Πιο πολύ καθυστερημένη κι από τη βοτανική, σε σύγκριση με τις προόδους που είχε κάνει η ανατομία, ήταν η ζωολογία, παρόλο που έχει να παρουσιάσει κι αυτή ονόματα ερευνητών όχι τυχαία.
Ένα αποφασιστικό βήμα στην ιστορία των φυσικών επιστημών, αποτελεί το έργο του Πιέρ Μπελόν (1517-1564) «Ιστορία τής φύσης των πτηνών» (Παρίσι, 1555). Το βιβλίο του συγγραφέα αυτού, που δολοφονήθηκε με μυστηριώδη τρόπο στο δάσος της Βουλώνης, στο σπίτι που μαζί με μια σύνταξη του είχε παραχωρήσει ο Κάρολος Θ’, θεωρείται το πρώτο σύγχρονο σύγγραμμα ορνιθολογίας. Ο Μπελόν αποκρούει για πρώτη φορά, όλους τους μύθους που είχαν συγκεντρωθεί απ' την αρχαιότητα ως τον Μεσαίωνα σχετικά με τη ζωή των ζώων και στρέφει τη ζωολογία προς μια πιο αντικειμενική παρατήρηση της φύσης.
Όχι τόσο εντυπωσιακό, αλλά εμπλουτισμένο με νέες απόψεις ήταν και το έργο του Γκυγιώμ Ροντελέ (1507-1566) «Περί των θαλασσίων ιχθύων», που με περιγραφές μερικών σπανίων ζώων της θάλασσας προωθεί επίσης αποφασιστικά την έρευνα για τη ζωολογία. Το ίδιο και το έργο τοτ Ιππόλυτου Σαλβιάνι (1514-1572), όχι μόνο προσφέρει περιγραφές σπανίων ζώων, αλλά και παρατηρήσεις που σχετίζονται τόσο με τη θεραπευτική, όσο και τη φυσιολογία, σε θέματα γύρω από τη ζωή και την αναπαραγωγή των περιγραφομένων ειδών.
Ο Θωμάς Μουφέ (1553-1604) είναι ο πρώτος που αφοσιώθηκε στη μελέτη των εντόμων, υποπίπτοντας όμως σε αναπόφευκτα σφάλματα, όπως το ότι δεν αναγνώρισε τη σχέση μεταξύ σκώληκος και νύμφης, θεωρώντας τις δυο αυτές βιολογικές μορφές κάθε εντόμου, ξεχωριστά είδη.
Από τους κεντροευρωπαίους αναφέρουμε τον Ελβετό Κόνραντ Γκέσνερ (1516-1565). Η αξία του βιβλίου του «Ιστορία των ζώων», που πρωτοδημοσιεύθηκε στη Ζυρίχη μεταξύ 1551 - 1587, έγκειται στη προσπάθεια του συγγραφέα για πλήρη κι οριστική επεξεργασία του απέραντου σχετικού υλικού. Αλλά και κάτι άλλο. Το έργο αυτό κοσμείται από ξυλογραφίες, που μερικές είναι πραγματικά αριστουργήματα τέχνης. Ορισμένες φέρουν υπογραφές μεγάλων ζωγράφων, όπως του Άλμπρεχτ Ντύρερ.
Στην Ιταλία πολυσήμαντο είναι το έργο του Ουλίσε Αλντροβάντι (1522-1605). Τα πρώτα του βιβλία είναι μια 3τομη ορνιθολογία κι ένα εγχειρίδιο «Περί εντόμων ζώων», τα οποία ακολούθησαν άλλοι 9 τόμοι ζωολογίας. Παρά την παρουσία άφθονων παραπομπών στο έργο του, η προσπάθειά του για μια ταξινόμηση των ζώων, διαφορετική από την αριστοτελική, η ακρίβεια της περιγραφής και της παρατήρησης κι η ποιότητα των εικόνων του, κάνουν το έργο μνημειώδες για τον 16ο αιώνα.
Η αξία του έργου του Αλντροβάντι γίνεται αισθητή σε σύγκριση με μερικές ζωολογικές σελίδες του Ματτιόλι, που με τα σχόλια του στο έργο του Διοσκουρίδη, δίνει ιδιαίτερη θέση στη ζωολογία μέσα στις φυσικές επιστήμες. Η άποψη του Ματτιόλι ότι οι θεραπευτικές ιδιότητες των σκευασμάτων με βάση τον κάστορα της Μαύρης Θάλασσας είναι πολύ μεγαλύτερες από εκείνες των παρασκευασμάτων, όπου χρησιμοποιήθηκε κάστορας άλλων περιοχών κι η πεποίθησή του, παρά την ακριβόλογη περιγραφή που του κάνει, ότι ο χαμαιλέοντας τρέφεται με αέρα, αποδεικνύουν με την αφέλειά τους το χάσμα που υπάρχει μεταξύ των δύο έργων. Το πιο σημαντικό, πάντως είναι η προσπάθεια για μια ταξινόμηση των ζώων, ανεξάρτητη από την αριστοτελική, που σιγά – σιγά αποκαλύπτεται ανεπαρκής, αν όχι ανακριβής.
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΩΝ ΑΝΑΚΑΛΥΨΕΩΝ
Δυο τουλάχιστον υπήρξαν οι βασικοί λόγοι που επέβαλλαν την αναθεώρηση της ζωολογικής ταξινόμησης των αρχαίων. Αφενός τα σφάλματα που καθημερινά ανακαλύπτονταν στα έργα τους, χάρις στις προσεκτικότερες παρατηρήσεις και τις ακριβέστερες περιγραφές που προέκυπταν απ' αυτές κι αφετέρου τα νέα γεγονότα, που κλόνισαν εκ βάθρων τις παραδοσιακές αντιλήψεις, ωθώντας την έρευνα μ' έναν πρωτοφανή ενθουσιασμό, οι γεωγραφικές δηλαδή ανακαλύψεις, με τα νέα στοιχεία που έδωσαν για τους λαούς και τα έθιμά τους και για τα ζώα και τα φυτά των νέων χωρών.
Βέβαια, η περιέργεια για νέους λαούς και χώρες, με διαφορετικά ήθη, έθιμα, ζώα και φυτά, δεν αποτελούσε καινοτομία του 16ου αιώνα. Υπήρχε ανέκαθεν κι είχε εμπνεύσει φωτισμένα πνεύματα, αιώνες ολόκληρους πριν, όπως αποδεικνύεται από τα γραπτά του Ηρόδοτου και πολύ αργότερα του Ιουλίου Καίσαρα. Δεν πειράζει που οι περιγραφές τους δεν διεκδικούν δικαιώματα ακριβείας ή αλήθειας. Εκείνη η ωραία περιγραφή του φοίνικα, του μυθικού πτηνού που ανασταίνεται απ' τη τέφρα του, συνέχιζε να υπάρχει σε ζωολογικά βιβλία του 16ου αιώνα! Ο Ηρόδοτος, πράγματι, είχε δώσει την περιγραφή του με μεγάλη σοβαρότητα. Όμως, παρά την αφέλεια της περιγραφής και την ευπιστία που τη συνοδεύει, το βασικό είναι η ύπαρξη ενδιαφέροντος για εξωτικούς τόπους, που δεν έπαψε να υπάρχει ούτε στο Μεσαίωνα.
Αρκεί να αναφέρουμε ένα από τα πιο ελκυστικά αναγνώσματα των μεσαιωνικών χρόνων, το Οδοιπορικό του Μάρκο Πόλο, που οι σελίδες του εμπνέονται από αγάπη για συλλογή πληροφοριών σχετικά με τα ήθη και έθιμα των λαών, που γνώρισε και το περιγραφικό πάθος για τα ζώα, τους κήπους, τα φυτά και τα έργα τέχνης που είδε στα ταξίδια του. Πέρα όμως από τις γοητευτικές αυτές περιγραφές, η αγορά της Ευρώπης είχε κιόλας πλημμυρίσει από φυτικά προϊόντα της Ανατολής, κυρίως «μπαχαρικά», στα οποία στηριζόταν η εμπορική δραστηριότητα των μεσαιωνικών ναυτικών δημοκρατιών τής Ιταλίας. Μαζί με αυτά, έφταναν στην Ευρώπη και προϊόντα της τέχνης των μακρινών αυτών χωρών: μεταξωτά και γλυπτά σε ελεφαντόδοντο, σκληρό λίθο και μέταλλο, πολύτιμο ή μη. Στα έργα αυτά της ανατολικής τέχνης υπήρχαν παραστάσεις μυθικών ζώων: δράκοντες, ιππόγυπες, γρύπες που ο πολύς κόσμος τα θεωρούσε πραγματικά. Πολλές δοξασίες διαδόθηκαν έτσι για τα ανύπαρκτα αυτά ζώα. Πρέπει ακόμα να προσθέσουμε και το πάθος για τα παραμύθια των υπανάπτυκτων λαών, καθώς και την πλούσια φαντασία μερικών ταξιδιωτών και την επιθυμία τους να καταπλήξουν τον αναγνώστη με τη διήγηση των αξιοπερίεργων που γνώρισαν στα ταξίδια τους. Αυτοί ήταν οι παράγοντες που καλλιεργούσαν και συντηρούσαν τους μύθους με τους οποίους ήταν γεμάτα τα βιβλία της φυσικής ιστορίας των χρόνων εκείνων!
Οι γεωγραφικές όμως ανακαλύψεις, που ακολούθησαν η μια την άλλη, με ταχύ ρυθμό, μετά την ανακάλυψη της Αμερικής, έδωσαν μια νέα εικόνα της ζωής και της φύσης. Ένα πλήθος από νέες φυσιογνωστικές κι εθνογραφικές γνώσεις κατέκλυσε την Ευρώπη. Εκατοντάδες και χιλιάδες νέων φυτών και ζώων ήλθαν να προστεθούν σε όσα μέχρι τότε γνώριζαν οι φυσιοδίφες, για να αναστατώσουν τις κλασικές ταξινομήσεις, που σχεδόν αγνοούσαν τελείως τη χλωρίδα και πανίδα[1] των νέων χωρών. Η έλλειψη εμπιστοσύνης που δημιουργήθηκε έτσι απέναντι στην παλιά παράδοση, ωθούσε τους ανθρώπους σ' έναν σχολαστικό έλεγχο των πληροφοριών και των παρατηρήσεων που υπήρχαν στα βιβλία. Κέντριζε τη διάθεση για καλύτερη παρατήρηση και συνεπώς για ακριβέστερη περιγραφή και βαθύτερη γνώση, ακόμη και ζώων, που οι παραδοσιακοί συγγραφείς γνώριζαν πολύ καλά.
Απ' όλα αυτά τα γεγονότα προέκυψαν 2 συνέπειες, θεμελιώδους σημασίας για την πρόοδο των φυσικών επιστημών: μια πλούσια βιβλιογραφία γύρω απ' τα ζώα και τα φυτά των νέων χωρών και μια νέα, λεπτομερής ταξινόμηση του βασιλείου της φύσης, που έβαζε σε κάποια τάξη τόσο συσσωρευμένο υλικό είτε νεοαποκτηθέν είτε κληρονομημένο από την αρχαία παράδοση.
Εδώ, σε πρώτη θέση, προβάλλει το όνομα του Μπελόν, για τον μιλήσαμε στην αρχή. Ο φυσιοδίφης αυτός μεταξύ 1546 και 1549 έκανε ένα μεγάλο ταξίδι στις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου. Στο γυρισμό, προέβη σ’ ένα είδος έγγραφης ανακοίνωσης (τυπώθηκε το 1553) με τίτλο «Παρατηρήσεις επί πολλών περιπτώσεων κι αξιομνημόνευτων πραγμάτων, ευρισκομένων εις Ελλάδα, Ασία, Ιουδαία, Αίγυπτο κι άλλες ξένες χώρες». Η ανακοίνωση αυτή είναι πλούσια σε ακριβείς περιγραφές: χαρακτηρίζει λάθος την αντίληψη ότι ο χαμαιλέοντας τρέφεται με αέρα και περιγράφει για πρώτη φορά το θωρακισμένο δέρμα του αρμαδίλλου. Στο ίδιο έργο υπάρχουν ακριβείς πληροφορίες και για τα ήθη, τα έθιμα, τις τέχνες και τα επαγγέλματα των λαών που είχε επισκεφτεί. Όμως, και σ’ αυτό το φωτισμένο έργο, δεν λείπουν οι μύθοι: ο Μπελόν περιγράφει ένα φτερωτό ερπετό, που πετούσε απ' την Τουρκία στην Αίγυπτο! Προφανώς, η φανταστική εικόνα του δράκοντα, που για αιώνες ήταν στοιχείο της δυτικής λογοτεχνίας, προέβαλλε ισχυρή αντίσταση στις απόπειρες όσων τόλμησαν να την εκθρονίσουν από τη λαϊκή φαντασία.
Σοβαρότερο από πολλές πλευρές υπήρξε το έργο του Πρόσπερο Αλπίνο (1553-1616), που έγραψε ένα εντυπωσιακό βιβλίο με τίτλο «Περί των φυτών της Αιγύπτου» (Βενετία, 1592). Στο έργο αυτό συνδυάζεται η σοβαρότητα του ερευνητή, η ακρίβεια της περιγραφής κι η οξύνοια τού παρατηρητή, χωρίς να λείπουν και τα αξιοπερίεργα. Ένα απ' αυτά είναι η πρώτη περιγραφή του φυτού του καφέ και του ποτού που παρασκευάζεται από τους κόκκους του και που επρόκειτο να παίξει τέτοιο ρόλο στη ζωή του δυτικού κόσμου.
Η ΑΜΕΡΙΚΗ
Αλλά τη μεγαλύτερη ώθηση στις φυσιογνωστικές έρευνες έδωσε η ανακάλυψη του Νέου Κόσμου, της Αμερικής. Η Ευρώπη πλημμύρισε από έργα με περιγραφές των νέων χωρών με τα φυτά και τα ζώα τους. Να μερικοί από τους τίτλους των έργων αυτών, που δεν μπορούσαν να αφήσουν αδιάφορο τον κόσμο των ερευνητών της Δύσης: «Γενική και Φυσική Ιστορία των Ινδιών» του Γκονζάλες Φερναντέθ ντε Οβιέντο υ Βάλντες (1470-1557) (Σαλαμάνκα, 1535). «Επί της φύσεως του Νέου Κόσμου» (Σαλαμάνκα, 1589). «Φυσική Ιστορία, Ήθη κι Έθιμα των Ινδιών» (Σεβίλλη, 1590), του Ιησουίτη Γιοζέ ντ’ Ακόστα, που μπορεί να μη παρουσιάζουν ιδιαίτερη πρωτοτυπία, αλλά μαρτυρούν μεγάλη οξυδέρκεια κι ευφυία στη τοποθέτηση των προβλημάτων και την υπόδειξη εμπνευσμένων λύσεων και εντυπωσιάζουν με τον όγκο των συγκεντρωμένων παρατηρήσεών τους, έδωσαν στον συγγραφέα τους την επωνυμία «Πλίνιος του Νέου Κόσμου». Πρέπει να αναφέρουμε εδώ την απάντηση του πατέρα ντ’ Ακόστα στο πρόβλημα της προέλευσης του αυτόχθονα αμερικάνικου πληθυσμού: οι πληθυσμοί τής Αμερικής μετανάστευσαν απ' το Βορρά μέσω του Βερίγγειου πορθμού, που στην αρχαιότητα δε χώριζε, αλλά συνέδεε την Αμερική με την Ασία κι ανήκουν στη μογγολική φυλή. Την ίδια άποψη προσυπογράφουν πολλοί ερευνητές της εποχής μας.
Ο όγκος αυτός των νέων γνώσεων που καθημερινά ερχόταν να προστεθεί στο παραδοσιακό φορτίο των γνώσεων του Ευρωπαίου φυσιοδίφη κι η απειρία των νέων προβλημάτων που τις συνόδευε, έκαναν επείγουσα την ανάγκη μιας νέας ταξινόμησης του φυσικού κόσμου. Από τις πρώτες σχετικές προσπάθειες είναι οι ταξινομήσεις που συναντά κανείς στα έργα του Φρακαστόρο, του Αλντροβάντι και Τσεζαλπίνο. Και αυτές ακολούθησαν άλλες, περισσότερο λεπτομερείς και καλύτερα ανταποκρινόμενες στις ιδιομορφίες του ταξινομούμενου υλικού έτσι που τελικά να αποτελέσουν βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη των επιστημών στους αιώνες που ακολούθησαν.
Ένα αποφασιστικό βήμα στην ιστορία των φυσικών επιστημών, αποτελεί το έργο του Πιέρ Μπελόν (1517-1564) «Ιστορία τής φύσης των πτηνών» (Παρίσι, 1555). Το βιβλίο του συγγραφέα αυτού, που δολοφονήθηκε με μυστηριώδη τρόπο στο δάσος της Βουλώνης, στο σπίτι που μαζί με μια σύνταξη του είχε παραχωρήσει ο Κάρολος Θ’, θεωρείται το πρώτο σύγχρονο σύγγραμμα ορνιθολογίας. Ο Μπελόν αποκρούει για πρώτη φορά, όλους τους μύθους που είχαν συγκεντρωθεί απ' την αρχαιότητα ως τον Μεσαίωνα σχετικά με τη ζωή των ζώων και στρέφει τη ζωολογία προς μια πιο αντικειμενική παρατήρηση της φύσης.
Όχι τόσο εντυπωσιακό, αλλά εμπλουτισμένο με νέες απόψεις ήταν και το έργο του Γκυγιώμ Ροντελέ (1507-1566) «Περί των θαλασσίων ιχθύων», που με περιγραφές μερικών σπανίων ζώων της θάλασσας προωθεί επίσης αποφασιστικά την έρευνα για τη ζωολογία. Το ίδιο και το έργο τοτ Ιππόλυτου Σαλβιάνι (1514-1572), όχι μόνο προσφέρει περιγραφές σπανίων ζώων, αλλά και παρατηρήσεις που σχετίζονται τόσο με τη θεραπευτική, όσο και τη φυσιολογία, σε θέματα γύρω από τη ζωή και την αναπαραγωγή των περιγραφομένων ειδών.
Ο Θωμάς Μουφέ (1553-1604) είναι ο πρώτος που αφοσιώθηκε στη μελέτη των εντόμων, υποπίπτοντας όμως σε αναπόφευκτα σφάλματα, όπως το ότι δεν αναγνώρισε τη σχέση μεταξύ σκώληκος και νύμφης, θεωρώντας τις δυο αυτές βιολογικές μορφές κάθε εντόμου, ξεχωριστά είδη.
Από τους κεντροευρωπαίους αναφέρουμε τον Ελβετό Κόνραντ Γκέσνερ (1516-1565). Η αξία του βιβλίου του «Ιστορία των ζώων», που πρωτοδημοσιεύθηκε στη Ζυρίχη μεταξύ 1551 - 1587, έγκειται στη προσπάθεια του συγγραφέα για πλήρη κι οριστική επεξεργασία του απέραντου σχετικού υλικού. Αλλά και κάτι άλλο. Το έργο αυτό κοσμείται από ξυλογραφίες, που μερικές είναι πραγματικά αριστουργήματα τέχνης. Ορισμένες φέρουν υπογραφές μεγάλων ζωγράφων, όπως του Άλμπρεχτ Ντύρερ.
Στην Ιταλία πολυσήμαντο είναι το έργο του Ουλίσε Αλντροβάντι (1522-1605). Τα πρώτα του βιβλία είναι μια 3τομη ορνιθολογία κι ένα εγχειρίδιο «Περί εντόμων ζώων», τα οποία ακολούθησαν άλλοι 9 τόμοι ζωολογίας. Παρά την παρουσία άφθονων παραπομπών στο έργο του, η προσπάθειά του για μια ταξινόμηση των ζώων, διαφορετική από την αριστοτελική, η ακρίβεια της περιγραφής και της παρατήρησης κι η ποιότητα των εικόνων του, κάνουν το έργο μνημειώδες για τον 16ο αιώνα.
Η αξία του έργου του Αλντροβάντι γίνεται αισθητή σε σύγκριση με μερικές ζωολογικές σελίδες του Ματτιόλι, που με τα σχόλια του στο έργο του Διοσκουρίδη, δίνει ιδιαίτερη θέση στη ζωολογία μέσα στις φυσικές επιστήμες. Η άποψη του Ματτιόλι ότι οι θεραπευτικές ιδιότητες των σκευασμάτων με βάση τον κάστορα της Μαύρης Θάλασσας είναι πολύ μεγαλύτερες από εκείνες των παρασκευασμάτων, όπου χρησιμοποιήθηκε κάστορας άλλων περιοχών κι η πεποίθησή του, παρά την ακριβόλογη περιγραφή που του κάνει, ότι ο χαμαιλέοντας τρέφεται με αέρα, αποδεικνύουν με την αφέλειά τους το χάσμα που υπάρχει μεταξύ των δύο έργων. Το πιο σημαντικό, πάντως είναι η προσπάθεια για μια ταξινόμηση των ζώων, ανεξάρτητη από την αριστοτελική, που σιγά – σιγά αποκαλύπτεται ανεπαρκής, αν όχι ανακριβής.
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΩΝ ΑΝΑΚΑΛΥΨΕΩΝ
Δυο τουλάχιστον υπήρξαν οι βασικοί λόγοι που επέβαλλαν την αναθεώρηση της ζωολογικής ταξινόμησης των αρχαίων. Αφενός τα σφάλματα που καθημερινά ανακαλύπτονταν στα έργα τους, χάρις στις προσεκτικότερες παρατηρήσεις και τις ακριβέστερες περιγραφές που προέκυπταν απ' αυτές κι αφετέρου τα νέα γεγονότα, που κλόνισαν εκ βάθρων τις παραδοσιακές αντιλήψεις, ωθώντας την έρευνα μ' έναν πρωτοφανή ενθουσιασμό, οι γεωγραφικές δηλαδή ανακαλύψεις, με τα νέα στοιχεία που έδωσαν για τους λαούς και τα έθιμά τους και για τα ζώα και τα φυτά των νέων χωρών.
Βέβαια, η περιέργεια για νέους λαούς και χώρες, με διαφορετικά ήθη, έθιμα, ζώα και φυτά, δεν αποτελούσε καινοτομία του 16ου αιώνα. Υπήρχε ανέκαθεν κι είχε εμπνεύσει φωτισμένα πνεύματα, αιώνες ολόκληρους πριν, όπως αποδεικνύεται από τα γραπτά του Ηρόδοτου και πολύ αργότερα του Ιουλίου Καίσαρα. Δεν πειράζει που οι περιγραφές τους δεν διεκδικούν δικαιώματα ακριβείας ή αλήθειας. Εκείνη η ωραία περιγραφή του φοίνικα, του μυθικού πτηνού που ανασταίνεται απ' τη τέφρα του, συνέχιζε να υπάρχει σε ζωολογικά βιβλία του 16ου αιώνα! Ο Ηρόδοτος, πράγματι, είχε δώσει την περιγραφή του με μεγάλη σοβαρότητα. Όμως, παρά την αφέλεια της περιγραφής και την ευπιστία που τη συνοδεύει, το βασικό είναι η ύπαρξη ενδιαφέροντος για εξωτικούς τόπους, που δεν έπαψε να υπάρχει ούτε στο Μεσαίωνα.
Αρκεί να αναφέρουμε ένα από τα πιο ελκυστικά αναγνώσματα των μεσαιωνικών χρόνων, το Οδοιπορικό του Μάρκο Πόλο, που οι σελίδες του εμπνέονται από αγάπη για συλλογή πληροφοριών σχετικά με τα ήθη και έθιμα των λαών, που γνώρισε και το περιγραφικό πάθος για τα ζώα, τους κήπους, τα φυτά και τα έργα τέχνης που είδε στα ταξίδια του. Πέρα όμως από τις γοητευτικές αυτές περιγραφές, η αγορά της Ευρώπης είχε κιόλας πλημμυρίσει από φυτικά προϊόντα της Ανατολής, κυρίως «μπαχαρικά», στα οποία στηριζόταν η εμπορική δραστηριότητα των μεσαιωνικών ναυτικών δημοκρατιών τής Ιταλίας. Μαζί με αυτά, έφταναν στην Ευρώπη και προϊόντα της τέχνης των μακρινών αυτών χωρών: μεταξωτά και γλυπτά σε ελεφαντόδοντο, σκληρό λίθο και μέταλλο, πολύτιμο ή μη. Στα έργα αυτά της ανατολικής τέχνης υπήρχαν παραστάσεις μυθικών ζώων: δράκοντες, ιππόγυπες, γρύπες που ο πολύς κόσμος τα θεωρούσε πραγματικά. Πολλές δοξασίες διαδόθηκαν έτσι για τα ανύπαρκτα αυτά ζώα. Πρέπει ακόμα να προσθέσουμε και το πάθος για τα παραμύθια των υπανάπτυκτων λαών, καθώς και την πλούσια φαντασία μερικών ταξιδιωτών και την επιθυμία τους να καταπλήξουν τον αναγνώστη με τη διήγηση των αξιοπερίεργων που γνώρισαν στα ταξίδια τους. Αυτοί ήταν οι παράγοντες που καλλιεργούσαν και συντηρούσαν τους μύθους με τους οποίους ήταν γεμάτα τα βιβλία της φυσικής ιστορίας των χρόνων εκείνων!
Οι γεωγραφικές όμως ανακαλύψεις, που ακολούθησαν η μια την άλλη, με ταχύ ρυθμό, μετά την ανακάλυψη της Αμερικής, έδωσαν μια νέα εικόνα της ζωής και της φύσης. Ένα πλήθος από νέες φυσιογνωστικές κι εθνογραφικές γνώσεις κατέκλυσε την Ευρώπη. Εκατοντάδες και χιλιάδες νέων φυτών και ζώων ήλθαν να προστεθούν σε όσα μέχρι τότε γνώριζαν οι φυσιοδίφες, για να αναστατώσουν τις κλασικές ταξινομήσεις, που σχεδόν αγνοούσαν τελείως τη χλωρίδα και πανίδα[1] των νέων χωρών. Η έλλειψη εμπιστοσύνης που δημιουργήθηκε έτσι απέναντι στην παλιά παράδοση, ωθούσε τους ανθρώπους σ' έναν σχολαστικό έλεγχο των πληροφοριών και των παρατηρήσεων που υπήρχαν στα βιβλία. Κέντριζε τη διάθεση για καλύτερη παρατήρηση και συνεπώς για ακριβέστερη περιγραφή και βαθύτερη γνώση, ακόμη και ζώων, που οι παραδοσιακοί συγγραφείς γνώριζαν πολύ καλά.
Απ' όλα αυτά τα γεγονότα προέκυψαν 2 συνέπειες, θεμελιώδους σημασίας για την πρόοδο των φυσικών επιστημών: μια πλούσια βιβλιογραφία γύρω απ' τα ζώα και τα φυτά των νέων χωρών και μια νέα, λεπτομερής ταξινόμηση του βασιλείου της φύσης, που έβαζε σε κάποια τάξη τόσο συσσωρευμένο υλικό είτε νεοαποκτηθέν είτε κληρονομημένο από την αρχαία παράδοση.
Εδώ, σε πρώτη θέση, προβάλλει το όνομα του Μπελόν, για τον μιλήσαμε στην αρχή. Ο φυσιοδίφης αυτός μεταξύ 1546 και 1549 έκανε ένα μεγάλο ταξίδι στις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου. Στο γυρισμό, προέβη σ’ ένα είδος έγγραφης ανακοίνωσης (τυπώθηκε το 1553) με τίτλο «Παρατηρήσεις επί πολλών περιπτώσεων κι αξιομνημόνευτων πραγμάτων, ευρισκομένων εις Ελλάδα, Ασία, Ιουδαία, Αίγυπτο κι άλλες ξένες χώρες». Η ανακοίνωση αυτή είναι πλούσια σε ακριβείς περιγραφές: χαρακτηρίζει λάθος την αντίληψη ότι ο χαμαιλέοντας τρέφεται με αέρα και περιγράφει για πρώτη φορά το θωρακισμένο δέρμα του αρμαδίλλου. Στο ίδιο έργο υπάρχουν ακριβείς πληροφορίες και για τα ήθη, τα έθιμα, τις τέχνες και τα επαγγέλματα των λαών που είχε επισκεφτεί. Όμως, και σ’ αυτό το φωτισμένο έργο, δεν λείπουν οι μύθοι: ο Μπελόν περιγράφει ένα φτερωτό ερπετό, που πετούσε απ' την Τουρκία στην Αίγυπτο! Προφανώς, η φανταστική εικόνα του δράκοντα, που για αιώνες ήταν στοιχείο της δυτικής λογοτεχνίας, προέβαλλε ισχυρή αντίσταση στις απόπειρες όσων τόλμησαν να την εκθρονίσουν από τη λαϊκή φαντασία.
Σοβαρότερο από πολλές πλευρές υπήρξε το έργο του Πρόσπερο Αλπίνο (1553-1616), που έγραψε ένα εντυπωσιακό βιβλίο με τίτλο «Περί των φυτών της Αιγύπτου» (Βενετία, 1592). Στο έργο αυτό συνδυάζεται η σοβαρότητα του ερευνητή, η ακρίβεια της περιγραφής κι η οξύνοια τού παρατηρητή, χωρίς να λείπουν και τα αξιοπερίεργα. Ένα απ' αυτά είναι η πρώτη περιγραφή του φυτού του καφέ και του ποτού που παρασκευάζεται από τους κόκκους του και που επρόκειτο να παίξει τέτοιο ρόλο στη ζωή του δυτικού κόσμου.
Η ΑΜΕΡΙΚΗ
Αλλά τη μεγαλύτερη ώθηση στις φυσιογνωστικές έρευνες έδωσε η ανακάλυψη του Νέου Κόσμου, της Αμερικής. Η Ευρώπη πλημμύρισε από έργα με περιγραφές των νέων χωρών με τα φυτά και τα ζώα τους. Να μερικοί από τους τίτλους των έργων αυτών, που δεν μπορούσαν να αφήσουν αδιάφορο τον κόσμο των ερευνητών της Δύσης: «Γενική και Φυσική Ιστορία των Ινδιών» του Γκονζάλες Φερναντέθ ντε Οβιέντο υ Βάλντες (1470-1557) (Σαλαμάνκα, 1535). «Επί της φύσεως του Νέου Κόσμου» (Σαλαμάνκα, 1589). «Φυσική Ιστορία, Ήθη κι Έθιμα των Ινδιών» (Σεβίλλη, 1590), του Ιησουίτη Γιοζέ ντ’ Ακόστα, που μπορεί να μη παρουσιάζουν ιδιαίτερη πρωτοτυπία, αλλά μαρτυρούν μεγάλη οξυδέρκεια κι ευφυία στη τοποθέτηση των προβλημάτων και την υπόδειξη εμπνευσμένων λύσεων και εντυπωσιάζουν με τον όγκο των συγκεντρωμένων παρατηρήσεών τους, έδωσαν στον συγγραφέα τους την επωνυμία «Πλίνιος του Νέου Κόσμου». Πρέπει να αναφέρουμε εδώ την απάντηση του πατέρα ντ’ Ακόστα στο πρόβλημα της προέλευσης του αυτόχθονα αμερικάνικου πληθυσμού: οι πληθυσμοί τής Αμερικής μετανάστευσαν απ' το Βορρά μέσω του Βερίγγειου πορθμού, που στην αρχαιότητα δε χώριζε, αλλά συνέδεε την Αμερική με την Ασία κι ανήκουν στη μογγολική φυλή. Την ίδια άποψη προσυπογράφουν πολλοί ερευνητές της εποχής μας.
Ο όγκος αυτός των νέων γνώσεων που καθημερινά ερχόταν να προστεθεί στο παραδοσιακό φορτίο των γνώσεων του Ευρωπαίου φυσιοδίφη κι η απειρία των νέων προβλημάτων που τις συνόδευε, έκαναν επείγουσα την ανάγκη μιας νέας ταξινόμησης του φυσικού κόσμου. Από τις πρώτες σχετικές προσπάθειες είναι οι ταξινομήσεις που συναντά κανείς στα έργα του Φρακαστόρο, του Αλντροβάντι και Τσεζαλπίνο. Και αυτές ακολούθησαν άλλες, περισσότερο λεπτομερείς και καλύτερα ανταποκρινόμενες στις ιδιομορφίες του ταξινομούμενου υλικού έτσι που τελικά να αποτελέσουν βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη των επιστημών στους αιώνες που ακολούθησαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου