμιγμένα με διάφορους τρόπους, άλλοτε με μεγαλύτερη κι άλλοτε με μικρότερη δόση τσαρλατανισμού, σαν φαρμακευτικά παρασκευάσματα. Η παρασκευή των φαρμάκων αυτών γινόταν με βάση συνταγές που εκπονούσαν άλλοτε οι ιατροί και άλλοτε οι φαρμακοποιοί με τη βοήθεια ορισμένης τεχνικής. Οι φαρμακοποιοί φιλοδοξούσαν να είναι όχι μόνο παρασκευαστές αλλά και εμπνευστές των συνταγών των φαρμάκων, ενώ οι ιατροί τους υποβίβαζαν σε εκτελεστικά τους όργανα. Και από εκεί ξεκινούσαν μακροχρόνιες και συχνά σφοδρές αντιγνωμίες μεταξύ τους.
Η περιγραφή των φαρμακευτικών πρώτων υλών και του τρόπου παρασκευής των συνθέτων φαρμάκων, είχαν απασχολήσει τους ιατρούς απ' την αρχαιότητα, τόσο, που μερικοί απ' τους πιο έξοχους εκπροσώπους της αρχαίας επιστήμης είχαν ασχοληθεί ειδικά με τη μελέτη των σχετικών προβλημάτων. Ξεκινώντας απ' το βιβλίο «Περί φυτικών ιστοριών» του Θεόφραστου, μαθητή του Αριστοτέλη, μέχρι το Διοσκουρίδη, το μεγάλο φαρμακολόγο της αρχαιότητας και το Γαληνό, συναντάμε στα έργα όλων να συζητούνται εκ νέου τα ίδια προβλήματα.
Στην πλούσια κλασική βιβλιογραφία προστίθεται αργότερα η πιο πλούσια, στον τομέα αυτόν, παραγωγή των Αράβων, που, όπως αναφέραμε, έδωσαν στη φαρμακολογία και τη βοτανική την μεγαλύτερη τους προσφορά στο δυτικό πολιτισμό. Εισάγοντας τη διαίρεση σε 4 βαθμούς των ποιοτήτων των πραγμάτων (θερμό, ψυχρό, υγρό και ξηρό) έκαναν τις συνταγές πολυσύνθετες και την εκτέλεσή τους αρκετά πολύπλοκη. Ο φαρμακοποιός έπρεπε να ψάχνει τα πιο διαφορετικά είδη βοτάνων και να χρησιμοποιήσει απίθανα προϊόντα από τον κόσμο των ζώων: ελαφοκέρατο, νύχι βοδιού, συκώτι οχιάς, χολή ψαριού.
Και σαν να μην έφταναν αυτές οι περιπλοκές με τους βαθμούς των ποιοτήτων, η επιτυχία τής παρασκευής του φαρμάκου εξαρτιόταν, κατά τις απόψεις της εποχής, από διαφορές που, όσο σε εμάς φαίνονται γελοιωδώς ασήμαντες, γι' αυτούς είχαν ζωτική σημασία: το ψάρι που θα χρησιμοποιείτο στη συνταγή έπρεπε να έχει πιαστεί στο Ιόνιο κι όχι στο Αιγαίο πέλαγος και το πουλί που χρειαζόταν για τον ανάλογο σκοπό, έπρεπε να έχει σκοτωθεί στα βουνά της Πελοποννήσου κι όχι στον Όλυμπο.
Άσχετα από όλα αυτά, οι νέες παθολογικές εκδηλώσεις, από τη μια, οι πρόοδοι που σημειώθηκαν στις άλλες ιατρικές επιστήμες, από την άλλη, είχαν ως αποτέλεσμα να προκύψει και στη φαρμακολογία μια νέα κατάσταση, όπου ανακατεύονταν προκαταλήψεις και δοξασίες κάθε είδους, με τα νέα τεχνικά επιτεύγματα. Το αποτέλεσμα δεν ήταν ιδιαίτερα ευχάριστο για τον ιατρό της Αναγέννησης.
ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΩΝ ΦΙΛΟΛΟΓΩΝ
Τα προβλήματα, που συχνά δεν εύρισκαν τη λύση τους στις σελίδες των αρχαίων κειμένων, γέννησαν μια υποψία: το κείμενο πρέπει να αλλοιώθηκε κατά τη διαδρομή της χειρόγραφης παράδοσης. Η υποψία πάντως αυτή δε ξεκίνησε από φαρμακολόγους αλλά από τους λόγιους, που πρώτοι ανακάλυψαν ότι στην αντιγραφή των κωδίκων γίνονταν λάθη, εξαιτίας των οποίων αλλοιωνόταν όχι μόνον η έκφραση, αλλά και η σκέψη του συγγραφέα που περνούσε έτσι στην παράδοση λανθασμένη. Τότε γεννήθηκε η ανάγκη για μια εκτεταμένη αναθεώρηση των παραδοσιακών κειμένων, που ευνοήθηκε σημαντικά από τη μεγάλη έφεση για έρευνα, που χαρακτήριζε την περίοδο του Ουμανισμού και της Αναγέννησης. Άρχισαν τότε οι πρώτες θαρραλέες απόπειρες διόρθωσης των κλασικών χειρογράφων που συνδέονται με μερικά απ' τα πιο επιφανή ονόματα της εποχής αυτής.
Από εκεί, το κριτικό πνεύμα απλώθηκε και στο επιστημονικό πεδίο: τώρα έπρεπε να αναθεωρηθεί κι ο Πλίνιος, για την ακρίβεια των χειρογράφων τού οποίου είχαν γεννηθεί οι ίδιες υποψίες. Έπρεπε να αποκατασταθεί το αρχικό γνήσιο κείμενο, ώστε ο πολυχρησιμοποιούμενος συγγραφέας να μην είναι πηγή λαθών, τα οποία μοιραία θα καταλογίζονταν σε βάρος του μεγάλου εγκυκλοπαιδιστή της Ρώμης. Έτσι άρχισε κι εδώ μια εντατική κι επίπονη κριτική εργασία, με αποκορύφωμα το έργο του Ερμολάο Μπάρμπαρο (1453-1493) «Φιλολογικές διορθώσεις στο κείμενο του Πλινίου». Στο βιβλίο αυτό ο συγγραφέας καταγγέλλει χιλιάδες λάθη, με τα οποία η αμέλεια των αντιγραφέων είχε γεμίσει τα γραπτά του συγγραφέα, που μέχρι την εποχή εκείνη και για πολύ ακόμη καιρό αποτελούσε μια από τις σπουδαιότερες πηγές φαρμακολογικών και φυσιογνωστικών πληροφοριών.
Αλλά όπως και στο λογοτεχνικό πεδίο, έτσι κι εδώ η κριτική του κειμένου παραχώρησε τη θέση της στην κριτική του περιεχομένου. Τότε παρουσιάστηκε κάποιος που είχε το θάρρος να βεβαιώσει ότι, τόσο ο Πλίνιος όσο και ο Αβικέννας και άλλοι, πολλές φορές αντί να διαφωτίσουν, συσκότιζαν τα πράγματα. Ήταν ο Ν. Λεονιτσένο, που το βιβλίο του «Επί των σφαλμάτων του Πλινίου και πλείστων άλλων εν τη ιατρική», στάθηκε αφορμή σκανδάλου, αλλά και θαυμασμού για τους συγχρόνους του. Ελέχθη για τον άνθρωπο αυτόν ότι κήρυξε με το έργο του την επανάσταση κατά του Πλινίου. Πάντως στο βιβλίο του, η σάλπιγγα της ανατροπής ηχεί λιγότερο κατά του Πλινίου και με πολύ μεγαλύτερο μένος κατά των άλλων, πάντοτε όμως σεμνά και με μέτρο. Αλλά και μόνον το γεγονός ότι τόλμησε να αντιτάξει ένα «όχι» στην καθιερωμένη παράδοση, κάνει τον Λεονιτσένο πρωτοπόρο μιας επαναστατικής προσπάθειας, προορισμένης να μεταβάλει εκ βάθρων τα θεμέλια των ιατρικών και φαρμακολογικών σπουδών. Η νέα γραμμή δεν σταματά στον συγγραφέα αυτόν. Τα ερεθίσματα για ένα διαφορετικό τρόπο αναζήτησης της αλήθειας στο φυσιολογικό τομέα είναι αδιάκοπα. Όλα ξεκινούν από τη διαπίστωση τεράστιων λαθών, αρχικά στο κείμενο των μέχρι τότε «ιερών βιβλίων» της επιστήμης, για να καταλήξουν στην έρευνα του περιεχομένου, επιβάλλοντας την επιβεβαίωση πριν την αποδοχή.
ΟΙ ΒΟΤΑΝΟΛΟΓΟΙ
Όπως οι ανατόμοι άρχισαν με τη μελέτη του ανοικτού πτώματος, έτσι κι οι βοτανολόγοι εγκαινίασαν τη νέα περίοδο με την παρατήρηση στα άνθη και στα φυτά. Τα πρώτα δείγματα αυτής της μελέτης υπάρχουν στις ακατάστατες, αλλά μεγαλοφυείς σελίδες του Λεονάρντο ντα Βίντσι. Βέβαια οι έννοιες του γεωτροπισμού και του ηλιοτροπισμού μας φαίνονται σήμερα κάτι το αυτονόητο. Αν όμως σκεφτούμε ότι ήταν πρώτη φορά που γίνονταν τέτοιες παρατηρήσεις και ότι πρώτη φορά οι άνθρωποι τολμούσαν να ατενίσουν τη φύση κατά πρόσωπο, χωρίς τη παρεμβολή των κειμένων, τότε θα καταλάβουμε ποια ήταν η αξία της νέας νοοτροπίας με την οποία εκτελούνται.
Τότε (16ο αιώνας), ιδρύθηκαν κι οι πρώτοι βοτανικοί κήποι, που πρόσφεραν τις δυνατότητες για τη διεξαγωγή ερευνών για την αύξηση των λειτουργιών και του πολλαπλασιασμού των φυτών, ερευνών που κατέληξαν πράγματι σε θετικά αποτελέσματα. Τότε ήκμασε ένας απ' τους μεγαλύτερους, ίσως ο μέγιστος βοτανολόγος της Αναγέννησης: ο Πιέτρο Αντρέα Ματτιόλι. Γεννήθηκε στη Σιένα και χάρις στη φήμη που απέκτησε, έγινε ιατρός της αυλής του Φερδινάνδου κι αργότερα του Μαξιμιλιανού Β’ στην Πράγα. Η θαυμαστή δραστηριότητα του Ματτιόλι ως ερευνητή, κριτικού και λόγιου, χωρίς προκαταλήψεις για τα αρχαία κείμενα, αποκορυφώνεται στο καλύτερο βοτανικό έργο της Αναγέννησης που συνέγραψε. Πρόκειται για το βιβλίο «Συζητήσεις επί των 6 βιβλίων ‘Περί ύλης ιατρικής’ του Πεδακίου Διοσκουρίδη του Αναζαρβέα», σχόλια και κριτική δηλαδή στο έργο του μεγάλου φαρμακολόγου της αρχαιότητας. Το βιβλίο αυτό, θαυμάσια εικονογραφημένο, γνώρισε 20 περίπου εκδόσεις στα ιταλικά και μεταφράστηκε στα γαλλικά, τα γερμανικά και τα σλάβο-ρωσικά.
Αν και ο Ματτιόλι δεν ήταν δριμύς κριτικός της παράδοσης, στάθηκε όμως τολμηρός παρατηρητής κι ερευνητής της φύσης. Μας έδωσε δείγματα φυτών από τα μακρινότερα σημεία του κόσμου, από χώρες που τις είχε επισκεφτεί ή και φυτών που του έστελναν από διάφορα μέρη οι συνεργάτες του.
Υπήρξε απίθανα σχολαστικός. Σημείωνε όχι μόνον τον τόπο της προέλευσης κάθε φυτού που έφτανε στα χέρια του, αλλά του έδινε κι ένα όνομα στην καθομιλουμένη και στις διάφορες διαλέκτους τής Ιταλίας, συχνά δε και στις άλλες γλώσσες: ελληνικά, λατινικά, γερμανικά, γαλλικά, ισπανικά, αραβικά. Αποδεικνύεται όμως επιφυλακτικός στην παραδοχή των μύθων που κυκλοφορούσαν για τις θεραπευτικές ιδιότητες των φυτών αυτών ή των φαρμακευτικών παρασκευασμάτων που έμπαιναν στη σύνθεσή τους. Και σημειώνει ότι πολλά από τα φάρμακα της αρχαιότητας έπαψαν πια να είναι δραστικά στην εποχή του, κάτι που αποδίδει σε δυο λόγους. Αφενός στην αδυναμία να χρησιμοποιηθούν τα ίδια βότανα της αρχαίας συνταγής (π.χ. αντί μαϊντανός μακεδονικός χρησιμοποιείτο στα χρόνια του μαϊντανός της Ιλλυρίας) κι αφετέρου στο γεγονός ότι οι φαρμακοποιοί δεν εκτελούσαν τις συνταγές με τη σχολαστικότητα, τη πείρα, αλλά και τη τιμιότητα των παλαιών συναδέλφων τους.
Ένα παράδειγμα για τον τρόπο εφαρμογής των απόψεων αυτών είναι αυτό της θηριακής, ενός παρασκευάσματος που μέχρι τότε αποτελούσε τη βάση της φαρμακοποιίας και της φαρμακοθεραπείας, κάτι που θα εξακολουθήσει να συμβαίνει άλλα 200 χρόνια τουλάχιστον. Η παρασκευή της θηριακής προκαλούσε πάντα θόρυβο σχετικά με τη ποιότητα των υλικών της κατασκευής της κι ειδικά στην Μπολόνια, τη πόλη που αποτελούσε το κέντρο κάθε επιστημονικής μελέτης. Οι διαμάχες, γύρω από το θέμα αυτό, έφταναν μερικές φορές σε τέτοια οξύτητα ώστε να αναγκάζονται οι αρχές του τόπου να παρεμβαίνουν, διορίζοντας εξεταστικές επιτροπές με την εντολή να αποφαίνονται αν η θηριακή έχει κατασκευαστεί κατά τους κανόνες της τέχνης. Στις επιτροπές αυτές συμμετείχαν περίφημοι ιατροί, μεταξύ των οποίων αναγνωρίζουμε σπουδαία ονόματα, όπως τον Γκασπάρε Ταλιακότσι, που τον πιάνουμε να συμμετέχει σε μια κάθε άλλο παρά σοβαρή, για τον δικό μας τρόπο σκέψης, συζήτηση: Ρωτούσε ο Ταλιακότσι αν οι οχιές που χρησιμοποιήθηκαν στη παρασκευή της θηριακής είχαν συλληφθεί κατά τον επιβαλλόμενο χρόνο, δηλαδή στο… γέμισμα και όχι στο χάσιμο τού φεγγαριού! Κι όμως, η θηριακή ήταν το σπουδαιότερο παρασκεύασμα της φαρμακοποιίας, ακόμη και δυο μόλις αιώνες πριν την εποχή μας!
Ο Ματτιόλι, γράφοντας για τη θηριακή, αφού προηγουμένως περιγράψει με λεπτομέρεια όλα τα καμώματα που χρησιμοποιούσε ένας τσαρλατάνος για να εντυπωσιάσει τους υποψήφιους πελάτες του και να τους πουλήσει την ψευτοθηριακή του, καταλήγει με την επιθυμία του να προστατεύσει τον καθένα απ' τις κλεψιές αυτών των κακούργων. Και συνεχίζει: «Εξίσου πρέπει να ευχαριστήσω το γαλλικό πάθος (εννοεί τη σύφιλη), που εισχώρησε, όπως του άξιζε, στα οστά ενός απ' τους πιο περίφημους απ' αυτούς τους τσαρλατάνους, ο οποίος επιθυμώντας να θεραπευτεί από μένα, μου αποκάλυψε, στη διάρκεια της θεραπείας, όλες τις απάτες που χρησιμοποιούν για να αδειάζουν τις τσέπες των άλλων». Στα λόγια αυτά φαίνεται όλη η περιφρόνηση του Ματτιόλι εναντίον εκείνων που παραποιούσαν το θαυμαστό φάρμακο. Και το φάρμακο αυτό δεν ήταν τίποτε άλλο απ' ένα αηδιαστικό, ακάθαρτο μίγμα από βότανα και σάρκες οχιάς με την προσθήκη ως… βελτιωτικών της γεύσης, χολής και άλλων παρόμοιων… βάλσαμων. Έναν μόνο σοβαρό παρασκευαστή της θηριακής και ταυτόχρονα σοβαρό φαρμακολόγο, αναγνωρίζει ο Ματτιόλι, τον Βερονέζο Καλτσολάρι, στον οποίον όφειλε την αποστολή πολλών από τα βότανα που περιέγραψε και μελέτησε.
ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΓΑΛΛΟΙ ΒΟΤΑΝΟΛΟΓΟΙ
Οι πρόοδοι όμως στο τομέα της βοτανικής δεν περιορίζονται στην Ιταλία της Αναγέννησης. Επεκτείνονται, αν και με κάποια καθυστέρηση απέναντι στην ανατομική και τη χειρουργική, και στην υπόλοιπη Ευρώπη, τη Γερμανία και τη Γαλλία με πρωτοπόρο τον Όττο Μπρούνφελς (1488-1534) από τη Μαγεντία, συγγραφέα μιας σημαντικής πραγματείας. Και μόνο ο τίτλος της προδίδει το νέο προσανατολισμό και το νέο κλίμα, μες στο οποίο πραγματοποιούνται πλέον οι επιστημονικές μελέτες: «Ζωντανές βοτανικές εικόνες». Παρόλο που ο συγγραφέας δεν αποχωρίζεται τον Διοσκουρίδη, η προσπάθειά του να παρουσιάσει τα φυτά εκ του φυσικού αποτελεί σημαντική μαρτυρία του νέου πνεύματος.
Το ίδιο κι ο Ιερώνυμος Μποκ (1498-1554), χωρίς να απομακρύνεται από τον Διοσκουρίδη, δίνει τέτοια προσοχή στην περιγραφή όχι μόνο των φυτών, αλλά και του φυσικού τους περιβάλλοντος, ώστε κάνει το έργο του ένα απ' τα πιο αξιόλογα του αιώνα του. Παράλληλα με τα βιβλία αυτά παρουσιάζεται ένα βιβλίο του Λέοναρντ Φουκς (1501-1566) με παρατηρήσεις και σχόλια στην περιγραφή των θάμνων. Παρά το γεγονός της αλφαβητικής καταχώρησης των περιγραφομένων φυτών, χωρίς καμιά απόπειρα συστηματικής ταξινόμησης, πράγμα που μειώνει την αξία του έργου συγκριτικά με τα άλλα, εν τούτοις ένα σημείο του το κάνει από τα πιο πολύτιμα έντυπα του 16ου αιώνα: η ομορφιά των πινάκων του.
Απ' τους Γάλλους βοτανολόγους σημειώνουμε δυο ονόματα: του Ζακ Ντελασάν και των αδελφών Ζαν και Γκασπάρ Μπωσέν. Ο πρώτος έγραψε μια Γενική Φυσική Ιστορία των Φυτών κι ο δεύτερος έναν Πίνακα Βοτανικής, στον οποίον ταξινομούνται κατά οικογένειες 6.000 δείγματα φυτών απέναντι στα 500 του βιβλίου τού Φουκς.
Ο ΤΣΕΖΑΛΠΙΝΟ
Ο Αντρέα Τσεζαλπίνο είναι μια παραγνωρισμένη φυσιογνωμία, η προσφορά της οποίας, τόσο στη βοτανική όσο και στην ανατομική, υπήρξε μοναδική.
Πιστός οπαδός του Αριστοτέλη κι επομένως δέσμιος των φιλοσοφικών του πεποιθήσεων, ήταν ταυτόχρονα οξύς παρατηρητής κι ευφυής ερμηνευτής των φαινομένων της φύσης. Οι διαπιστώσεις του γύρω από ειδικά θέματα της φυσιολογίας των φυτών κι η βάση, επί της οποίας ζήτησε να θεμελιώσει ένα δικό του τρόπο ταξινόμησης στο φυτικό βασίλειο, έχουν αξία που επέζησε της εποχής του. Ο Τσεζαλπίνο είναι αυτός που έκανε τη διάκριση μεταξύ μονοκοτυλήδονων και δικοτυλήδονων, διάκριση που ισχύει και σήμερα. Κατά τον Λινναίο, το μεγαλύτερο βοτανολόγο όλων των εποχών, ο Τσεζαλπίνο υπήρξε μεγαλοφυία που δεν μπόρεσε να αντιληφθεί τη σπουδαιότητα και την αξία του οικοδομήματος που έστησε.
Για την αξία του ως ανατόμου θα μιλήσουμε άλλοτε, όταν φτάσουμε στον Ουίλλιαμ Χάρβεϋ και τη κυκλοφορία του αίματος.
Τα φάρμακα, εκείνο τον καιρό, είτε προσφέρονταν στη φυσική τους κατάσταση είτε χρησιμοποιούνταν αναμεμιγμένα με διάφορους τρόπους, άλλοτε με μεγαλύτερη κι άλλοτε με μικρότερη δόση τσαρλατανισμού, σαν φαρμακευτικά παρασκευάσματα. Η παρασκευή των φαρμάκων αυτών γινόταν με βάση συνταγές που εκπονούσαν άλλοτε οι ιατροί και άλλοτε οι φαρμακοποιοί με τη βοήθεια ορισμένης τεχνικής. Οι φαρμακοποιοί φιλοδοξούσαν να είναι όχι μόνο παρασκευαστές αλλά και εμπνευστές των συνταγών των φαρμάκων, ενώ οι ιατροί τους υποβίβαζαν σε εκτελεστικά τους όργανα. Και από εκεί ξεκινούσαν μακροχρόνιες και συχνά σφοδρές αντιγνωμίες μεταξύ τους.
Η περιγραφή των φαρμακευτικών πρώτων υλών και του τρόπου παρασκευής των συνθέτων φαρμάκων, είχαν απασχολήσει τους ιατρούς απ' την αρχαιότητα, τόσο, που μερικοί απ' τους πιο έξοχους εκπροσώπους της αρχαίας επιστήμης είχαν ασχοληθεί ειδικά με τη μελέτη των σχετικών προβλημάτων. Ξεκινώντας απ' το βιβλίο «Περί φυτικών ιστοριών» του Θεόφραστου, μαθητή του Αριστοτέλη, μέχρι το Διοσκουρίδη, το μεγάλο φαρμακολόγο της αρχαιότητας και το Γαληνό, συναντάμε στα έργα όλων να συζητούνται εκ νέου τα ίδια προβλήματα.
Στην πλούσια κλασική βιβλιογραφία προστίθεται αργότερα η πιο πλούσια, στον τομέα αυτόν, παραγωγή των Αράβων, που, όπως αναφέραμε, έδωσαν στη φαρμακολογία και τη βοτανική την μεγαλύτερη τους προσφορά στο δυτικό πολιτισμό. Εισάγοντας τη διαίρεση σε 4 βαθμούς των ποιοτήτων των πραγμάτων (θερμό, ψυχρό, υγρό και ξηρό) έκαναν τις συνταγές πολυσύνθετες και την εκτέλεσή τους αρκετά πολύπλοκη. Ο φαρμακοποιός έπρεπε να ψάχνει τα πιο διαφορετικά είδη βοτάνων και να χρησιμοποιήσει απίθανα προϊόντα από τον κόσμο των ζώων: ελαφοκέρατο, νύχι βοδιού, συκώτι οχιάς, χολή ψαριού.
Και σαν να μην έφταναν αυτές οι περιπλοκές με τους βαθμούς των ποιοτήτων, η επιτυχία τής παρασκευής του φαρμάκου εξαρτιόταν, κατά τις απόψεις της εποχής, από διαφορές που, όσο σε εμάς φαίνονται γελοιωδώς ασήμαντες, γι' αυτούς είχαν ζωτική σημασία: το ψάρι που θα χρησιμοποιείτο στη συνταγή έπρεπε να έχει πιαστεί στο Ιόνιο κι όχι στο Αιγαίο πέλαγος και το πουλί που χρειαζόταν για τον ανάλογο σκοπό, έπρεπε να έχει σκοτωθεί στα βουνά της Πελοποννήσου κι όχι στον Όλυμπο.
Άσχετα από όλα αυτά, οι νέες παθολογικές εκδηλώσεις, από τη μια, οι πρόοδοι που σημειώθηκαν στις άλλες ιατρικές επιστήμες, από την άλλη, είχαν ως αποτέλεσμα να προκύψει και στη φαρμακολογία μια νέα κατάσταση, όπου ανακατεύονταν προκαταλήψεις και δοξασίες κάθε είδους, με τα νέα τεχνικά επιτεύγματα. Το αποτέλεσμα δεν ήταν ιδιαίτερα ευχάριστο για τον ιατρό της Αναγέννησης.
ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΩΝ ΦΙΛΟΛΟΓΩΝ
Τα προβλήματα, που συχνά δεν εύρισκαν τη λύση τους στις σελίδες των αρχαίων κειμένων, γέννησαν μια υποψία: το κείμενο πρέπει να αλλοιώθηκε κατά τη διαδρομή της χειρόγραφης παράδοσης. Η υποψία πάντως αυτή δε ξεκίνησε από φαρμακολόγους αλλά από τους λόγιους, που πρώτοι ανακάλυψαν ότι στην αντιγραφή των κωδίκων γίνονταν λάθη, εξαιτίας των οποίων αλλοιωνόταν όχι μόνον η έκφραση, αλλά και η σκέψη του συγγραφέα που περνούσε έτσι στην παράδοση λανθασμένη. Τότε γεννήθηκε η ανάγκη για μια εκτεταμένη αναθεώρηση των παραδοσιακών κειμένων, που ευνοήθηκε σημαντικά από τη μεγάλη έφεση για έρευνα, που χαρακτήριζε την περίοδο του Ουμανισμού και της Αναγέννησης. Άρχισαν τότε οι πρώτες θαρραλέες απόπειρες διόρθωσης των κλασικών χειρογράφων που συνδέονται με μερικά απ' τα πιο επιφανή ονόματα της εποχής αυτής.
Από εκεί, το κριτικό πνεύμα απλώθηκε και στο επιστημονικό πεδίο: τώρα έπρεπε να αναθεωρηθεί κι ο Πλίνιος, για την ακρίβεια των χειρογράφων τού οποίου είχαν γεννηθεί οι ίδιες υποψίες. Έπρεπε να αποκατασταθεί το αρχικό γνήσιο κείμενο, ώστε ο πολυχρησιμοποιούμενος συγγραφέας να μην είναι πηγή λαθών, τα οποία μοιραία θα καταλογίζονταν σε βάρος του μεγάλου εγκυκλοπαιδιστή της Ρώμης. Έτσι άρχισε κι εδώ μια εντατική κι επίπονη κριτική εργασία, με αποκορύφωμα το έργο του Ερμολάο Μπάρμπαρο (1453-1493) «Φιλολογικές διορθώσεις στο κείμενο του Πλινίου». Στο βιβλίο αυτό ο συγγραφέας καταγγέλλει χιλιάδες λάθη, με τα οποία η αμέλεια των αντιγραφέων είχε γεμίσει τα γραπτά του συγγραφέα, που μέχρι την εποχή εκείνη και για πολύ ακόμη καιρό αποτελούσε μια από τις σπουδαιότερες πηγές φαρμακολογικών και φυσιογνωστικών πληροφοριών.
Αλλά όπως και στο λογοτεχνικό πεδίο, έτσι κι εδώ η κριτική του κειμένου παραχώρησε τη θέση της στην κριτική του περιεχομένου. Τότε παρουσιάστηκε κάποιος που είχε το θάρρος να βεβαιώσει ότι, τόσο ο Πλίνιος όσο και ο Αβικέννας και άλλοι, πολλές φορές αντί να διαφωτίσουν, συσκότιζαν τα πράγματα. Ήταν ο Ν. Λεονιτσένο, που το βιβλίο του «Επί των σφαλμάτων του Πλινίου και πλείστων άλλων εν τη ιατρική», στάθηκε αφορμή σκανδάλου, αλλά και θαυμασμού για τους συγχρόνους του. Ελέχθη για τον άνθρωπο αυτόν ότι κήρυξε με το έργο του την επανάσταση κατά του Πλινίου. Πάντως στο βιβλίο του, η σάλπιγγα της ανατροπής ηχεί λιγότερο κατά του Πλινίου και με πολύ μεγαλύτερο μένος κατά των άλλων, πάντοτε όμως σεμνά και με μέτρο. Αλλά και μόνον το γεγονός ότι τόλμησε να αντιτάξει ένα «όχι» στην καθιερωμένη παράδοση, κάνει τον Λεονιτσένο πρωτοπόρο μιας επαναστατικής προσπάθειας, προορισμένης να μεταβάλει εκ βάθρων τα θεμέλια των ιατρικών και φαρμακολογικών σπουδών. Η νέα γραμμή δεν σταματά στον συγγραφέα αυτόν. Τα ερεθίσματα για ένα διαφορετικό τρόπο αναζήτησης της αλήθειας στο φυσιολογικό τομέα είναι αδιάκοπα. Όλα ξεκινούν από τη διαπίστωση τεράστιων λαθών, αρχικά στο κείμενο των μέχρι τότε «ιερών βιβλίων» της επιστήμης, για να καταλήξουν στην έρευνα του περιεχομένου, επιβάλλοντας την επιβεβαίωση πριν την αποδοχή.
ΟΙ ΒΟΤΑΝΟΛΟΓΟΙ
Όπως οι ανατόμοι άρχισαν με τη μελέτη του ανοικτού πτώματος, έτσι κι οι βοτανολόγοι εγκαινίασαν τη νέα περίοδο με την παρατήρηση στα άνθη και στα φυτά. Τα πρώτα δείγματα αυτής της μελέτης υπάρχουν στις ακατάστατες, αλλά μεγαλοφυείς σελίδες του Λεονάρντο ντα Βίντσι. Βέβαια οι έννοιες του γεωτροπισμού και του ηλιοτροπισμού μας φαίνονται σήμερα κάτι το αυτονόητο. Αν όμως σκεφτούμε ότι ήταν πρώτη φορά που γίνονταν τέτοιες παρατηρήσεις και ότι πρώτη φορά οι άνθρωποι τολμούσαν να ατενίσουν τη φύση κατά πρόσωπο, χωρίς τη παρεμβολή των κειμένων, τότε θα καταλάβουμε ποια ήταν η αξία της νέας νοοτροπίας με την οποία εκτελούνται.
Τότε (16ο αιώνας), ιδρύθηκαν κι οι πρώτοι βοτανικοί κήποι, που πρόσφεραν τις δυνατότητες για τη διεξαγωγή ερευνών για την αύξηση των λειτουργιών και του πολλαπλασιασμού των φυτών, ερευνών που κατέληξαν πράγματι σε θετικά αποτελέσματα. Τότε ήκμασε ένας απ' τους μεγαλύτερους, ίσως ο μέγιστος βοτανολόγος της Αναγέννησης: ο Πιέτρο Αντρέα Ματτιόλι. Γεννήθηκε στη Σιένα και χάρις στη φήμη που απέκτησε, έγινε ιατρός της αυλής του Φερδινάνδου κι αργότερα του Μαξιμιλιανού Β’ στην Πράγα. Η θαυμαστή δραστηριότητα του Ματτιόλι ως ερευνητή, κριτικού και λόγιου, χωρίς προκαταλήψεις για τα αρχαία κείμενα, αποκορυφώνεται στο καλύτερο βοτανικό έργο της Αναγέννησης που συνέγραψε. Πρόκειται για το βιβλίο «Συζητήσεις επί των 6 βιβλίων ‘Περί ύλης ιατρικής’ του Πεδακίου Διοσκουρίδη του Αναζαρβέα», σχόλια και κριτική δηλαδή στο έργο του μεγάλου φαρμακολόγου της αρχαιότητας. Το βιβλίο αυτό, θαυμάσια εικονογραφημένο, γνώρισε 20 περίπου εκδόσεις στα ιταλικά και μεταφράστηκε στα γαλλικά, τα γερμανικά και τα σλάβο-ρωσικά.
Αν και ο Ματτιόλι δεν ήταν δριμύς κριτικός της παράδοσης, στάθηκε όμως τολμηρός παρατηρητής κι ερευνητής της φύσης. Μας έδωσε δείγματα φυτών από τα μακρινότερα σημεία του κόσμου, από χώρες που τις είχε επισκεφτεί ή και φυτών που του έστελναν από διάφορα μέρη οι συνεργάτες του.
Υπήρξε απίθανα σχολαστικός. Σημείωνε όχι μόνον τον τόπο της προέλευσης κάθε φυτού που έφτανε στα χέρια του, αλλά του έδινε κι ένα όνομα στην καθομιλουμένη και στις διάφορες διαλέκτους τής Ιταλίας, συχνά δε και στις άλλες γλώσσες: ελληνικά, λατινικά, γερμανικά, γαλλικά, ισπανικά, αραβικά. Αποδεικνύεται όμως επιφυλακτικός στην παραδοχή των μύθων που κυκλοφορούσαν για τις θεραπευτικές ιδιότητες των φυτών αυτών ή των φαρμακευτικών παρασκευασμάτων που έμπαιναν στη σύνθεσή τους. Και σημειώνει ότι πολλά από τα φάρμακα της αρχαιότητας έπαψαν πια να είναι δραστικά στην εποχή του, κάτι που αποδίδει σε δυο λόγους. Αφενός στην αδυναμία να χρησιμοποιηθούν τα ίδια βότανα της αρχαίας συνταγής (π.χ. αντί μαϊντανός μακεδονικός χρησιμοποιείτο στα χρόνια του μαϊντανός της Ιλλυρίας) κι αφετέρου στο γεγονός ότι οι φαρμακοποιοί δεν εκτελούσαν τις συνταγές με τη σχολαστικότητα, τη πείρα, αλλά και τη τιμιότητα των παλαιών συναδέλφων τους.
Ένα παράδειγμα για τον τρόπο εφαρμογής των απόψεων αυτών είναι αυτό της θηριακής, ενός παρασκευάσματος που μέχρι τότε αποτελούσε τη βάση της φαρμακοποιίας και της φαρμακοθεραπείας, κάτι που θα εξακολουθήσει να συμβαίνει άλλα 200 χρόνια τουλάχιστον. Η παρασκευή της θηριακής προκαλούσε πάντα θόρυβο σχετικά με τη ποιότητα των υλικών της κατασκευής της κι ειδικά στην Μπολόνια, τη πόλη που αποτελούσε το κέντρο κάθε επιστημονικής μελέτης. Οι διαμάχες, γύρω από το θέμα αυτό, έφταναν μερικές φορές σε τέτοια οξύτητα ώστε να αναγκάζονται οι αρχές του τόπου να παρεμβαίνουν, διορίζοντας εξεταστικές επιτροπές με την εντολή να αποφαίνονται αν η θηριακή έχει κατασκευαστεί κατά τους κανόνες της τέχνης. Στις επιτροπές αυτές συμμετείχαν περίφημοι ιατροί, μεταξύ των οποίων αναγνωρίζουμε σπουδαία ονόματα, όπως τον Γκασπάρε Ταλιακότσι, που τον πιάνουμε να συμμετέχει σε μια κάθε άλλο παρά σοβαρή, για τον δικό μας τρόπο σκέψης, συζήτηση: Ρωτούσε ο Ταλιακότσι αν οι οχιές που χρησιμοποιήθηκαν στη παρασκευή της θηριακής είχαν συλληφθεί κατά τον επιβαλλόμενο χρόνο, δηλαδή στο… γέμισμα και όχι στο χάσιμο τού φεγγαριού! Κι όμως, η θηριακή ήταν το σπουδαιότερο παρασκεύασμα της φαρμακοποιίας, ακόμη και δυο μόλις αιώνες πριν την εποχή μας!
Ο Ματτιόλι, γράφοντας για τη θηριακή, αφού προηγουμένως περιγράψει με λεπτομέρεια όλα τα καμώματα που χρησιμοποιούσε ένας τσαρλατάνος για να εντυπωσιάσει τους υποψήφιους πελάτες του και να τους πουλήσει την ψευτοθηριακή του, καταλήγει με την επιθυμία του να προστατεύσει τον καθένα απ' τις κλεψιές αυτών των κακούργων. Και συνεχίζει: «Εξίσου πρέπει να ευχαριστήσω το γαλλικό πάθος (εννοεί τη σύφιλη), που εισχώρησε, όπως του άξιζε, στα οστά ενός απ' τους πιο περίφημους απ' αυτούς τους τσαρλατάνους, ο οποίος επιθυμώντας να θεραπευτεί από μένα, μου αποκάλυψε, στη διάρκεια της θεραπείας, όλες τις απάτες που χρησιμοποιούν για να αδειάζουν τις τσέπες των άλλων». Στα λόγια αυτά φαίνεται όλη η περιφρόνηση του Ματτιόλι εναντίον εκείνων που παραποιούσαν το θαυμαστό φάρμακο. Και το φάρμακο αυτό δεν ήταν τίποτε άλλο απ' ένα αηδιαστικό, ακάθαρτο μίγμα από βότανα και σάρκες οχιάς με την προσθήκη ως… βελτιωτικών της γεύσης, χολής και άλλων παρόμοιων… βάλσαμων. Έναν μόνο σοβαρό παρασκευαστή της θηριακής και ταυτόχρονα σοβαρό φαρμακολόγο, αναγνωρίζει ο Ματτιόλι, τον Βερονέζο Καλτσολάρι, στον οποίον όφειλε την αποστολή πολλών από τα βότανα που περιέγραψε και μελέτησε.
ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΓΑΛΛΟΙ ΒΟΤΑΝΟΛΟΓΟΙ
Οι πρόοδοι όμως στο τομέα της βοτανικής δεν περιορίζονται στην Ιταλία της Αναγέννησης. Επεκτείνονται, αν και με κάποια καθυστέρηση απέναντι στην ανατομική και τη χειρουργική, και στην υπόλοιπη Ευρώπη, τη Γερμανία και τη Γαλλία με πρωτοπόρο τον Όττο Μπρούνφελς (1488-1534) από τη Μαγεντία, συγγραφέα μιας σημαντικής πραγματείας. Και μόνο ο τίτλος της προδίδει το νέο προσανατολισμό και το νέο κλίμα, μες στο οποίο πραγματοποιούνται πλέον οι επιστημονικές μελέτες: «Ζωντανές βοτανικές εικόνες». Παρόλο που ο συγγραφέας δεν αποχωρίζεται τον Διοσκουρίδη, η προσπάθειά του να παρουσιάσει τα φυτά εκ του φυσικού αποτελεί σημαντική μαρτυρία του νέου πνεύματος.
Το ίδιο κι ο Ιερώνυμος Μποκ (1498-1554), χωρίς να απομακρύνεται από τον Διοσκουρίδη, δίνει τέτοια προσοχή στην περιγραφή όχι μόνο των φυτών, αλλά και του φυσικού τους περιβάλλοντος, ώστε κάνει το έργο του ένα απ' τα πιο αξιόλογα του αιώνα του. Παράλληλα με τα βιβλία αυτά παρουσιάζεται ένα βιβλίο του Λέοναρντ Φουκς (1501-1566) με παρατηρήσεις και σχόλια στην περιγραφή των θάμνων. Παρά το γεγονός της αλφαβητικής καταχώρησης των περιγραφομένων φυτών, χωρίς καμιά απόπειρα συστηματικής ταξινόμησης, πράγμα που μειώνει την αξία του έργου συγκριτικά με τα άλλα, εν τούτοις ένα σημείο του το κάνει από τα πιο πολύτιμα έντυπα του 16ου αιώνα: η ομορφιά των πινάκων του.
Απ' τους Γάλλους βοτανολόγους σημειώνουμε δυο ονόματα: του Ζακ Ντελασάν και των αδελφών Ζαν και Γκασπάρ Μπωσέν. Ο πρώτος έγραψε μια Γενική Φυσική Ιστορία των Φυτών κι ο δεύτερος έναν Πίνακα Βοτανικής, στον οποίον ταξινομούνται κατά οικογένειες 6.000 δείγματα φυτών απέναντι στα 500 του βιβλίου τού Φουκς.
Ο ΤΣΕΖΑΛΠΙΝΟ
Ο Αντρέα Τσεζαλπίνο είναι μια παραγνωρισμένη φυσιογνωμία, η προσφορά της οποίας, τόσο στη βοτανική όσο και στην ανατομική, υπήρξε μοναδική.
Πιστός οπαδός του Αριστοτέλη κι επομένως δέσμιος των φιλοσοφικών του πεποιθήσεων, ήταν ταυτόχρονα οξύς παρατηρητής κι ευφυής ερμηνευτής των φαινομένων της φύσης. Οι διαπιστώσεις του γύρω από ειδικά θέματα της φυσιολογίας των φυτών κι η βάση, επί της οποίας ζήτησε να θεμελιώσει ένα δικό του τρόπο ταξινόμησης στο φυτικό βασίλειο, έχουν αξία που επέζησε της εποχής του. Ο Τσεζαλπίνο είναι αυτός που έκανε τη διάκριση μεταξύ μονοκοτυλήδονων και δικοτυλήδονων, διάκριση που ισχύει και σήμερα. Κατά τον Λινναίο, το μεγαλύτερο βοτανολόγο όλων των εποχών, ο Τσεζαλπίνο υπήρξε μεγαλοφυία που δεν μπόρεσε να αντιληφθεί τη σπουδαιότητα και την αξία του οικοδομήματος που έστησε.
Για την αξία του ως ανατόμου θα μιλήσουμε άλλοτε, όταν φτάσουμε στον Ουίλλιαμ Χάρβεϋ και τη κυκλοφορία του αίματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου